Η εξαγγελία του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ για τη ναυπήγηση μιας νέας κατηγορίας θωρηκτών που θα φέρουν το όνομά του, της κλάσης Trump, επαναφέρει στο προσκήνιο τις χρόνιες αδυναμίες των αμερικανικών ναυπηγικών προγραμμάτων, αναφέρει σε ανάλυσή του το CNN.
Την ώρα που ο Λευκός Οίκος μιλά για «τη μεγαλύτερη ναυτική ισχύ όλων των εποχών», το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ δυσκολεύεται να παραδώσει εγκαίρως ακόμη και τα πλοία που ήδη προβλέπονται στον προϋπολογισμό.
Σύμφωνα με ενημερωτικό δελτίο του Ναυτικού, τα θωρηκτά κλάσης Trump φιλοδοξούν να είναι τα πιο ισχυρά πλοία επιφανείας που έχουν κατασκευαστεί ποτέ. Με μήκος έως 880 πόδια και εκτόπισμα 30.000–40.000 τόνων, θα είναι τα μεγαλύτερα πολεμικά πλοία των ΗΠΑ από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ξεπερνώντας κατά πολύ τα σημερινά αντιτορπιλικά Zumwalt των 15.000 τόνων.
Ο οπλισμός τους θα περιλαμβάνει υπερηχητικούς πυραύλους Κρουζ, 128 κυψέλες κάθετης εκτόξευσης, συμβατικά πυροβόλα και συστήματα λέιζερ, με τον Τραμπ να υποστηρίζει ότι θα είναι «100 φορές πιο ισχυρά» από τα ιστορικά θωρηκτά του παρελθόντος.
Ωστόσο, το σχέδιο σκοντάφτει σε σοβαρά εμπόδια. Δεν υπάρχει σαφές χρονοδιάγραμμα σχεδίασης ή κατασκευής, ενώ η αμερικανική ναυπηγική βάση χαρακτηρίζεται από καθυστερήσεις και υπερβάσεις κόστους. Ο ίδιος ο υπουργός Ναυτικού έχει παραδεχθεί ότι ακόμη και τα καλύτερα προγράμματα εμφανίζουν μεγάλες αποκλίσεις, με αποτέλεσμα την ακύρωση μικρότερων και λιγότερο σύνθετων σχεδίων, όπως οι φρεγάτες Constellation.
Καθοριστικό ζήτημα αποτελεί και το κόστος. Ένα αντιτορπιλικό Arleigh Burke κοστίζει περίπου 2 δισ. δολάρια, ενώ ένα θωρηκτό κλάσης Trump εκτιμάται ότι θα φτάνει τα 15 δισ. δολάρια. Παράλληλα, τα ναυπηγεία και το εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό δεν επαρκούν, γεγονός που θα απαιτούσε μαζικές επενδύσεις και προσλήψεις σε εθνικό επίπεδο.
Τέλος, παραμένει το επιχειρησιακό ερώτημα: μπορούν τόσο μεγάλα και ακριβά πλοία να επιβιώσουν σε ένα περιβάλλον κορεσμένο από πυραύλους και drones, όπως αυτό που διαμορφώνει η Κίνα; Πολλοί αναλυτές προειδοποιούν ότι η υπερσυγκέντρωση ισχύος σε λίγες πλατφόρμες ενδέχεται να αποδειχθεί στρατηγικό ρίσκο. Έτσι, το φιλόδοξο όραμα του Τραμπ μπορεί να σηματοδοτήσει είτε μια νέα εποχή ναυτικής υπεροχής είτε ένα δαπανηρό στοίχημα με αβέβαιο αποτέλεσμα.
Στο ευρύτερο γεωπολιτικό πλαίσιο, το σχέδιο Τραμπ εντάσσεται στην προσπάθεια των ΗΠΑ να απαντήσουν στη ραγδαία ναυτική ενίσχυση της Κίνας, η οποία επενδύει σε αριθμούς, ευελιξία και κορεσμό των αμερικανικών αμυντικών συστημάτων. Υποστηρικτές του προγράμματος εκτιμούν ότι τα θωρηκτά κλάσης Trump θα λειτουργήσουν αποτρεπτικά, προβάλλοντας ισχύ σε παγκόσμια κλίμακα.
Οι επικριτές, αντίθετα, προειδοποιούν ότι η εμμονή σε γιγαντιαία πλοία ενδέχεται να δεσμεύσει πολύτιμους πόρους, την ώρα που το μέλλον του ναυτικού πολέμου φαίνεται να ευνοεί τη διασπορά δυνάμεων, τα μη επανδρωμένα συστήματα και τις πιο οικονομικές, προσαρμοστικές λύσεις.
