Η Ισλανδία διαθέτει επαρκή δημόσια υποστήριξη για την επανέναρξη των συνομιλιών ένταξης στην ΕΕ, δήλωσε η υπουργός Εξωτερικών Θόργκερντουρ Κατρίν Γκούναρσντότιρ στο POLITICO, ενόψει της επίσκεψης της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στο νησί.
Το ταξίδι της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής πραγματοποιείται τη στιγμή που η Ισλανδία εξετάζει τις συνέπειες ενός εμπορικού πολέμου μεταξύ των δύο μεγαλύτερων εμπορικών της εταίρων, σε συνδυασμό με τις πιέσεις από τις ΗΠΑ για ενίσχυση της άμυνας και τις απειλές της Ουάσιγκτον να προσαρτήσει τον βορειοατλαντικό γείτονά της, τη Γροιλανδία.
«Θα έλεγα ότι υπάρχει δημόσια στήριξη για την επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων», δήλωσε η Γκούναρσντότιρ. Πρόσθεσε ότι η επανέναρξη των συνομιλιών ένταξης είναι «ζωτικής σημασίας όσον αφορά τη γεωπολιτική κατάσταση» και υπενθύμισε ότι η Ισλανδία είχε ήδη προχωρήσει «αρκετά βαθιά στη διαδικασία των διαπραγματεύσεων» κατά τον προηγούμενο γύρο συνομιλιών το 2010–2013.
Η φιλοευρωπαϊκή κυβέρνηση συνασπισμού της Ισλανδίας έχει δεσμευτεί να προχωρήσει σε δημοψήφισμα για την επανεκκίνηση των συνομιλιών ένταξης στην ΕΕ έως το 2027, καθώς οι διαπραγματεύσεις είχαν διακοπεί το 2013 από προηγούμενη δεξιά κυβέρνηση.
Η Γκούναρσντότιρ, η οποία είναι επίσης αρχηγός του φιλοευρωπαϊκού κόμματος Μεταρρύθμιση (Reform), δήλωσε ότι «εμπιστεύεται το έθνος και τον λαό της Ισλανδίας να αποφασίσουν να συνεχίσουν» και ότι «ελπίζει πως οι πολίτες θα πουν ναι». Πρόσθεσε πως θα ήθελε να «επιταχύνει τη διαδικασία» εάν το κοινό ψηφίσει υπέρ της επανέναρξης των συνομιλιών, αλλά αναγνώρισε ότι «ευαίσθητα, φορτισμένα» ζητήματα όπως η αλιεία, η γεωργία και η ενέργεια θα αποτελέσουν αγκάθια σε οποιαδήποτε μελλοντική διαπραγμάτευση.
Η Ισλανδία είναι ήδη μέλος της ζώνης Σένγκεν για την ελεύθερη κυκλοφορία και αποτελεί εδώ και καιρό μέλος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση νωρίτερα φέτος, το 58% των Ισλανδών υποστηρίζει τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για το αν πρέπει να ξαναρχίσουν οι συνομιλίες ένταξης - ωστόσο, η υποστήριξη για ένταξη στην ΕΕ είναι χαμηλότερη, με μόλις 45% υπέρ, 35% κατά και 20% αναποφάσιστους.
Η φον ντερ Λάιεν πρόκειται να συναντηθεί με την πρωθυπουργό της χώρας, Κρίστρουν Φροσταντότιρ, και να επισκεφθεί τη στρατηγικής σημασίας αεροπορική βάση του Κεφλάβικ, η οποία χρησιμοποιείται από το ΝΑΤΟ για στρατιωτικές ασκήσεις.
Η επίσκεψή της «υπογραμμίζει τις καλές σχέσεις μεταξύ Ισλανδίας και ΕΕ, καθώς και την πρόθεσή μας να εμβαθύνουμε τη συνεργασία αυτή στο παρόν και στο προσεχές μέλλον», δήλωσε η Γκούναρσντότιρ, ανεξάρτητα από το αν η Ισλανδία ενταχθεί τελικά στην ΕΕ.
Αύξηση αμυντικής συνεργασίας, αλλά χωρίς στρατό
Η Ισλανδία, ως το μοναδικό μέλος του ΝΑΤΟ χωρίς τακτικό στρατό αλλά με στρατηγικά σημαντική τοποθεσία στον Βόρειο Ατλαντικό, κατέχει ιδιαίτερη θέση στη Συμμαχία - ιδιαίτερα καθώς ο Αμερικανός πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ, πιέζει τα κράτη-μέλη να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες.
Παρόλο που «δεν υπάρχουν σχέδια» για δημιουργία τακτικού στρατού, η Ισλανδία είναι «πολύ σοβαρή όσον αφορά την ενίσχυση της αμυντικής συνεργασίας», δήλωσε η Γκούναρσντότιρ, η οποία είναι επίσης υπεύθυνη για τη νέα στρατηγική άμυνας της χώρας.
Πρόσθεσε ότι η Ισλανδία, η οποία ήδη φιλοξενεί ασκήσεις του ΝΑΤΟ και παρέχει υποδομές και άλλες υπηρεσίες υποστήριξης, επιθυμεί να είναι «ένας σεβαστός και αξιόπιστος σύμμαχος, τόσο στο ΝΑΤΟ όσο και… στην ΕΕ».
Η επερχόμενη στρατηγική άμυνας θα περιλαμβάνει «περισσότερη υποστήριξη σε συμμαχικές επιχειρήσεις από το έδαφος της Ισλανδίας», ανέφερε η Γκούναρσντότιρ, περιλαμβάνοντας δράσεις στον κυβερνοχώρο και ενίσχυση εγχώριων δυνατοτήτων, όπως η εθνική ακτοφυλακή. Το κοινοβούλιο της χώρας αναμένεται να εγκρίνει το περιεχόμενο της στρατηγικής έως το φθινόπωρο.
Στο μεταξύ, ο βασικός στόχος της Ισλανδίας είναι να ικανοποιήσει το αίτημα του ΝΑΤΟ για δαπάνες ίσες με το 1,5% του ΑΕΠ της σε αμυντικούς στόχους, τόνισε η υπουργός.
Η Ουάσινγκτον πιέζει
Οι απειλές του Τραμπ να προσαρτήσει τη Γροιλανδία, άλλο ένα αρκτικό νησί με στρατηγική σημασία για την άμυνα, διαμορφώνουν το κλίμα για το μελλοντικό δημοψήφισμα της Ισλανδίας, με την ηγεσία της χώρας να δηλώνει ότι δεν θέλει οι συμπατριώτες της να ενταχθούν στην ΕΕ από φόβο.
Η Γκούναρσντότιρ δήλωσε ότι η κυβέρνηση «συνεχίζει να συζητά» τις κινήσεις της Ουάσινγκτον σχετικά με τη Γροιλανδία και «το πώς θα μας επηρεάσουν εδώ», αλλά τόνισε ότι δεν υπάρχουν «ενδείξεις» πως η πολιτική των ΗΠΑ απέναντι στην Ισλανδία θα αλλάξει. Υπογράμμισε επίσης ότι «δεν μπορεί να ληφθεί καμία απόφαση για λογαριασμό της Γροιλανδίας χωρίς τους Γροιλανδούς».
Παράλληλα, η χώρα της «ενισχύει τον διάλογο και τη σχέση τόσο με τις ΗΠΑ όσο και με την ΕΕ». Όπως είπε, η σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι ζωτικής σημασίας «για τη δική μας ασφάλεια, για την ασφάλεια στον Βόρειο Ατλαντικό και επίσης για τη Γροιλανδία».
Ωστόσο, η Γκούναρσντότιρ παραδέχθηκε ότι το ενδεχόμενο εμπορικού πολέμου μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ — των δύο σημαντικότερων εμπορικών εταίρων της Ισλανδίας είναι «πολύ ανησυχητικό». Ο Τραμπ έχει ήδη επιβάλει δασμούς 10% στην Ισλανδία, αλλά απέφυγε προς το παρόν πιο αυστηρά μέτρα.
Το Ρέικιαβικ δεν έχει άμεσα σχέδια για αντίποινα, δήλωσε η υπουργός Εξωτερικών. «Προς το παρόν, θέλουμε να έχουμε διάλογο με την αμερικανική κυβέρνηση».
Τόνισε όμως ότι, καθώς η ΕΕ διεξάγει συνομιλίες της τελευταίας στιγμής με την Ουάσινγκτον για την αποφυγή πλήρους εμπορικού πολέμου, οποιαδήποτε απάντηση από το μπλοκ των 27 χωρών «δεν θα πρέπει να περιλαμβάνει νέα εμπόδια ή περιορισμούς εντός του ΕΟΧ».
Καθώς η Γκούναρσντότιρ μιλούσε, ένα ηφαίστειο εξερράγη στο νοτιοδυτικό τμήμα του νησιού. Η υπουργός χαρακτήρισε την έκρηξη ως σημάδι ότι ήταν «μια πολύ καλή στιγμή» για την επίσκεψη της φον ντερ Λάιεν, και ως απόδειξη της «αντοχής και της ανθεκτικότητας, αλλά και της ευρηματικότητας» του ισλανδικού λαού στο ταραχώδες φυσικό τους περιβάλλον.