Επιστρέφει ο πολιτικός κίνδυνος στην Ευρώπη

Επιστρέφει ο πολιτικός κίνδυνος στην Ευρώπη

Μετά από μία ιδιαίτερα ήρεμη πολιτικά περίοδο για την Ευρωζώνη, ο συνήθης κίνδυνος των πολιτικών αναταράξεων επιστρέφει δριμύτερος. Με τη Γερμανία να έχει για πρώτη φορά τρικομματική κυβέρνηση, τη Γαλλία να οδεύει προς τις κρίσιμες εκλογές του Μαΐου και την Ιταλία να επιστρέφει στο γνωστό μοτίβο αβεβαιότητας αν ο Ντράγκι εκλεγεί πρόεδρος, η Ευρώπη εισέρχεται σε νέα φάση πολιτικών ανακατατάξεων, την ώρα που πρέπει να ληφθούν πολύ σημαντικές αποφάσεις, όπως για τους δημοσιονομικούς κανόνες και την περαιτέρω αμοιβαιοποίηση του χρέους.

Το πολιτικό καλεντάρι είναι γεμάτο το 2022 και αναγκάζει τους αναλυτές να συμπεριλάβουν τις πολιτικές εξελίξεις στους πολύ σοβαρούς κινδύνους του νέου έτους. Αν οι γερμανικές εκλογές ήταν σημείο αναφοράς για το 2021 γιατί συνοδεύτηκαν από την αποχώρηση της Άνγκελα Μέρκελ, η οποία άφησε μετά από 16 χρόνια το τιμόνι της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης, οι ιταλικές και γαλλικές προεδρικές εκλογές που θα διεξαχθούν τον Ιανουάριο και τον Μάιο του 2022, αντίστοιχα, ανεβάζουν επικίνδυνα το θερμόμετρο.

Με τη Μέρκελ απούσα, η Ευρώπη ψάχνει τον επόμενο ηγέτη της και το δίδυμο Μακρόν-Ντράγκι φαινόταν να έχει πάρει τα ηνία. Η αποχώρηση της Μέρκελ θα μπορούσε να διευκολύνει την υλοποίηση του οράματος της Γαλλίας για μία ισχυρή Ευρώπη η οποία θα είναι πιο ενωμένη από ποτέ. Το όραμα του Μακρόν το μοιράζεται και ο Ντράγκι, ενώ και η νέα γερμανική κυβέρνηση δείχνει ότι κινείται περισσότερο προς αυτή την κατεύθυνση απ' ότι η Μέρκελ.

Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι συν τοις άλλοις, η Γαλλία αναλαμβάνει την προεδρία της Ε.Ε. από τον ερχόμενο Ιανουάριο και οι Ευρωπαίοι καλούνται να λάβουν δύσκολες αποφάσεις που αφορούν το κοινό χρέος, το εμπόριο, τη βιομηχανία, την ενέργεια και βέβαια τους δημοσιονομικούς κανόνες που θα ισχύσουν από το 2023. Αν και οι πρώτες εκτιμήσεις θέλουν τον Εμμανουέλ Μακρόν να επανεκλέγεται, είναι βέβαιο πως όσο πλησιάζουμε στις κάλπες θα υπάρξουν αναταράξεις στις αγορές, ιδιαίτερα αν φαίνεται ότι κερδίζουν έδαφος τα ακροδεξιά κόμματα.

Και ενώ είναι λιγότερο βέβαιο το κατά πόσο ο Μακρόν θα διατηρήσει άνετη πλειοψηφία στο κογκρέσο, θα πρέπει να διασφαλιστεί η συνέχεια της οικονομικής πολιτικής. Μέχρι τη διεξαγωγή των εκλογών, ο βασικός κίνδυνος για τη Γαλλία σχετίζεται με την αύξηση των κοινωνικών εντάσεων, ιδιαίτερα μετά το προηγούμενο με τις διαδηλώσεις των «κίτρινων γιλέκων» που κράτησαν από το 2018 έως το 2020 και επηρέασαν σημαντικά τις κυβερνητικές πολιτικές.

Στην Ιταλία τα πράγματα ίσως είναι ακόμη πιο πολύπλοκα, καθώς η εκλογή νέου Προέδρου της Δημοκρατίας μπορεί να προκαλέσει μεγάλες αναταράξεις στην πολιτική σκηνή της χώρας. Αυτή τη στιγμή βασικός υποψήφιος να διαδεχθεί τον πρόεδρο Ματαρέλα είναι ο Μάριο Ντράγκι. Ο Ιταλός πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ κατάφερε να εξασφαλίσει ευρεία πολιτική συναίνεση και να βάλει ξανά –και μάλιστα σε πολύ λίγο χρόνο– την Ιταλία στο επίκεντρο των ευρωπαϊκών εξελίξεων και πιθανή αποχώρησή του επαναφέρει τον κίνδυνο πολιτικής αστάθειας.

Αν ο Ντράγκι εκλεγεί πρόεδρος, ένα ενδεχόμενο που γίνεται ολοένα και πιο πιθανό όσο περνούν οι μέρες, η κυβέρνησή του θα διαλυθεί. Και ενώ θα μπορούσε να συνεχίσει το υπουργικό του συμβούλιο να κυβερνά, υπό τις οδηγίες ενός υπηρεσιακού πρωθυπουργού, έως το 2023, το πιθανότερο είναι τα κόμματα που διεκδικούν την εξουσία να μην αφήσουν την ευκαιρία να πάει χαμένη. Αυτή τη στιγμή όλα είναι ρευστά καθώς στις δημοσκοπήσεις το Δημοκρατικό Κόμμα εμφανίζει ίδιο ποσοστό (20%) με τα ακροδεξιά κόμματα Αδέλφια της Ιταλίας και Λέγκα του Βορρά.

Στην περίπτωση που προκηρυχθούν  πρόωρες εκλογές είναι λογικό να υπάρξουν αναταράξεις και στις χρηματαγορές και κυρίως στις αποδόσεις των ιταλικών κρατικών ομολόγων. Είναι επίσης πιθανό, η πολιτική αναταραχή να προκαλέσει σημαντικές καθυστερήσεις ως προς την απορρόφηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης, την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων και την υλοποίηση επενδυτικών σχεδίων.

Η Ιταλία είναι η χώρα που αναμένεται να λάβει τα περισσότερα χρήματα από το ευρωπαϊκό ταμείο, είναι η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης και η χώρα με το δεύτερο υψηλότερο δημόσιο χρέος, μετά την Ελλάδα. Συνεπώς, η επιτυχής υλοποίηση του Σχεδίου Ανάκαμψης του Ντράγκι θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό και τη γενικότερη επιτυχία του Ταμείου.  Με την μετακόμιση του «Super Mario» στο Κυρηνάλιο προεδρικό μέγαρο, είναι δεδομένο ότι η αβεβαιότητα θα εκτιναχθεί.

Όπως σημειώνει ο γνωστός Ιταλός οικονομολόγος και αναλυτής, Λορέντσο Κοντόνιο, το 2022 θα είναι πολύ σημαντικό έτος για τις επενδύσεις και τις μεταρρυθμίσεις στην Ιταλία και η αλλαγή πόστου για τον Ντράγκι θα έχει αρνητικές επιπτώσεις βραχυπρόθεσμα. Ωστόσο, μεσοπρόθεσμα ο Ντράγκι έχει τη δυναμική ως Πρόεδρος να αποτελέσει παράγοντα σταθερότητας για την Ιταλία.