Η Amazon παρουσίασε χθες σχέδιο για την άμεση (από την ερχόμενη Δευτέρα) πρόσληψη 100.000 εργαζομένων για τις αποθήκες και την αλυσίδα παράδοσης προϊόντων στις Ηνωμένες Πολιτείες. Έλάβε την απόφασή της προκειμένου να ανταποκριθεί στην «έκρηξη» των αγορών οι οποίες πραγματοποιούνται μέσω Διαδικτύου, η οποία καταγράφεται ήδη και αναμένεται να ενταθεί το επόμενο διάστημα.
Η εταιρία του Τζεφ Μπέζος ανακοίνωσε, επίσης, ότι περιορίζει δραστικά ή ακόμη και αναστέλλει τις πωλήσεις και παραδόσεις ειδών που δεν θεωρούνται πρώτης ανάγκης, σε μια προσπάθεια να ανταποκριθεί στην τρομακτική ζήτηση που υπάρχει γι' αυτά, τόσο στις ΗΠΑ όσο και σε ολόκληρο τον πλανήτη. Προχωρεί, όπως η ίδια σημειώνει, σε επανακατηγοριοποίηση των προϊόντων της με βάση τις νέες προτεραιότητες, με σκοπό «την παραλαβή, αναπλήρωση και αποστολή τους στους καταναλωτές σε όσο το δυνατόν πιο σύντομο χρόνο».
Κέρδη και ζημιές
Είναι δε σίγουρο ότι τα εκατομμύρια των εταιριών οι οποίες δραστηριοποιούνται στον κλάδο του ηλεκτρονικού εμπορίου διεθνώς, έστω κι αν δεν μπορούν να συγκριθούν με την Amazon, δέχονται ανάλογες πιέσεις και αναγκάζονται να αναπροσαρμόσουν και να διευρύνουν τη λειτουργία τους. Δεν χωράει, μάλιστα, αμφιβολία ότι στο τέλος του έτους, όταν (όπως όλοι ελπίζουν) θα έχουν περάσει τα χειρότερα, ο τζίρος και συνολικά τα αποτελέσματά τους θα είναι πολύ καλύτερα σε σύγκριση με τις αρχικές προβλέψεις τους.
Την ίδια στιγμή, στη μία χώρα μετά την άλλη, τα παραδοσιακά εμπορικά καταστήματα – πλην σούπερ μάρκετ, φαρμακείων και ορισμένων ειδικών κατηγοριών – βάζουν λουκέτο για πολλές εβδομάδες λόγω κορονοιού. Όσο σύντομα, λοιπόν, και αν επανέλθουν στην περίφημη «κανονικότητα» όσες εταιρίες εξακολουθούσαν να λειτουργούν με την παραδοσιακή μέθοδο, δηλαδή τη φυσική επαφή και παρουσία, είναι βέβαιο ότι θα γράψουν ζημιές για το ίδιο διάστημα, άλλα μικρότερες και άλλα μεγαλύτερες. Πολλά δε θα οδηγηθούν στην αναγκαστική χρεοκοπία – ή θα βρουν την ευκαιρία που αναζητούσαν εδώ και καιρό για να κλείσουν, χωρίς να υποστούν τις συνήθεις συνέπειες.
Η βραχυπρόθεσμη διαφορά ανάμεσα στις δύο παραπάνω κατηγορίες είναι προφανής. Το ερώτημα που τίθεται είναι εάν και κατά πόσο αυτή θα διατηρηθεί, θα εξαφανιστεί, θα περιοριστεί ή θα διευρυνθεί μετά το πέρας της κρίσης. Όταν, δηλαδή, τα παραδοσιακά μαγαζιά θα ανοίξουν ξανά τις πόρτες τους και οι υποψήφιοι πελάτες θα αρχίσουν και πάλι να κυκλοφορούν ελεύθεροι στους δρόμους και να εισέρχονται σε αυτά για να ψωνίσουν – όταν θελήσουν και έχουν τα χρήματα.
Όταν επιστρέψει η κανονικότητα...
Ένα πιθανό σενάριο είναι τα πράγματα να μην επανέλθουν ποτέ στην πρότερη κατάσταση – όπως, άλλωστε, συμβαίνει συνήθως με κάθε μεγάλη κρίση η οποία προκαλεί σεισμό σε οικονομίες και κοινωνίες, σε επιχειρηματικές πρακτικές και καταναλωτικές συνήθειες. Πολύ περισσότερο καθώς η επιβεβλημένη από τις συνθήκες λειτουργία της αγοράς έρχεται να επιταχύνει μια περίπου φυσική εξέλιξη, η οποία έχει ξεκινήσει εδώ και πολλά χρόνια.
Αυτό, πρακτικά, σημαίνει κάτι πολύ απλό για τις επιχειρήσεις και τους ιδιοκτήτες τους, ειδικά σε ορισμένους κλάδους: Οφείλουν να αποδεχθούν, πλέον, παρά τη νοσηλεία στην «εντατική» και το «οξυγόνο» που θα τους προσφέρουν κυβερνήσεις και τράπεζες το επόμενο διάστημα, αρκετές θα οδηγηθούν στο... μοιραίο, στον «θάνατο του εμποράκου».
Τα παραπάνω, όπως εύκολα μπορεί κανείς να καταλάβει, ισχύουν και για τον πολύπαθο κλάδο των ΜΜΕ – ο οποίος, εκτός των άλλων, αντιμετωπίζει εδώ και καιρό μια παράλληλη κρίση αξιοπιστίας. Όπως θα συμβεί και στους υπόλοιπους κλάδους, οι έχοντες την ευθύνη θα αποδείξουν πολλά στην κρίσιμη περίοδο που έρχεται.