Ο Τραμπ, ο Μπολσονάρο και οι «Αγανακτισμένοι» της Πλατείας Συντάγματος
AP
AP

Ο Τραμπ, ο Μπολσονάρο και οι «Αγανακτισμένοι» της Πλατείας Συντάγματος

Πόσο σημαντική απειλή για τη δημοκρατία είναι τα επεισόδια που σημειώθηκαν στην Βραζιλία από τους οπαδούς του Μπολσονάρο; Πώς σχετίζονται με την εισβολή στο Καπιτώλιο πριν δύο χρόνια; Και κοιτώντας πιο πίσω στα δικά μας, ποιες οι ομοιότητες με τους «Αγανακτισμένους» και την πολιορκία του ελληνικού κοινοβουλίου το 2011, όπου μέσα στη νύχτα φυγαδεύτηκαν βουλευτές από τον Εθνικό Κήπο;

Τα επεισόδια που σημειώθηκαν σε κυβερνητικά κτίρια στην Μπραζίλια ήταν λίγο - πολύ αναμενόμενα. Επί εβδομάδες διαδηλωτές είχαν κατασκηνώσει έξω από το αρχηγείο του Στρατού περιμένοντας μία στρατιωτική παρέμβαση πριν πάρει ξανά την προεδρική εξουσία ο Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα. Οι διαδηλωτές πίστευαν ότι οι εκλογές είχαν χαθεί από τον Μπολσονάρο με νοθεία. Στη Βραζιλία, μία χώρα βαθιά διχασμένη, η οποία είχε στρατιωτική διδακτορία επί 21 χρόνια μέχρι το 1985, η συμβολική μετάβαση της εξουσίας είναι σημαντική και ο Μπολσονάρο δεν εμφανίστηκε για την εγγυηθεί. Εν συνεχεία, υποστηρικτές του εισέβαλαν σε κυβερνητικά κτίρια για να πάρουν πίσω την εξουσία που θεωρούσαν ότι τους ανήκε.

Οι εικόνες οικίες. Παρόμοιες με την εισβολή στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου 2021, όταν ο Μπάιντεν ανέλαβε προεδρικά καθήκοντα μετά τον Τραμπ.

Για χρόνια ο ακροδεξιός Ζαΐρ Μπολσονάρο, όπως και ο Ντόναλντ Τραμπ, έχτιζε τον μύθο των κλεμμένων εκλογών. Στην τηλεόραση, στη σελίδα του στο facebook, έλεγε ότι αυτοί που καταμετρούν τις ψήφους κάνουν ό,τι θέλουν, ακόμη και ότι hackers προσπάθησαν να κλέψουν 12 εκατ. ψήφους από τον ίδιο στις εκλογές του 2018. Αμφισβητώντας σταθερά τα εκλογικά αποτελέσματα καλλιέργησαν στους οπαδούς τους μία γενικότερη αμφισβήτηση των δημοκρατικών θεσμών.

Αυτοί που υπηρετούν το «καθεστώς» δέχονταν και συνεχίζουν να δέχονται απειλές, όπως οι υπάλληλοι που είναι υπεύθυνοι για την εκλογική διαδικασία. Αυτοί οι οποίοι κάνουν αντιφασιστικές εκστρατείες, όσοι «παρακολουθούν» την ακροδεξιά, δέχονταν και δέχονται σωματικές επιθέσεις.

Τραμπ και Μπολσονάρο, δύο συνεργάτες με πολλές κοινές επικίνδυνες αντιλήψεις. Για χρόνια ο Τραμπ προσέγγιζε άλλους ακροδεξιούς αρχηγούς, σε χώρες όπως στην Ουγγαρία και στην Πολωνία προωθώντας την ακραία εσωτερική στρατηγική του. Οι σχέσεις του και η επιρροή του στην Βραζιλία -την 6 μεγαλύτερη χώρα στον κόσμο με 212 εκατ. κατοίκους και την πιο ισχυρή φωνή στη Νότια Αμερική – όπως και στο καθεστώς Μπολσονάρο, ήταν και παραμένει η πιο σημαντική. Δεν είναι λίγα άλλωστε όσα έχουν γραφτεί και για το ρόλο του στενού συνεργάτη του Τραμπ, Στίβεν Μπάνον, καθώς και του γιου του Ζαΐρ Μπολσονάρο, Εντούαρντο, ως προς την αμφισβήτηση των αποτελεσμάτων των εκλογών.

Για τα επεισόδια στη Βραζιλία είναι νωρίς να γίνει πλήρης αξιολόγηση – ο πρόεδρος Λούλα είπε ανοικτά ότι, εκτός των άλλων, θα διερευνήσει και από πού χρηματοδοτήθηκαν οι διαδηλώσεις. Στην Αμερική, ωστόσο, η έρευνα για την εισβολή στο Καπιτώλιο, έχει ολοκληρωθεί. Η Επιτροπή του Κογκρέσου, σε μία αναφορά 800 σελίδων για τα γεγονότα στις 6 Ιανουαρίου 2021, ρίχνει την ευθύνη πρωτίστως στον ίδιο τον Τραμπ. Στα πορίσματά της, προειδοποιεί ότι ο Τραμπ και άλλοι μπορεί να επαναλάβουν κάτι αντίστοιχο. «Η αποτυχία να τους αποδοθούν ευθύνες τώρα μπορεί εν τέλει να οδηγήσει σε μελλοντικές παράνομες προσπάθειες να ανατραπούν οι εκλογές μας  και με αυτόν τον τρόπο να απειλήσουν την ασφάλεια και την βιωσιμότητα της Δημοκρατίας μας», αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Τα αποτελέσματα των ενδιάμεσων εκλογών το 2022 δεν ήταν ευνοϊκά για τον Τραμπ και για τους υποστηρικτές- εκλεκτούς του - πολλοί από τους οποίους αμφισβητούν ανοικτά τα αποτελέσματα των προεδρικών του 2020.

Η ακραία ρητορική του Τραμπ  δεν είναι πρωτόγνωρη στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα. Από παλιά επίσης είχαν υπάρξει και τα ψέματα και οι θεωρίες συνομωσίας - είχε ακουστεί ακόμη και ότι οι Κλίντον ήταν κατά συρροή δολοφόνοι. Η τεχνολογική εξέλιξη και η μαζική χρήση του ίντερνετ, των κοινωνικών δικτύων και της καλωδιακής τηλεόρασης επέτρεψαν πλέον σε αυτή τη ρητορική να βρει μεγαλύτερη απήχηση.

Τραμπ και Μπολσονάρο χρησιμοποίησαν τα κοινωνικά δίκτυα για να προσεγγίσουν το κοινό τους. Όταν το youtube έκλεισε το λογαριασμό του Μπολσονάρο για μία εβδομάδα, επειδή έγραψε ότι η χρήση των φαρμάκων για τον covid σχετίζεται με το aids, εκείνος άνοιξε νέους λογαριασμούς σε ελεγχόμενα social media. Ο Ντόναλντ Τραμπ πλέον ποστάρει στη δική του πλατφόρμα «Truth Social».

Τα κοινωνικά δίκτυα χρησιμοποιούνται για να διασπείρονται σε παγκόσμια κλίμακα οι θεωρίες συνωμοσίας, ο «εχθρός» τους είναι φιλελεύθερος, παγκόσμιος και συχνά Εβραίος. Μέσα από αυτά τα δίκτυα ενώνονται οι αντί-εμβολιαστές, οι νεοναζί, οι πουτινιστές.

Η Γερμανία, όπου τον Δεκέμβριο έγιναν δεκάδες συλλήψεις ακροδεξιών και πρώην στρατιωτικών που σχεδίαζαν να εισβάλουν στη Βουλή και να ανατρέψουν τη Δημοκρατία, είναι η χώρα, ανάμεσα στις μη αγγλόφωνες χώρες, με τη μεγαλύτερη κοινότητα που ακολουθεί τις θεωρίες Quanon.

«Στο βαθμό που υπάρχει κίνδυνος, αυτός είναι η μίμηση – οι πολιτικοί να υπονομεύσουν τη δημοκρατία. Ο κίνδυνος δεν προέρχεται από τις διαμαρτυρίες αυτές καθ’ αυτές, αλλά από την εργαλειοποίησή του», αναφέρει στο Liberal ο Στάθης Καλύβας, καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, γυρνώντας στο αρχικό ερώτημα, κατά πόσο τα γεγονότα στη Βραζιλία, όπως παλαιότερα, η εισβολή στο Καπιτώλιο, αποτελούν απειλή για τη δημοκρατία.

Κοιτώντας πίσω στην Ελλάδα του 2011 και τις εικόνες των «Αγανακτισμένων» έξω από τη Βουλή, μπορεί οπτικά να έχουν ομοιότητες, στην ουσία τους όμως έχουν σημαντικές διαφορές. Οι κινητοποιήσεις του 2011 δεν έχουν «πατρότητα», όπως έναν Τραμπ ή έναν Μπολσονάρο. Έλαβαν χώρα την εποχή των μνημονίων και η κινητοποίηση ξεκίνησε από το facebook από αγνώστους, χωρίς κομματικό πρόσημο και δίχως συγκεκριμένα αιτήματα- ήθελαν να φύγουν όλοι και είχαν συνθήματα όπως «Να καεί, να καέι το μπου…@! η Βουλή».

Η πλατεία Συντάγματος φιλοξενούσε το «πάνω» και το «κάτω» πλήθος. Με τα λόγια του Νίκου Μαραντζίδη, όπως έγραψε στην Καθημερινή τον Μάιο του 2012 «Την ίδια στιγμή, πολιτικές δυνάμεις της άκρας δεξιάς και της άκρας αριστεράς όχι μόνο κολάκευαν αυτό το πλήθος, αλλά φρόντιζαν να το πλαισιώσουν οργανωτικά και ιδεολογικά.»…«Δύο πολιτικές δυνάμεις έδρασαν μέσα στο πλήθος «σαν το ψάρι στο νερό», όπως θα έλεγε ο πρόεδρος Μάο. Η μία ήταν η Χρυσή Αυγή…»… «Η αντισυστημική άκρα αριστερά, και ιδιαίτερα ο ΣΥΡΙΖΑ, υπήρξε η δεύτερη δύναμη που αξιοποίησε την οργή των «Αγανακτισμένων».

Ο αριστερός και δεξιός αντι-φιλελευθερισμός δημιούργησε τότε ένα αντί-προοδευτικό αντι - φιλελεύθερο κόμμα στα άκρα του πολιτικού φάσματος, τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.

Αντίθετα από αυτά που συνέβησαν στην Αμερική και στη Βραζιλία, όπου το πλήθος χειραγωγήθηκε από την εν αποδρομή εξουσία, εδώ, στην Ελλάδα, το πλήθος που απείλησε τη Βουλή το 2011, ίδρυσε ουσιαστικά τα αντι- φιλελέυθερα κόμματα, τα έστειλε στη Βουλή και μετά, για ένα μεγάλο διάστημα, στην εξουσία.