Πολιτική εναντίον οικονομίας στη Γαλλία
AP
AP
Κ. Λαβδας

Πολιτική εναντίον οικονομίας στη Γαλλία

Τον Απρίλιο 2022, ο Μακρόν έγινε ο πρώτος πρόεδρος στις δυο τελευταίες δεκαετίες που κατόρθωσε να επανεκλεγεί για δεύτερη θητεία. Το κατόρθωσε παρά το γεγονός ότι κινητοποίησε όχι μόνο τους ένθερμους υποστηρικτές αλλά και τους άσπονδους εχθρούς του. Είναι γεγονός ότι η ένταση της αντιπάθειας των αντιπάλων για τον Γάλλο πρόεδρο είναι ασυνήθιστη. Βεβαίως, όπως πολύ εύστοχα το είχε θέσει το 2022 ο Émeric Bréhier, κάθε Γάλλος πρόεδρος που επιχειρεί να επανεκλεγεί αντιμετωπίζει μια κατάσταση του τύπου «ένας εναντίον όλων»: τα όποια δεδομένα από τη θητεία του σε συνδυασμό με τις ιδιαιτερότητες του γαλλικού ημιπροεδρικού συστήματος επιτρέπουν τη στοχοποίηση με βέλη από όλες τις πλευρές.

Στην περίπτωση του Μακρόν, τα βέλη ήταν και τότε πολύ έντονα από παντού. Οι αριστεροί τον θεωρούσαν δεξιό, οι δεξιοί τον αντιμετώπιζαν ως κεντροαριστερό, ο Μελανσόν επέμενε ότι δεν εκπροσωπεί τα συμφέροντα του λαού, ενώ άλλοι τον χαρακτήριζαν λαϊκιστή.

Παρότι στις προεδρικές εκλογές του 2027 ο Μακρόν δεν μπορεί να είναι υποψήφιος, παραμένει και σήμερα ο βασικός στόχος. Το μείζον αίτημα τόσο στα αριστερά όσο και στα δεξιά του κέντρου παραμένει η παραίτηση του προέδρου και η είσοδος στη μετά Μακρόν εποχή. Η θέση του Μακρόν ως βασικού στόχου οφείλεται, φυσικά, κυρίως στην εσωτερική πολιτική διαμάχη και το μείγμα πολιτικών που, με διαφορετικούς πρωθυπουργούς, έχει προσπαθήσει να εφαρμόσει απέναντι σε δομές που αντιστέκονται. Οφείλεται όμως και στην ιδιαίτερα προβεβλημένη διεθνή παρουσία του σε μια περίοδο που ο ρόλος της Γαλλίας στις διεθνείς σχέσεις της Ευρασίας πέρασε από το στάδιο του πολύ σημαντικού στο στάδιο του δυνητικά καταλυτικού και πιέζεται, τώρα, να επιστρέψει, πάλι, σε πιο συμβατικές επιδόσεις.

Όσοι, με αφορμή την πολιτική κρίση στη Γαλλία, ανησυχούν για τις επιπτώσεις και τους κίνδυνους για την Ευρώπη, θα έπρεπε να αναρωτηθούν για το βαθμό στον οποίο οι ατέλειες, τα κενά και οι στρεβλώσεις της ευρωζώνης και η ανυπαρξία οικονομικής – πέραν της νομισματικής – ένωσης διαμορφώνουν συνθήκες που παραγάγουν κρίσεις ή, εν πάση περιπτώσει, συμβάλουν σε αυτές. Και, σε επόμενο βήμα, να αναλογιστούν ποια κράτη διαδραμάτισαν κεντρικούς ρόλους στην αποφυγή ή και την ακύρωση των προσπαθειών για μια οικονομική και πολιτική ένωση.

Ο Μπαρνιέ, πρωθυπουργός από τον Σεπτέμβριο μέχρι τον Δεκέμβριο 2024, επιδέξιος πολιτικός αλλά και πραγματικός γνώστης τόσο της γαλλικής όσο και της ευρωπαϊκής πολιτικής, απέτυχε να διατηρήσει τη στήριξη στον κυβερνητικό συνασπισμό. Ο Μπαϊρού, εμπειρότατος πολιτικός στη χριστιανοδημοκρατική παράδοση, απέτυχε επίσης.

Σε αναζήτηση πέμπτου πρωθυπουργού σε δυο χρόνια, ο πρόεδρος Μακρόν είχε τρεις επιλογές: τοποθέτηση νέου πρωθυπουργού (με διάφορα πιθανά σενάρια για το μέλλον του), προσφυγή σε βουλευτικές εκλογές και – το πιο απίθανο σενάριο – προσφυγή σε προεδρικές εκλογές. Επέλεξε πολύ γρήγορα την πρώτη, αλλά ενδέχεται να αποδειχθεί επανάληψη των προηγούμενων: ο Λεκορνύ, υπουργός του, θα μπορέσει να πετύχει εκεί που απέτυχαν οι προηγούμενοι; Σίγουρα ο νέος πρωθυπουργός θα έχει αντιμετωπίσει, από αύριο, ένα κύμα έντονων διαμαρτυριών και διαδηλώσεων.

Είναι γεγονός ότι το συνταγματικό πλαίσιο δεν υποχρεώνει τον πρόεδρο να αποδεχθεί τη συγκατοίκηση, αλλά η προσπάθεια να επιβάλλει πρωθυπουργούς της επιλογής του μπορεί να οδηγήσει – όπως έχει ήδη συμβεί επί Μακρόν – σε αστάθεια. Εάν ο πρόεδρος μπορούσε να συμφωνήσει για έναν υποψήφιο από τους σοσιαλιστές ή τους ρεπουμπλικάνους, οι πιθανότητες για την επιβίωση του νέου πρωθυπουργού θα ήταν αυξημένες. Εάν αναζητούσε υποψήφιο πέρα από το κόμμα του, ο Μακρόν θα μιλούσε στον Μπερνάρ Καζνέβ των σοσιαλιστών ή στον χαρισματικό ηγέτη του κεντροαριστερού ανεξάρτητου κόμματος Place Publique, Ραφαέλ Γκλυκσμάν, γιο του διακεκριμένου φιλοσόφου και δημόσιου διανοούμενου Αντρέ Γκλυκσμάν.  

Όμως η Εθνοσυνέλευση, μετά τις τελευταίες εκλογές, δεν παύει να είναι ταυτόχρονα κατακερματισμένη σε μικρά κόμματα και κυριαρχούμενη από συμμαχίες στα δεξιά της κεντροδεξιάς και στα αριστερά της κεντροαριστεράς. Σχεδόν πολωμένη, η σημερινή γαλλική πολιτική προμηνύει εντάσεις τόσο άμεσα όσο και για το 2027, τη χρονιά των επόμενων προεδρικών εκλογών.

Είναι γεγονός ότι το δημοσιονομικό άνοιγμα μεγαλώνει με εντυπωσιακό τρόπο τα τελευταία χρόνια. Είναι όμως επίσης γεγονός ότι η δραματική πρόταξη, από τον Μπαϊρού, του δημόσιου χρέους των 3,3 τρισ. ευρώ ως μείζονος σημασίας «εθνική απειλή» αποτελεί δίκοπο μαχαίρι: επισημαίνει το ζήτημα αλλά τελικώς απομακρύνει τη συζήτηση για την αντιμετώπισή του.

Δύσκολα διλήμματα που έρχονται  

Η γνώριμη πολιτικοποίηση της οικονομικής πολιτικής στη Γαλλία συνδυάζεται, εν προκειμένω, με ευρύτερες τάσεις στην Ευρώπη, σε ένα απρόβλεπτο και εν πολλοίς υβριδικό διεθνές περιβάλλον. Αντισυστημικές τάσεις είναι παντού παρούσες στην Ευρώπη. Παρά τις διαφοροποιήσεις, ενίοτε και τις αντιφάσεις, ορισμένες συνολικές επισημάνσεις για τον αντισυστημισμό είναι αναγκαίες. Πρώτον, η αριστερά δεν είναι σε θέση να αξιοποιήσει στοιχεία της τρέχουσας αντισυστημικής τάσης. Όμως ειδικά στη Γαλλία, στο δρόμο προς τις προεδρικές εκλογές του 2027, η αριστερά ενδέχεται ανακτήσει δυνάμεις, όπως σε ένα βαθμό έκανε στις πρόωρες βουλευτικές εκλογές του 2024, αν δεν διασπαστεί. Με δυο λόγια, η αριστερά στη Γαλλία μπορεί να περάσει στο προσκήνιο, αν η αριστερή συμμαχία διατηρηθεί εξελισσόμενη όμως παράλληλα περαιτέρω, πέρα από τον ανορθολογικό και αντιευρωπαϊκό ριζοσπαστισμό του Μελανσόν.         

Δεύτερον, οι παραλλαγές του ευρωσκεπτικισμού / αντιευρωπαϊσμού συνιστούν βασικά στοιχεία της αντισυστημικής συνιστώσας, αλλά οι διαφορές μεταξύ τους είναι σημαντικές και έχουν επιπτώσεις. Ως προς αυτή τη διάσταση, πολλά θα κριθούν από το μέλλον του Ρωσοουκρανικού πολέμου και τις επιτυχείς ή μη προσπάθειες οριοθέτησής του και αποφυγής γενικότερης ανάφλεξης.

Τρίτον, το στοιχείο του οικοσκεπτικισμού (που εκφράζεται με την αντίθεση στο μοντέλο επιμερισμού του κόστους της ενεργειακής μετάβασης) αποτελεί μια ακόμη κοινή συνιστώσα με συνεχώς αυξανόμενη σημασία, όπως επιμένω από χρόνια (https://www.liberal.gr/diethni-themata/poso-akraia-kai-poso-eniaia-einai-i-akrodexia-stin-eyropi). Προφανώς θεματικές όπως αυτή του μεταναστευτικού παραμένουν σημαντικές, όμως οι μεταλλάξεις της ατζέντας του χώρου που περιγράψαμε ως αντισυστημικό είναι σαφώς ταχύτερες και συνθετότερες από τις κυρίαρχες αναλύσεις.

Η Τέταρτη Γαλλική Δημοκρατία έπασχε από αστάθεια και κυβερνητικές κρίσεις. Με την Πέμπτη Γαλλική Δημοκρατία και το ημιπροεδρικό σύστημα υποτίθεται ότι αντιμετωπίστηκαν αυτές (και άλλες) αδυναμίες του προηγούμενου καθεστώτος. Όμως ο κατακερματισμός της Εθνοσυνέλευσης μετά την επιλογή του προέδρου να προσφύγει σε πρόωρες βουλευτικές εκλογές το 2024, μετά την κατακόρυφη άνοδο της Εθνικής Συσπείρωσης στις ευρωεκλογές, οδήγησε σε εκλογικές συμμαχίες που συντίθενται από πληθώρα κομματικών ομάδων. Είναι πολύ πιθανό ότι στο δρόμο προς τις προεδρικές εκλογές του 2027, θα συζητηθούν και προτάσεις για συνταγματικές αλλαγές, τόσο αναφορικά με το εκλογικό σύστημα όσο και σε σχέση με τις προεδρικές εξουσίες στον διορισμό του πρωθυπουργού.

Ο βαθύς γνώστης της γαλλικής πολιτικής, Καθηγητής Frédéric Sawicki, ενώ προφανώς επισημαίνει το ρίσκο του Μακρόν να στηριχθεί σε δικούς του, μειοψηφικούς πρωθυπουργούς υπογραμμίζοντας περαιτέρω τη γνωστή έλλειψη κουλτούρας συμβιβασμών στη γαλλική πολιτική, επιμένει παράλληλα ότι και ο ίδιος ο Μπαϊρού έχει σημαντικό μερίδιο ευθύνης. Λόγω σειράς σφαλμάτων που κατέστησαν αδύνατη τη διαμόρφωση θεσμικών διαλόγων με τους κοινωνικούς εταίρους και, επιπλέον, λόγω της αδυναμίας του να διαπραγματευτεί διεξοδικά με τις πολιτικές ομάδες της Εθνοσυνέλευσης, πριν καταφύγει σε μια κίνηση «πολιτικής αυτοκτονίας» ζητώντας ψήφο εμπιστοσύνης από ένα σώμα που γνώριζε ότι δεν επρόκειτο να τον στηρίξει, με την ηρωϊκή επίκληση της ανάγκης για άμεσες περικοπές 44 δισ. ευρώ (https://theconversation.com/why-frances-government-collapsed-again-and-what-macron-might-do-next-264940).        

Έχοντας κατακτήσει για δεύτερη φορά την προεδρία το 2022, ο Μακρόν ανέκτησε και πάλι την πρωτοβουλία με την προκήρυξη βουλευτικών εκλογών το 2024, αλλά κατέληξε σε μια εξαιρετικά κατακερματισμένη Εθνοσυνέλευση και, στη συνέχεια, επέλεξε να αποφύγει με κάθε τρόπο την αναζήτηση σεναρίων συγκατοίκησης. Σε απάντηση, η Εθνοσυνέλευση οδήγησε τελικά σε παραίτηση διαδοχικούς πρωθυπουργούς της επιλογής του. Ίσως η επιλογή του «δικού του» Λεκορνύ οδηγήσει σε νέα περιπέτεια, μετά από την οποία θα προκύψει, επιτέλους, το μεγάλο δίλημμα: αναζήτηση πρωθυπουργού σε άλλο πολιτικό χώρο η νέες βουλευτικές εκλογές;

Στη Γερμανία, για πρώτη φορά στην ιστορία της μεταπολεμικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας από το 1949, ένας υποψήφιος καγκελάριος απέτυχε, τον Μάϊο, να εκλεγεί με την πρώτη ψηφοφορία στην Κάτω Βουλή. Ο Μερτς εκλέχτηκε, τελικώς, με τη δεύτερη ψηφοφορία και διατηρείται στην καγκελαρία βάσει μιας εύθραυστης συμμαχίας της CDU/CSU με το SPD, ενώ όλες οι μετρήσεις κοινής γνώμης αναδεικνύουν την ασθενή θέση του.

Πόσο θα βοηθήσει τα κράτη – πυλώνες της Ευρώπης η προαναγγελθείσα αύξηση των εξοπλιστικών δαπανών με παράλληλη συμπίεση του κοινωνικού κράτους; Τομείς της γερμανικής βιομηχανίας αναμφίβολα θα ενισχυθούν, αλλά η πολιτική αστάθεια παραμονεύει και στο Βερολίνο. Σε τελική ανάλυση, αύριο ή μεθαύριο, τόσο η Γαλλία όσο και η Γερμανία θα βρεθούν μπροστά στην ανάγκη να αναλογιστούν τις ιστορικές ευθύνες τους απέναντι στο σκοτεινό παρελθόν και το αβέβαιο μέλλον της ηπείρου.

 

*Ο Κώστας Α. Λάβδας είναι Καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Έχει διατελέσει, μεταξύ άλλων, Senior Research Fellow στη London School of Economics και κάτοχος της Έδρας Ελληνικών και Ευρωπαϊκών Σπουδών «Κωνσταντίνος Καραμανλής» στη Fletcher School of Law and Diplomacy του Πανεπιστημίου Tufts στις ΗΠΑ.