Δύο ακραία σενάρια για την επόμενη διετία εξετάζει η ΕΚΤ

Δύο ακραία σενάρια για την επόμενη διετία εξετάζει η ΕΚΤ

Είναι πιθανό τα χειρότερα να έχουν περάσει για την οικονομία της Ευρωζώνης – σε ό,τι αφορά τις επιπτώσεις της πανδημίας – ωστόσο ο δρόμος της ανάκαμψης μέσα στην επόμενη διετία δεν θα είναι στρωμένος με ροδοπέταλα. Αυτό είναι το μήνυμα που έστειλε χθες η Κριστίν Λαγκάρντ, προειδοποιώντας παράλληλα ότι η κανονικότητα δεν θα επανέλθει από τη μία ημέρα στην άλλη, καθώς τα νοικοκυριά αποταμιεύουν αντί να προχωρούν σε δαπάνες, ενώ σημαντικοί κλάδοι έχουν υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά.

Σε ομιλία της στο πλαίσιο διαδικτυακής εκδήλωσης της ΕΚΤ, η Λαγκάρντ τόνισε ότι ο κόσμος μας ενδέχεται να μην είναι ποτέ πια ο ίδιος, συμπλήρωσε ότι η ανάκαμψη μπορεί να μην είναι πλήρης, εννοώντας ότι κλάδοι όπως του τουρισμού, των αερομεταφορών και της ψυχαγωγίας είναι πολύ πιθανό να βγουν από την κρίση «μεταλλαγμένοι», αφού θα ταξιδεύουμε και θα διασκεδάζουμε. Στον αντίποδα, ο μετασχηματισμός αναμένεται να αναδείξει νέους κλάδους και νέες ευκαιρίες.

Το παγκόσμιο εμπόριο θα συρρικνωθεί, η παραγωγικότητα το ίδιο και τα νοικοκυριά θα παραμείνουν για χρόνια διστακτικά. Ήδη, στοιχεία της ΕΚΤ δείχνουν ότι κατά τη διάρκεια της πανδημίας τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά έχουν αυξήσει τις αποταμιεύσεις τους κατά 214 δις. ευρώ, με τις συνολικές αποταμιεύσεις να καταγράφουν ιστορικό υψηλό στα 7,3 τρισ. ευρώ.

Όσο χαλαρώνουν οι περιορισμοί, ανακάμπτει η οικονομία και επανέρχεται η δραστηριότητα, θα ανακάμπτει και η ζήτηση για προϊόντα και υπηρεσίες όπως τα αεροπορικά εισιτήρια και οι κρατήσεις σε εστιατόρια, που συνδέονται με βασικά συστατικά του δομικού πληθωρισμού, ήτοι του επιπέδου των τιμών εξαιρουμένων ευμετάβλητων κλάδων όπως η ενέργεια. Γενικότερα, ωστόσο, οι οικονομολόγοι της ΕΚΤ γνωρίζουν ότι ο παράγοντας που θα κυριαρχήσει είναι αυτός της μειωμένης ζήτησης. Εκτιμούν, επίσης, ότι το ΑΕΠ δεν θα επιστρέψει στα προ κορονοϊού επίπεδα πριν το τέλος του 2021 και παράλληλα θα μειωθούν τα εισοδήματα.

Καλά πληροφορημένες πηγές αναφέρουν ότι οι αναλύσεις-εισηγήσεις που έχουν φτάσει στην Κριστίν Λαγκάρντ δείχνουν ότι ακόμα και το γιγαντιαίο πακέτο ρευστότητας των 5 τρις. ευρώ που διαθέτει η ΕΚΤ ίσως αποδειχθεί ανεπαρκές για να τονώσει τον πληθωρισμό και τα δύο βασικά σενάρια είναι αυτό του χαμηλοπληθωρισμού και του αποπληθωρισμού:

Αποπληθωρισμός: Είναι η περίοδος κατά την οποία καταγράφεται διαρκής πτώση του γενικού επιπέδου των τιμών και όχι πτώση των τιμών σε συγκεκριμένους κλάδους εξαιτίας λ.χ της τεχνολογικής εξέλιξης ή του ανταγωνισμού. Αν και για κάποιους αυτό μπορεί να ακούγεται ένα καλό σενάριο, μία παρατεταμένη περίοδος αποπληθωρισμού συνεπάγεται, εκτός από πτώση των τιμών και πτώση των μισθών αλλά και των επιχειρηματικών κερδών. Η μείωση των τιμών προέρχεται από μείωση της ζήτησης που σημαίνει ύφεση και αύξηση της ανεργίας. Στο χειρότερο σενάριο, αυξάνεται η πραγματική αξία του υφιστάμενου χρέους με αποτέλεσμα να παγώνει η οικονομία και να δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος αποπληθωριστικών δυνάμεων. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα της Ιαπωνίας η οποία παλεύει με τον αποπληθωρισμό από τη δεκαετία του 1990. Η Oxford Economics δίνει πιθανότητες 20% στο σενάριο αποπληθωρισμού.

Χαμηλοπληθωρισμός: Τον Μάιο του 2014 ο Μάριο Ντράγκι είχε δηλώσει στην πρώτη εαρινή σύναξη -τύπου Jackson Hole- της ΕΚΤ ότι οι Ευρωπαίοι πολίτες ζητούν απαντήσεις στα προβλήματα της ανάπτυξης και της απασχόλησης, με βασικό «αγκάθι» τον χαμηλό πληθωρισμό. Είναι η περίοδος θετικού πληθωρισμού αλλά πολύ χαμηλότερου από τον στόχο κοντά στο 2% που θέτουν οι ανεπτυγμένες οικονομίες. Οι προσδοκίες για πληθωρισμό χαμηλότερο του στόχου παγιώνονται και δίνουν ώθηση στα πραγματικά επιτόκια, περιορίζοντας την ικανότητα των κεντρικών τραπεζών να στηρίξουν την οικονομία μέσω συμβατικών μέτρων. Παράλληλα, διογκώνονται τα προβλήματα που δημιουργούνται σε περιβάλλον υπερβολικά χαμηλών επιτοκίων. Η Oxford Economics δίνει πιθανότητες 60% στο σενάριο του χαμηλοπληθωρισμού.

Πληθωρισμός κοντά στο στόχο της ΕΚΤ: Η διατήρηση του γενικού επιπέδου τιμών κοντά στο 2% ή και ελαφρώς υψηλότερα. Είναι το σενάριο κατά το οποίο η εξομάλυνση των συνθηκών στην οικονομία θα επιτρέψει στην ΕΚΤ να σταματήσει το QE και να προχωρήσει σε σταδιακή αύξηση των επιτοκίων για πρώτη φορά από το 2011. Πιθανότητες 15%.

Πληθωρισμός πολύ πάνω από τον στόχο: Στο σενάριο που το επίπεδο των τιμών διατηρείται για καιρό πολύ πάνω από το 2%, ο στόχος χάνει την αξία του ή/και εγκαταλείπεται. Ο υψηλός πληθωρισμός ενισχύει τις πληθωριστικές προσδοκίες και οδηγεί σε άνοδο τα επιτόκια και τις αποδόσεις των ομολόγων. Πιθανότητα 5%.

Μετά την κρίση του 2008-09 η ΕΚΤ προσπαθεί ανεπιτυχώς να διατηρήσει τον πληθωρισμό «κοντά στο 2% αλλά ελαφρώς χαμηλότερα» που είναι ο επίσημος στόχος που αναφέρεται στο καταστατικό της. Έχει αποτύχει δηλαδή να φέρει εις πέρας τη βασική της αποστολή. Ο αντίλογος είναι πως η ευρωπαϊκή οικονομία δεν έχει ηρεμήσει από το 2008 και μετά. Μία η παγκόσμια κρίση, μία η κρίση χρέους, μία η ελληνική κρίση, δεν επέτρεψαν στη νομισματική πολιτική να παίξει τον πραγματικό της ρόλο και στην ουσία ο Ντράγκι είχε περισσότερο το ρόλο του πυροσβέστη-διασώστη και πολύ λιγότερο του κεντρικού τραπεζίτη που προσπαθεί να ελέγξει το επίπεδο των τιμών.

AP Photo/Michael Probst