«Αδελφή χώρα» για το Πακιστάν η Τουρκία. Αφίσες καλωσορίσματος του Ερντογάν στο Ισλαμαμπάντ τον Φεβρουάριο του 2025.
Με στήριγμα τον Ερντογάν το Πακιστάν απέναντι στην Ινδία
AP Photo/Anjum Naveed
AP Photo/Anjum Naveed
«Αδελφή χώρα» για το Πακιστάν η Τουρκία. Αφίσες καλωσορίσματος του Ερντογάν στο Ισλαμαμπάντ τον Φεβρουάριο του 2025.

Με στήριγμα τον Ερντογάν το Πακιστάν απέναντι στην Ινδία

Τα ίχνη των σημερινών αδελφικών σχέσεων της Τουρκίας με το Πακιστάν και το μουσουλμανικό στοιχείο της ινδικής υποηπείρου χάνονται σε βάθος χρόνου, πολύ πιο πριν από την απόσυρση των Άγγλων από την Ινδία το 1947 και τη δημιουργία του πακιστανικού κράτους.

Η στενή στρατιωτική συνεργασία της Άγκυρας με το Ισλαμαμπάντ δεν περνά απαρατήρητη στο Νέο Δελχί. Ινδοί αναλυτές και μέσα ενημέρωσης έθεσαν εν μέσω της τελευταίας ανάφλεξης ερωτήματα σχετικά με την παρουσία τουρκικού πολεμικού πλοίου στο λιμάνι του Καράτσι και τις στρατιωτικές πτήσεις μεταξύ της Τουρκίας και του Πακιστάν.

Λίγες ημέρες μετά την τρομοκρατική επίθεση της 26ης Απριλίου, στην πόλη Παχαλγκάμ του υπό ινδική διοίκηση Κασμίρ, όπου δολοφονήθηκαν 26 τουρίστες, ήλθαν στη δημοσιότητα πληροφορίες ότι έξι τουρκικά μεταγωγικά αεροσκάφη μετέφεραν όπλα από την Τουρκία στο Πακιστάν. Πηγές του τουρκικού υπουργείου Άμυνας έσπευσαν να διαψεύσουν την πληροφορία, ισχυριζόμενες ότι μόνο ένα τουρκικό μεταγωγικό προσγειώθηκε στο Πακιστάν και εκείνο για ανεφοδιασμό προτού συνεχίσει την προκαθορισμένη πορεία του. Ερωτήματα προκάλεσε επίσης ο ελλιμενισμός της τουρκικής κορβέτας «Buyukada» στο Καράτσι. Το τουρκικό υπουργείο σε αυτή την περίπτωση δεν διέψευσε την παρουσία του πολεμικού πλοίου στο Πακιστάν, αλλά υποστήριξε ότι επρόκειτο για ολιγοήμερη παραμονή στον λιμένα στο πλαίσιο προγραμματισμένων επισκέψεων του σκάφους σε φιλικές χώρες στον Ινδικό Ωκεανό. 

Η Τουρκία, που συχνά αναφέρεται ως «αδελφή χώρα» στο Πακιστάν, επιβεβαίωσε και σε αυτή την περίπτωση την υποστήριξή της προς το Ισλαμαμπάντ, το οποίο ζητά διεθνή έρευνα και αρνείται οποιαδήποτε ευθύνη για την επίθεση του Παχαλγκάμ υποστηρίζοντας ότι θα μπορούσε να είναι προβοκάτσια. Η τρομοκρατική επίθεση αποδίδεται στο «Μέτωπο Αντίστασης», παρακλάδι της ισλαμιστικής οργάνωσης «Λασκάρ-ε-Ταΐμπα», οργάνωση που σύμφωνα με το Νέο Δελχί υποστηρίζεται από τις πακιστανικές υπηρεσίες πληροφοριών.

Ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, συνομίλησε με τον Πακιστανό πρωθυπουργό, Σαχμπάζ Σαρίφ, λίγες ώρες μετά την τρομοκρατική επίθεση, με τον τελευταίο να εκφράζει την ευγνωμοσύνη του για την «ακλόνητη υποστήριξη» της Τουρκίας, ιδίως στο ζήτημα του Κασμίρ.

Σε ανάλογο υφός με του προέδρου Ερντογάν ήταν και η γραπτή ανακοίνωση που εξέδωσε το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών αφότου ακολούθησαν τα ινδικά αντίποινα: «Η επίθεση που πραγματοποίησε η Ινδία χθες το βράδυ [6 Μαΐου] αυξάνει τον κίνδυνο ενός ολοκληρωτικού πολέμου. Καταδικάζουμε τέτοια προκλητικά βήματα, καθώς και τις επιθέσεις με στόχο αμάχους και μη στρατιωτικές υποδομές».

Οι σχέσεις των δύο χωρών και η στρατιωτική τους συνεργασία κορυφώθηκε τη δεκαετία του 1980, όταν στην μεν Τουρκία μεσουρανούσε το καθεστώς του πραξικοπηματία στρατηγού Κενάν Εβρέν και στο Πακιστάν ένα παρόμοιο καθεστώς υπό τον στρατηγό Μουχάμαντ Ζία ουλ Χακ. Η διεθνής απομόνωση των δύο δικτατόρων, αλλά κυρίως ο κομβικός ρόλος του έμπιστου συμμάχου των Ηνωμένων Πολιτειών που διαδραμάτιζαν εκείνη την εποχή ως ανάχωμα στην «κομμουνιστική απειλή» μεσούντος του Ψυχρού Πολέμου, έφερε τις δύο χώρες πιο κοντά. Περίπου μία δεκαετία αργότερα κυκλοφορούσαν πληροφορίες ότι οι Τούρκοι προσέγγισαν τον θεωρούμενο «πατέρα» του πακιστανικού πυρηνικού προγράμματος, Αμπντουλκαντίρ Χαν, σε μια προσπάθεια εξερεύνησης των δυνατοτήτων να αναπτύξουν το δικό τους πυρηνικό πρόγραμμα. 

Οι αδελφικοί δεσμοί της Άγκυρας με τους μουσουλμάνους της Ινδίας χρονολογούνται από την οθωμανική εποχή, όταν ο σουλτάνος έφερε ακόμη τον τίτλο του «χαλίφη» του Ισλάμ. Η επίκληση της ιδέας του πανισλαμισμού αποτέλεσε την άμυνα της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, του «μεγάλου ασθενούς» τον 19ο αιώνα, έναντι των βλέψεων των μεγάλων δυνάμεων, κυρίως κατά τη μακρόχρονη βασιλεία του σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ Β', ιδέα την οποία στήριξαν θερμά οι Ινδοί μουσουλμάνοι, που αργότερα ίδρυσαν το Πακιστάν. Η στήριξή τους αυτή μετατράπηκε στη συνέχεια σε αλληλεγγύη προς το τουρκικό εθνικό κίνημα στη διάρκεια του Μικρασιατικού Πολέμου εναντίον της Ελλάδας. 

Μετά την ανεξαρτησία του Πακιστάν το 1947, οι σχέσεις Άγκυρας-Ισλαμαμπάντ βελτιώθηκαν από κάθε άποψη. 

Υποστηρίζοντας το ομόθρησκο Πακιστάν στο ζήτημα του Κασμίρ, η Τουρκία φρόντιζε να φέρνει το πρόβλημα σχεδόν σε κάθε συνεδρίαση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, με εξαίρεση το 2024 επειδή, όπως εκτιμάται, ο Ερντογάν δεν ήθελε να προκαλέσει την οργή της Ινδίας, τη στήριξη της οποίας χρειαζόταν στα τότε σχέδια του για ένταξη στους BRICS. Ομοίως, το Πακιστάν ήταν μεταξύ των χωρών που υποστήριξαν την Τουρκία περισσότερο από κάθε άλλη στο Κυπριακό. 

Ο πιο ορατός τομέας προόδου στη συνεργασία Άγκυρας-Ισλαμαμπάντ είναι αδιαμφισβήτητα ο αμυντικός. Το 2001 υπογράφηκε μία συμφωνία-πλαίσιο στρατιωτικής συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών. Έκτοτε, συμφωνίες σε πολλούς τομείς, όπως η αμυντική βιομηχανία, η εκπαίδευση και οι κοινές ασκήσεις έχουν διαμορφώσει τη θεσμική υποδομή της στρατιωτικής συνεργασίας. 

Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο Πακιστάν, στις 12-13 Φεβρουαρίου φέτος, η συνεργασία στον τομέα της αμυντικής βιομηχανίας ήταν ένα από τα κύρια θέματα που συζητήθηκαν. Οι δύο ηγέτες αποφάσισαν να εμβαθύνουν τη συνεργασία στον τομέα αυτό και κατά τη συνάντησή τους στην Άγκυρα, στις 22 Απριλίου. Με τον Ερντογάν να στρέφει το βλέμμα του προς Ανατολάς, προφανώς το Πακιστάν αποκτά ιδιαίτερη θέση στη στρατηγική του.

Πιλότοι της πακιστανικής πολεμικής αεροπορίας εκπαιδεύονται από την Τουρκία και, μάλιστα, μετά την απόπειρα πραξικοπήματος του 2016 και τις εκκαθαρίσεις αξιωματικών στις οποίες προχώρησε ο Ερντογάν στις τάξεις της τουρκικής αεροπορίας, κυκλοφορούσαν στα μέσα ενημέρωσης πληροφορίες ότι το κενό καλύφθηκε από Πακιστανούς πιλότους.

Η Τουρκία έχει αναλάβει επίσης σημαντικά αμυντικά προγράμματα για την ενίσχυση του οπλοστασίου των χερσαίων, αεροπορικών και ναυτικών δυνάμεων του Πακιστάν. To 2018 υπέγραψε συμφωνία για την κατασκευή των νέων κορβετών του Πακιστάν -το πρόγραμμα προβλέπει τη ναυπήγηση τεσσάρων κορβετών κλάσεως Babur, οι δύο στην Κωνσταντινούπολη και οι δύο στο Καράτσι του Πακιστάν. Εκετελεί επίσης πρόγραμμα αναβάθμισης τριών πακιστανικών υποβρυχίων κλάσεως Agosta90B.

Παράλληλα, ολοκλήρωσε το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού 41 μαχητικών αεροσκαφών F-16 του Πακιστάν και προμηθεύει τουρκικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη Akinci και Bayraktar TB2. Την Παρασκευή η εκπρόσωπος του στρατού της Ινδίας δήλωσε ότι περίπου 300-400 τουρκικής κατασκευής μη επανδρωμένα αεροσκάφη επιχείρησαν την προηγούμενη νύχτα να εισέλθουν στην Ινδία παραβιάζοντας τα διεθνή σύνορα και τη «Γραμμή Ελέγχου» που χωρίζει στα δύο το Κασμίρ.

Το υπό σχεδιασμό τουρκικό μαχητικό αεροσκάφος πέμπτης γενιάς KAAN, το οποίο αναπτύσσεται από την Τουρκικής Αεροδιαστημική Βιομηχανία TAI, βρίσκεται επίσης στο «ραντάρ» του Πακιστάν. Πληροφορίες αναφέρουν ότι η Τουρκία και το Πακιστάν ετοιμάζονται να ιδρύσουν και να λειτουργήσουν από κοινού ένα εργοστάσιο για την παραγωγή του KAAN.

Το 2021, η Τουρκία και το Πακιστάν υπέγραψαν αμυντική συμφωνία για κοινή κατασκευή όπλων, ενώ το 2024 τουρκικές αντιπροσωπείες υψηλού επιπέδου επισκέφθηκαν το Πακιστάν για να διερευνήσουν την από κοινού ανάπτυξη πυραύλων αέρος-αέρος πέραν του οπτικού πεδίου (BVRAAM), όπως ο τουρκικός Gokdogan και ο πακιστανικός Faaz-2.

Σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Ινστιτούτου Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (SIPRI), το 10% των εξαγωγών όπλων της Τουρκίας μεταξύ 2020-24, πραγματοποιήθηκε προς το Πακιστάν. Οι εισαγωγές όπλων, πυρομαχικών και ανταλλακτικών του Πακιστάν από την Τουρκία ήταν 5,16 εκατομμύρια δολάρια το 2024, σύμφωνα με τη βάση δεδομένων COMTRADE των Ηνωμένων Εθνών για το διεθνές εμπόριο.

Πέραν της αμυντικής συνεργασίας, οι οικονομικές σχέσεις Τουρκίας-Πακιστάν απέκτησαν την τελευταία δεκαετία μία νέα δυναμική με την κλιμάκωση του παγκόσμιου ανταγωνισμού για τους εμπορικούς διαδρόμους. Οι διάδρομοι αυτοί, οι οποίοι ήταν πάντα ιστορικά σημαντικοί για την απόκτηση μεγαλύτερου μεριδίου στο παγκόσμιο εμπόριο και την αύξηση της επιρροής, προσέλκυσαν μεγαλύτερη προσοχή μετά την ανακοίνωση της πρωτοβουλίας «Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος» (Belt and Road Initiative, BRI) από την Κίνα το 2013.

Ένας από τους κεντρικούς διαμετακομιστικούς άξονες αυτής της πρωτοβουλίας είναι Οικονομικός Διάδρομος Κίνας-Πακιστάν (CPEC), ο οποίος ξεκινά από την Κίνα διασχίζει το Πακιστάν και μέσω των λιμανιών Καράτσι και Γκουαντάρ στο Πακιστάν καταλήγει στην Αραβική Θάλασσα. Η Κίνα εμβαθύνει τα τελευταία χρόνια τη συνεργασία της με το Πακιστάν ως απάντηση στην προσέγγιση της Ινδίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες και στις προσπάθειες παράκαμψής της. Ο ίδιος διάδρομος τέμνεται στο βόρειο τμήμα του με τον «Μεσαίο Διάδρομο που προωθεί η Τουρκία και το Αζερμπαϊτζάν ως μέρος του BRI. 

Απέναντι σε αυτά τα σχέδια της Κίνας, τα οποία στηρίζουν η Τουρκία και το Πακιστάν, προτάθηκε κατά τη Σύνοδο Κορυφής της G-20 στο Νέο Δελχί το 2023, ο Οικονομικός Διάδρομος Ινδίας-Μέσης Ανατολής-Ευρώπης (IMEC). Εν ολίγοις, τα στρατηγικά οικονομικά συμφέροντα της Τουρκίας και του Πακιστάν ταυτίζονται, συμπορευόμενα με εκείνα της Κίνας, έναντι των επιλογών των Ηνωμένων Πολιτειών και ευρύτερα του δυτικού μπλοκ, με το οποίο η Ινδία βρίσκεται στην ίδια πλευρά ιστορικών επιλογών και οικονομικών συμφερόντων.