Όταν το Ιράν πέρασε την «κόκκινη γραμμή» επιτιθέμενο για πρώτη φορά απευθείας στο Ισραήλ, βρήκε απέναντί του την αντιπυραυλική ασπίδα του Iron Dome και έναν συνασπισμό δυνάμεων που δεν «περιορίστηκε» στις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Βρετανία και τη Γαλλία, αλλά περιλάμβανε την Ιορδανία και τη Σαουδική Αραβία σε άμεσο ή έμμεσο ρόλο.
Και αυτή ήταν μία «επίσημη πρώτη», που ανεξαρτήτως των επί μέρους και περίπλοκων κινήτρων που κρύβονται πίσω της, εκπέμπει ένα σαφές σήμα που πρέπει να σταθμίσει καλά η Ισλαμική Δημοκρατία όταν αναγγέλλει μεν πως θεωρεί «λήξαν» το κεφάλαιο της Δαμασκού με την μαζικής κλίμακας-ελεγχόμενης ζημιάς επίθεση στο Ισραήλ, αλλά απειλεί με αντίποινα εφόσον υπάρξει συνέχεια από το Ισραήλ.
Τη μορφή και την κλίμακα της απάντησής της σταθμίζει με τη σειρά της η κυβέρνηση Νετανιάχου, έχοντας κληθεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες -που ξεκαθαρίζουν ότι δεν θα μετάσχουν σε αντίποινα κατά του Ιράν- και κυβερνήσεις διεθνώς να επιδείξει αυτοσυγκράτηση προς αποσόβηση του κινδύνου περιφερειακής ανάφλεξης.
Ζητείται αυτοσυγκράτηση δεδομένου ότι το Ισραήλ ήδη στην πράξη επέδειξε και απέδειξε την υπεροχή και αποτρεπτική ισχύ του με την κατάρριψη του 99% των εισερχόμενων drones και πυραύλων. Ωστόσο, δεν παύει το Ιράν να δημιούργησε μία νέα πραγματικότητα, πλήττοντας για πρώτη φορά στα χρόνια του σκιώδους πολέμου απευθείας από το έδαφός του το Ισραήλ και τρομοκρατώντας τους πολίτες του, και μένει να διαφανεί πού θα γείρει πλάστιγγα στο εσωτερικό της κυβέρνησης του Μπενιαμίν Νετανιάχου. H εικόνα παραπέμπει σε ένα ικανό μήνυμα αποτροπής, που δεν θα συνεπάγεται γενικευμένη ανάφλεξη.
Κατά γενική εκτίμηση, η Τεχεράνη «τόλμησε» περισσότερο απ’ όσο αναλυτές ανέμεναν χωρίς να αρκεστεί στους πληρεξουσίους της, όμως και πάλι σε «ελεγχόμενο» πλαίσιο προς αποφυγή μίας συντριπτικής απάντησης, και στρατιωτικής εμπλοκής και των ΗΠΑ. Το Ισραήλ από πλευράς του δεν απέκρουσε μόνο επιτυχώς μία πρωτοφανή ομοβροντία drones και πυραύλων προερχόμενη από ιρανικό έδαφος, αλλά «ξεγύμνωσε» και την περιφερειακή απομόνωση του Ιράν, που θα καταστεί ακόμα μεγαλύτερη εφόσον εμπλακεί σε ένα ανοιχτό πόλεμο.
Αραβικές χώρες αποτέλεσαν μέρος της αμυντικής ασπίδας που υψώθηκε για το Ισραήλ από τις Ηνωμένες Πολιτείες, με τη συνδρομή Βρετανίας και Γαλλίας. Εκεί όπου έχει καρφωθεί ιδιαίτερα η προσοχή του διεθνούς Τύπου μετά την εκδήλωση της ιρανικής επίθσης ήταν η Ιορδανία, η οποία άνοιξε τον εναέριο χώρο της σε ισραηλινά και συμμαχικά μαχητικά αεροσκάφη, ενώ και η Πολεμική Αεροπορία της κατέρριψε drones.
Κράτη του Κόλπου φέρονται να διαδραμάτισαν επίσης ρόλο, μαζί τους και η Σαουδική Αραβία, καθώς φιλοξενούν δυτικά συστήματα αεράμυνας, αεροσκάφη επιτήρησης και ανεφοδιασμού, ζωτικής σημασίας για την συντονισμένη επιχείρηση απόκρουσης της ιρανικής επίθεσης.
«Επίσημη πρώτη» ενός εύθραυστου συνασπισμού
«Αυτή ήταν η πρώτη φορά που ένας τέτοιος συνασπισμός συνεργάστηκε εναντίον της απειλής του Ιράν και των πληρεξουσίων του στη Μέση Ανατολή», δήλωσε ο εκπρόσωπος των Δυνάμεων Άμυνας του Ισραήλ (IDF) υποναύαρχος Ντάνιελ Χαγκάρι όταν έπαψαν να ηχούν οι σειρήνες αεράμυνας. Είναι ενδεχομένως ένα δείγμα γραφής, ένα πρότυπο για τις περιφερειακές σχέσεις αφότου ο πόλεμος λήξει, κατά ορισμένες ερμηνείες.
H Ιορδανία, η οποία έχει εμπλακεί σε τέσσερις πολέμους με το Ισραήλ από το 1947 έως το 1973, έσπευσε να εκδώσει ανακοίνωση χαρακτηρίζοντας τη στρατιωτική της δράση ως πράξη αυτοάμυνας, την ίδια στιγμή που στον ισραηλινό Τύπο επικροτούνταν ο ρόλος της και στον παλαιστινιακό χώρο ξεσήκωνε οργή και κατηγορίες ότι τάσσεται στο πλευρό του Ισραήλ, ενόσω μαίνεται η στρατιωτική επίθεση στη Γάζα.
Μη επανδρωμένα αεροσκάφη «που εισήλθαν στον εναέριο χώρο μας χθες το βράδυ αναχαιτίστηκαν επειδή αποτελούσαν απειλή για τον λαό μας και τις κατοικημένες περιοχές» ανέφερε η ανακοίνωση του Χασεμίτικου Βασιλείου.
Το Αμάν βαδίζει σε τεντωμένο σκοινί μεταξύ της στρατηγικής συμμαχίας του με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ -εταίρος σημαντικών οικονομικών σχέσεων- και της δέσμευσής του στην παλαιστινιακή υπόθεση. Περίπου ο μισός πληθυσμός της Ιορδανίας αποτελείται από Παλαιστίνιους πρόσφυγες και τους απογόνους τους.
Ο Εμίλ Χοκαγιέμ, διευθυντής του τμήματος Περιφερειακής Ασφάλειας και ανώτερος συνεργάτης του τμήματος για την Ασφάλεια στη Μέση Ανατολή στο Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών (IISS), επισημαίνει ότι η συμμετοχή της Ιορδανίας ήλθε εν μέρει «για να αποδείξει ότι είναι καλός εταίρος των Ηνωμένων Πολιτειών».
Ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, είχε χθες τηλεφωνική συνομιλία με τον βασιλιά της Ιορδανίας Αμπντάλα, ενόσω στο υπουργείο Εξωτερικών στο Αμάν καλούνταν ο Ιρανός πρεσβευτής προκειμένου να του επιδοθεί διαμαρτυρία για ανάμειξη στις εσωτερικές υποθέσεις της χώρας. Αιτία, τα όσα μετέδιδε την ώρα της επίθεσης το ιρανικό πρακτορείο Fars επικαλούμενο ιρανική στρατιωτική πηγή που ανέφερε ότι «παρακολουθούνται στενά οι κινήσεις της Ιορδανίας κατά τη διάρκεια των τιμωρητικών επιθέσεων, και, αν συμμετάσχουν σε οποιαδήποτε πιθανή ενέργεια υποστήριξης του Ισραήλ, θα γίνουν ο επόμενος στόχος».
Σαουδική Αραβία και realpolitik
Η αμερικανική διπλωματία επιχειρεί επί μακρόν να σφυρηλατήσει μία συμμαχία κατά του Ιράν στη Μέση Ανατολή, προς ομαλοποίηση των σχέσεων του Ισραήλ με τον αραβικό κόσμο και ενίσχυση της προοπτικής ειρήνευσης και επίλυσης του παλαιστινιακού ζητήματος. Με αυτή τη στόχευση, οι ΗΠΑ έχουν απορροφήσει ήδη από το 2021 το Ισραήλ στην περιοχή ευθύνης της Κεντρικής Διοίκησης των ΗΠΑ (CENTCOM), η οποία και επιβλέπει τις επιχειρήσεις στη Μέση Ανατολή και συνεργάζεται στενά με τους στρατούς των μετριοπαθών αραβικών κρατών.
«Σταθμό» αποτέλεσαν το 2023 οι Συμφωνίες του Αβραάμ, που καθιέρωσαν διπλωματικές σχέσεις μεταξύ του Ισραήλ και τεσσάρων αραβικών χωρών, και ως επόμενο βήμα προέβαλε η διαδικασία ομαλοποίησης με τη Σαουδική Αραβία. Ήταν η προοπτική που είχε έλθει πολύ κοντά προ της τρομοκρατικής επίθεσης της 7ης Οκτωβρίου, και την οποία επεδίωξε να τορπιλίσει το θεοκρατικό καθεστώς του Ιράν, όπως έχει ήδη παραθέσει το Liberal σε ανάλυση του Κωνσταντίνου Χαροκόπου.
Έως και σήμερα, και παρά τις «σεισμικές» δονήσεις που έχει προκαλέσει στον αραβικό κόσμο και διεθνώς η ανθρωπιστική διάσταση του ισραηλινού πολέμου κατά της Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας, η Τεχεράνη δεν έχει επιτύχει το σκοπό της. Η Σαουδική Αραβία επιδίδεται σε ασκήσεις ισορροπίας ανάμεσα στα δικά της συμφέροντα, τις διεθνείς συμμαχίες και την realpolitik όσον αφορά το μέτωπο της Γάζας.
Επιμένει να ζητά την άμεση κατάπαυση του πυρός, επικρίνει το Ισραήλ, αλλά το Ριάντ ακόμη ενδιαφέρεται να βελτιώσει τις σχέσεις του με το Τελ Αβίβ κατά τους αναλυτές· οι συνομιλίες με την Ουάσινγκτον φέρονται «αθόρυβα» να συνεχίζονται, ο Λευκός Οίκος διατηρεί ελπίδες για τη σφυρηλάτηση των σχέσεων Ισραήλ-Σαουδικής Αραβίας ως μέρος ενός μεταπολεμικού σχεδίου.
Η Ιορδανία είχε εξ αρχής αναγνωρίσει δημόσια την εμπλοκή της (ως κίνηση αυτοάμυνας) τη νύχτα της 14ης Απριλίου, όμως ήλθε χθες το δημόσιο τηλεοπτικό δίκτυο ΚΑΝ του Ισραήλ να επικαλεστεί πηγή της βασιλικής οικογένειας της Σαουδικής Αραβίας που φέρεται να παραδέχεται εμμέσως ότι και το βασίλειο των Σαούντ προσέφερε τη δική του συμβολή στην αποτροπή της ιρανικής επίθεσης. «Το συγκεκριμένο άτομο αναγνωρίζει διακριτικά τη φερόμενη εμπλοκή της Σαουδικής Αραβίας στην αποτροπή ιρανικών επιθετικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών με προορισμό το Ισραήλ, αναφέροντας ότι στον εναέριο χώρο της Σαουδικής Αραβίας αναχαιτίζεται αυτόματα 'κάθε ύποπτη οντότητα'», μετέδωσε το ΚΑΝ.
Ο αρχηγός Γενικού Επιτελείου του Ισραήλ, αντιστράτηγος Ερζί Χαλεβί, ευχαρίστησε την Κυριακή την CENTCOM για την κοινή αμυντική προσπάθεια. Τόσο η Ιορδανία, όσο και η Σαουδική Αραβία, βρίσκονται υπό την ομπρέλα της CENTCOM.
«Οι αραβικές χώρες ήρθαν σε βοήθεια του Ισραήλ για να σταματήσουν την επίθεση, επειδή καταλαβαίνουν ότι απαιτείται περιφερειακή οργάνωση κατά του Ιράν, διαφορετικά θα είναι οι επόμενοι στη σειρά», υπογράμμισε ο υποστράτηγος ε.α. Άμος Γιαντλίν, πρώην επικεφαλής της ΑΜΑΝ, της στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών των IDF. Από πλευράς του, ο Ισραηλινός υπουργός Άμυνας, Γιοάβ Γκάλαντ, δήλωσε κατόπιν συνομιλίας με τον Αμερικανό ομόλογό του, Λόιντ Όστιν, ότι η συνεργασία «ανέδειξε την ευκαιρία να δημιουργηθεί ένας διεθνής συνασπισμός και μια στρατηγική συμμαχία για την αντιμετώπιση της απειλής που συνιστά το Ιράν».