Επί χρόνια ο Αλεξάντερ Βούτσιτς επιχειρεί να διαφυλάξει την πολιτική ισορροπιών της Σερβίας μεταξύ αφ' ενός της Ρωσίας, με την οποία η χώρα συνδέεται με ισχυρούς πολιτισμικούς, διπλωματικούς και οικονομικούς δεσμούς, αλλά και με μία ιδιαίτερη συμπάθεια του ίδιου του Σέρβου προέδρου προς τον Βλαντιμίρ Πούτιν, και αφ’ ετέρου με την προοπτική ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η παραδοσιακά στενή σχέση Μόσχας-Βελιγραδίου ήλθε, ωστόσο, να δοκιμαστεί μετά την πληροφορία ότι η Σερβία εξάγει πυρομαχικά στην Ουκρανία, με τη Ρωσική Υπηρεσία Εξωτερικών Πληροφοριών (SVR) να κατηγορεί ευθέως το Βελιγράδι μέσω... δελτίου Τύπου ότι προδίδει τη μεταξύ τους παραδοσιακή φιλία.
Επισήμως, η Σερβία αποφεύγει να υποστηρίξει το Κίεβο στη σύγκρουση με τη Μόσχα και διακηρύσσει την ουδετερότητά της. Ωστόσο, σύμφωνα με την SVR, οι σερβικές αμυντικές βιομηχανίες έχουν αυξήσει τις προμήθειες πυρομαχικών προς την Ουκρανία. Η ρωσική υπηρεσία πληροφοριών υποστηρίζει ότι αυτό κατέστη δυνατό μέσω «τριγωνικών» σχημάτων στις εξαγωγές που αποσκοπούν στο να αποκρύπτουν τον πραγματικό προορισμό των όπλων. Σύμφωνα με την SVR, τα σερβικής κατασκευής πυρομαχικά εξάγονται ως κιτ σε χώρες του ΝΑΤΟ, όπου συναρμολογούνται πριν μεταφερθούν στην Ουκρανία. Τα εξαρτήματα αποστέλλονται κυρίως στην Τσεχία και τη Βουλγαρία, επιτρέποντας στο Κίεβο φαίνεται ότι λαμβάνει τα ολοκληρωμένα αμυντικά προϊόντα από χώρες του ΝΑΤΟ και όχι απευθείας από τη Σερβία.
Η SVR είχε καταγγείλει και τον περασμένο Μάιο την πρακτική αυτή, κατονομάζοντας σε έκθεσή της εμπλεκόμενες σερβικές βιομηχανίες. «Φαίνεται ότι η επιθυμία των Σέρβων κατασκευαστών όπλων και των προστατών τους να πλουτίσουν από το αίμα των αδελφών σλαβικών λαών έχει αναγκάσει αυτούς τους λαούς να ξεχάσουν εντελώς ποιοι είναι οι αληθινοί τους φίλοι και ποιοι οι εχθροί τους» ανέφερε. Οι Financial Times είχε αποκαλύψει πέρυσι τον Ιούνιο ότι σέρβικα πυρομαχικά αξίας 800 εκατ. ευρώ είχαν φτάσει έμμεσα στην Ουκρανία.
Η ρήξη αυτή στις σχέσεις του Βελιγραδίου με τη Μόσχα έρχεται σε κρίσιμη συγκυρία, καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση εντείνει τις πιέσεις της προς τη Σερβία για τολμηρές μεταρρυθμίσεις και απομάκρυνση του Βελιγραδίου από το άρμα της Ρωσίας, κάτι που τέθηκε ως τελεσίγραφο στον Σέρβο πρόεδρο τον περασμένο μήνα, κατά την επίσκεψη της επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ Κάγια Κάλας. Το μήνυμα που κόμιζε η Ευρωπαία αξιωματούχος ήταν ξεκάθαρο: «Είτε με την Ευρωπαϊκή Ένωση, είτε με τη Ρωσία». Όπως τόνισε, οι φιλοδοξίες της Σερβίας για ένταξη στην ΕΕ εξαρτώνται από την προθυμία της να δώσει προτεραιότητα στις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις έναντι των ιστορικών δεσμών της με τη Μόσχα.
Εξίσου ξεκάθαρο ήταν το μήνυμα που έστειλε και η Μόσχα μέσω της SVR, δηλαδή μέσω μίας υπηρεσίας πληροφοριών: «Σας παρακολουθούμε». Μία πρακτική μάλλον άκομψη για τα διπλωματικά ειωθότα.
Λίγο μετά, ακολούθησε και η επίσημη προειδοποίηση από τον εκπρόσωπο του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ: «Το θέμα αυτό τέθηκε κατά τη διάρκεια των επαφών μας με τους Σέρβους φίλους μας και οι Σέρβοι συνάδελφοί μας έδωσαν διευκρινίσεις και εγγυήσεις. Αναμένουμε ότι αυτό ισχύει και θα ισχύει. […] Σήμερα ακούσαμε δηλώσεις ότι λαμβάνονται άμεσα μέτρα για την αδειοδότηση εξαγωγών και άλλα παρόμοια. Γι' αυτό ας ελπίσουμε ότι αυτό δε θα επηρεάσει με κανέναν τρόπο τις καλές μας σχέσεις».
Η Μόσχα θεωρεί ότι με τις εξαγωγές πυρομαχικών η Σερβία τάσσεται στο πλευρό της Ουκρανίας, η οποία υποστηρίζεται από τη Δύση. Αυτό ερμηνεύεται από τη Μόσχα ως υπονόμευση της παραδοσιακής συμμαχίας και «προδοσία», με τα ρωσικά μέσα ενημέρωσης και τους Ρώσους αξιωματούχους να καταγγέλλουν εχθρική συμπεριφορά εκ μέρους των Σέρβων και παραβίαση της εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο παραδοσιακά φίλων λαών. Από τη σκοπιά της Ρωσίας, οι εξαγωγές όπλων δεν αποτελούν μόνο μια ουσιαστική συμβολή στην ενίσχυση του εχθρού, αλλά και μια συμβολική ευθυγράμμιση ενάντια στα ρωσικά συμφέροντα.
Το σερβικό παιχνίδι σε διπλό ταμπλό προσκρούει στην απαίτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αποσαφηνίσει η κυβέρνηση τη στάση της σχετικά με την υποψηφιότητα για ένταξη στην ΕΕ. Οι Βρυξέλλες πιέζουν τη Σερβία να ευθυγραμμίσει την εξωτερική της πολιτική με τα δυτικά πρότυπα, συμπεριλαμβανομένων των κυρώσεων κατά της Ρωσίας και να υιοθετήσει μία ξεκάθαρη θέση σχετικά με τη σύγκρουση στην Ουκρανία.
Αυτή η πίεση θέτει τη Σερβία σε δύσκολη θέση. Από τη μία πλευρά, επιδιώκει να προωθήσει τη διαδικασία ένταξής της στην ΕΕ, η οποία υπόσχεται οικονομική ανάπτυξη και πολιτική σταθερότητα. Από την άλλη, αντιμετωπίζει αντιστάσεις στο εσωτερικό και την κοινή γνώμη που ευνοεί τη συνέχιση των στενών σχέσεων με τη Ρωσία. Οι απαιτήσεις της ΕΕ αμφισβητούν τον παραδοσιακό προσανατολισμό της εξωτερικής πολιτικής της Σερβίας και την αναγκάζουν να ακολουθήσει μια λεπτή πορεία μεταξύ Ανατολής και Δύσης.
Η υπόθεση περιπλέκεται περαιτέρω, καθώς οι αμυντικές βιομηχανίες είναι ένας σημαντικός εξαγωγικός κλάδος για τη Σερβία και οι εξαγωγές προς την Ουκρανία της αποδίδουν σημαντικά οικονομικά οφέλη, που έρχονται σε σύγκρουση με τις προσδοκίες της Ρωσίας για αμοιβαία εμπιστοσύνη, ιστορικούς δεσμούς και κοινά συμφέροντα.
Οι Σέρβοι συνδέονται με τους Ρώσους με την κοινή σλαβική καταγωγή, τον ορθόδοξο χριστιανισμό και την κοινή ιστορική πορεία. Η πολιτισμική ομοιότητα έχει καλλιεργήσει ένα αίσθημα αδελφοσύνης και αλληλεγγύης, τοποθετώντας συχνά τη Ρωσία ως προστάτη και σύμμαχο της Σερβίας σε περιόδους κρίσης. Καθ' όλη τη διάρκεια της Ιστορίας, η Ρωσία έχει υποστηρίξει τη Σερβία σε συγκρούσεις, όπως οι Βαλκανικοί Πόλεμοι και ο πόλεμος του Κοσσυφοπεδίου, ενισχύοντας το αφήγημα ενός κοινού πεπρωμένου και αντίστασης.
Στη Σερβία πολλοί πολίτες θεωρούν τη Ρωσία παραδοσιακό φίλο και αντίβαρο στη δυτική επιρροή. Η ρωσική γλώσσα, ο πολιτισμός και η ορθόδοξη πίστη έχουν βαθιά απήχηση στη σερβική κοινωνία, ενισχύοντας περαιτέρω τη συμμαχία. Με τους Σέρβους να κουβαλούν τα ιστορικά βάρη των ΝΑΤΟϊκών βομβαρδισμών και της απώλειας του Κοσόβου, θέματα που αγγίζουν ευαίσθητες εθνικές χορδές, ο Βούτσιτς επιλέγει να αποτρέπει τις πιέσεις της Δύσης, κυρίως για αναγνώριση της ανεξαρτησίας της πρώην σερβικής επαρχίας, διατηρώντας στενές σχέσεις με τη Ρωσία. Η Σερβία εξαρτάται εξάλλου από το ρωσικό φυσικό αέριο, με τη ρωσική Gazprom να ελέγχει βασικές υποδομές της χώρας.
Ωστόσο, αυτή η συναισθηματική κυρίως βάση των σερβο-ρωσικών σχέσεων αμφισβητείται όλο και περισσότερο από τις γεωπολιτικές πραγματικότητες που οδηγούν στην ανάγκη εμβάθυνσης των σχέσεων του Βελιγραδίου με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι εσωτερικές πολιτικές συγκρούσεις στη Σερβία περιπλέκουν περαιτέρω την κατάσταση, καθώς η χώρα είναι βαθιά διχασμένη όσον αφορά το όραμά της για το μέλλον. Οι βουλευτικές εκλογές του 2027 θα είναι καθοριστικές για τη διαμόρφωση της κατεύθυνσης της εξωτερικής πολιτικής της Σερβίας και των σχέσεών της με τη Ρωσία.
Το Σερβικό Προοδευτικό Κόμμα (SNS) υπό τον πρόεδρο Αλεξάντερ Βούτσιτς έχει ακολουθήσει μια πολιτική εξισορρόπησης των σχέσεων τόσο με τη Ρωσία όσο και με τη Δύση, με στόχο τη μεγιστοποίηση της στρατηγικής αυτονομίας της Σερβίας. Ωστόσο, η επιλογή αυτή γίνεται όλο και πιο επισφαλής. Τα φιλορωσικά συναισθήματα παραμένουν ισχυρά σε τμήματα του πληθυσμού και στα κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία επικρίνουν οποιαδήποτε μετατόπιση προς τη Δύση. Αντίθετα, οι φιλοευρωπαϊκές παρατάξεις υποστηρίζουν τη βαθύτερη ενσωμάτωση στην ΕΕ και την ευθυγράμμιση με τις πολιτικές της, συμπεριλαμβανομένης της Ουκρανίας.
Το αποτέλεσμα των εκλογών που θα πρέπει να διεξαχθούν το αργότερο σε δύο χρόνια θα επηρεάσουν σημαντικά τον τρόπο με τον οποίο η Σερβία θα αντιμετωπίσει τις γεωπολιτικές προκλήσεις, και κατά τους αναλυτές είναι πρόωρες οι εκτιμήσεις για την κυρίαρχη τάση μετεκλογικά όσον αφορά τις σχέσεις Ρωσίας-Σερβίας.