Μπαράκ Ομπάμα: Ο Μέρντοχ τροφοδότησε την πόλωση στις δυτικές κοινωνίες
AP Photo/Patrick Semansky (Φωτογραφία αρχείου)
AP Photo/Patrick Semansky (Φωτογραφία αρχείου)

Μπαράκ Ομπάμα: Ο Μέρντοχ τροφοδότησε την πόλωση στις δυτικές κοινωνίες

Κατά του μεγιστάνα Ρούπερτ Μέρντοχ στρέφεται ο πρώην πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Μπαράκ Ομπάμα, υποστηρίζοντας ότι η αυτοκρατορία των μέσων ενημέρωσης που διαθέτει συνέβαλε στο διχασμό και την πόλωση των κοινωνιών της Δύσης μέσω μίας ειδησεογραφικής κάλυψης σχεδιασμένης έτσι ώστε «να κάνει τους ανθρώπους να θυμώνουν και να αγανακτούν».

Απευθυνόμενος σε κοινό 9.000 ατόμων στο Aware Super Theatre του Σίδνεϊ, ο Ομπάμα «συνένωσε» αναμνήσεις από τη διέλευσή του από την Αυστραλία ως παιδί με αιχμηρές παρατηρήσεις για τον σημερινό πολιτικό διάλογο και την άνοδο της Κίνας.

Ερωτηθείς από την πρώην υπουργό Εξωτερικών της Αυστραλίας και συντονίστρια της εκδήλωσης, Τζούλι Μπίσοπ, για την ιστορία του δικομματισμού στο πολιτικό σύστημα των ΗΠΑ, ο Ομπάμα αναφέρθηκε στην ευρέως ανδροκρατούμενη και «λευκή» σύνθεση του Κογκρέσου όταν ο ίδιος εξελέγη για πρώτη φορά στη Γερουσία των ΗΠΑ το 2004, και στις διαιρέσεις που παραμένουν, μεταδίδει σχετικά ο Guardian.

«Εδώ είναι τα καλά νέα για τις ΗΠΑ, ωστόσο. Δεν είμαστε τόσο πολωμένοι όσο φαινόμαστε. Το 60 με 65% της χώρας, ας το πούμε 70%, καταλαμβάνει έναν κόσμο που βασίζεται στην πραγματικότητα», είπε ο Ομπάμα χαμογελώντας. «Και αυτό ισχύει και στους Ρεπουμπλικανούς», προσέθεσε.

«Υπάρχει ένας άλλος παράγοντας που οδήγησε σε αυτή την πόλωση. Είναι παγκόσμιος, δεν ισχύει μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες, και είναι οι αλλαγές στα μέσα ενημέρωσης και η ιστορία που λέγεται στους ανθρώπους. Και υπάρχει ένας τύπος που ίσως γνωρίζετε, το μικρό του όνομα είναι Ρούπερτ, που ήταν υπεύθυνος για πολλά από αυτά», είπε ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ.

«Αλλά στην πραγματικότητα τελειοποίησε αυτό που είναι μια ευρύτερη τάση, η οποία είναι η έλευση της καλωδιακής [τηλεόρασης], του ραδιοφώνου και στη συνέχεια των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Η διάλυση του μονοπωλίου λίγων μέσων και των δημοσιογραφικών προτύπων που προέκυψαν από τη μεταπολεμική εποχή», σημείωσε.

Ο Ομπάμα εξέφρασε τη λύπη του για την αύξηση του αριθμού των ανθρώπων που παρακολουθούν μόνο ειδησεογραφικά μέσα με τα οποία αισθάνονταν ότι είναι ιδεολογικά ευθυγραμμισμένοι -συμπεριλαμβανομένων όσων ανήκουν στην προοδευτική πλευρά.

«Είναι πλέον μία ‘άγρια δύση’ και ένας κατακερματισμός των μέσων ενημέρωσης. Και αν το μόνο που κάνεις -στις ΗΠΑ είναι το Fox News, εδώ υποθέτω είναι το Sky, ό,τι κι αν είναι-, αν το μόνο που κάνεις είναι να παρακολουθείς μία πηγή ειδήσεων (και παρεμπιπτόντως, στην Αμερική, βλέπεις οι προοδευτικοί να λένε ‘λοιπόν, θα έχουμε τα δικά μας νέα και τη δική μας οπτική’), τότε δεν έχεις πια μία κοινή συζήτηση και μία κοινή ιστορία», επισήμανε.

«Και τα οικονομικά των μέσων, τα ‘κλικ’, βασίζονται πλέον στο ‘πώς θα τραβήξω την προσοχή σας’. Λοιπόν, ο ευκολότερος τρόπος για να τραβήξεις την προσοχή χωρίς να χρειάζεται να διαθέτεις πολλή φαντασία, σκέψη ή ενδιαφέροντα πράγματα να πεις, είναι απλώς να κάνεις τους ανθρώπους να θυμώνουν και να αγανακτούν, και να τους κάνεις να αισθάνονται σαν κάποιος να προσπαθεί να τα βάλει μαζί τους και να πάρει αυτό που είναι δικαιωματικά δικό τους», σημείωσε ο Ομπάμα προσθέτοντας ότι «μέσα σε όλο αυτό ρίχνεις και λίγο παλιομοδίτικο ρατσισμό και ξενοφοβία, σεξισμό και ομοφοβία»...

Ερωτηθείς στη διάρκεια της εκδήλωσης τι μετανιώνει περισσότερο από τα χρόνια της προεδρίας του, ο Ομπάμα αναφέρθηκε στην έλλειψη επαρκούς δράσης για τον έλεγχο της οπλοκατοχής στις ΗΠΑ. 

Ως προς την Κίνα, επισήμανε πως η ηγεσία της εκμεταλλεύτηκε το κενό στους διεθνείς κανόνες που προέκυψε μετά την αποχώρησή του από την εξουσία. Ο Ομπάμα ανέφερε πως επί προεδρίας του κατέβαλε μία συντονισμένη προσπάθεια να έλθει κοντά με «χώρες στην περιοχή [νοτιοανατολική Ασία] που δεν ήθελαν να διαλέξουν μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας, αλλά δεν ήθελαν να εκφοβίζονται από την Κίνα». 

Ο ίδιος εκτίμησε πως ο πρόεδρος της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, έκτοτε αποφάσισε ότι «για να εδραιώσει την εξουσία του εντός της Κίνας, θα ακολουθούσε μια πολύ πιο εθνικιστική στρατηγική και θα κατέστειλε ορισμένες από τις ελευθερίες που είχαν αρχίσει να αναδύονται εντός της Κίνας».