Η εντολή Μακρόν ξανά στον Λεκορνί και στο βάθος εκλογές
Christophe Simon, Pool via AP
Christophe Simon, Pool via AP

Η εντολή Μακρόν ξανά στον Λεκορνί και στο βάθος εκλογές

Η ύστατη, μάλλον απέλπιδα, προσπάθεια του Εμανουέλ Μακρόν να μην οδηγηθεί η Γαλλία σε πρόωρες βουλευτικές εκλογές είναι ο επαναδιορισμός του συμμάχου του Σεμπαστιάν Λεκορνί, με πηγές του Ελιζέ να αναφέρουν πως ο πρόεδρος δίνει «λευκή επιταγή» στον εντολοδόχο πρωθυπουργό για συμβιβασμούς και διαπραγματεύσεις επί του κυβερνητικού σχήματος και φέρεται επίσης να αποδέχθηκε τη μετάθεση της εφαρμογής σκέλους της επίμαχης συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης για μετά τις προεδρικές κάλπες του 2027.

Ο Σεμπαστιάν Λεκορνί αποδέχθηκε την πρόταση Μακρόν παρότι επί ημέρες διαμήνυε ότι θα παρέμενε «απλός στρατιώτης» κατόπιν της παραίτησής του. Δεδομένες είναι οι προτάσεις μομφής εκ μέρους Άκρας Δεξιάς και ριζοσπαστικής Αριστεράς με όλα τα κόμματα να βρίσκονται στην πραγματικότητα σε προεκλογικό «πυρετό». Την ίδια στιγμή, οι δημοσκοπήσεις επιβεβαιώνουν το καθαρό δημοσκοπικό προβάδισμα της Εθνικής Συσπείρωσης, με την Μαρίν Λεπέν να κάνει τώρα «άνοιγμα» στους Ρεπουμπλικανούς για ενδεχόμενη κυβερνητική συνεργασία αφότου στηθούν ξανά κάλπες.

Τα χρονικά περιθώρια για τον κρατικό Προϋπολογισμό του 2026 είναι ασφυκτικά: η προσεχής Δευτέρα αποτελεί την καταληκτική ημερομηνία για την κατάθεση του προσχεδίου στην Εθνοσυνέλευση, γεγονός που σημαίνει ότι η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να έχει ανακοινωθεί έως το βράδυ της Κυριακής. Όλο το βάρος (ξανα)πέφτει στον Λεκορνί, μετά την κατάρρευση, σε λιγότερο από 24 ώρες, της τελευταίας κυβέρνησής του - της πιο βραχύβιας στην πολιτική ιστορία της χώρας. Μια κυβέρνηση που «γκρεμίστηκε» εκ των έσω, με πρωταγωνιστές τους ίδιους τους συμπολιτευόμενους Ρεπουμπλικανούς. 

Εξαιρουμένων της Εθνικής Συσπείρωσης της Μαρίν Λεπέν και της Ανυπότακτης Γαλλίας υπό τον Ζαν-Λυκ Μελανσόν, που δεν έλαβαν πρόσκληση καθώς είχαν ήδη προαναγγείλει ότι θα καταψηφίσουν τα πάντα, επικεφαλής και εκπρόσωποι των πολιτικών κομμάτων προσήλθαν χθες σε συνομιλίες με τον Εμανουέλ Μακρόν, με το Μέγαρο των Ηλυσίων να κάνει λόγο σε λακωνική ανακοίνωσή του για την ανάγκη «συλλογικής ευθύνης». 

Απογοήτευση απηχούσαν οι δηλώσεις εκ μέρους των αριστερών κομμάτων μετά τη συνάντηση, με τον επικεφαλής των Σοσιαλιστών, Ολιβιέ Φορ, να αναφέρει πως ο Μακρόν δεν ήταν πρόθυμος να επιλέξει πρωθυπουργό από τον ευρύτερο πολιτικό τους χώρο και το Σοσιαλιστικό Κόμμα δεν εγγυάται πως θα στηρίξει τον νέο πρωθυπουργό και δεν θα καταψηφίσει τη νέα κυβέρνηση. «Δεν επιζητούμε τη διάλυση της Βουλής, αλλά δεν φοβόμαστε» ήταν η δήλωσή του. Εκ μέρους της Ανυπότακτης Γαλλίας έχει ήδη προαναγγελθεί η κατάθεση πρότασης μομφής κατά της κυβέρνησης την επόμενη εβδομάδα.

Στον απόηχο της έκτακτης σύσκεψης, το Ελιζέ εξέδωσε σύντομη ανακοίνωση στην οποία αναφέρει ότι πρωθυπουργός διορίζεται εκ νέου ο Σεμπαστιάν Λεκορνί, δίχως κάποια περαιτέρω αναφορά. Ο τελευταίος δήλωσε ότι από αίσθηση καθήκοντος αποδέχεται την αποστολή που του ανατέθηκε με στόχο να τερματιστεί η πολιτική κρίση και να επέλθει σταθερότητα προς όφελος των Γάλλων πολιτών και της χώρας, αναφέροντας επίσης με νόημα ότι οι φιλοδοξίες είναι θεμιτές, αλλά όσοι ενταχθούν στο κυβερνητικό σχήμα θα πρέπει να είναι αποδεσμευμένοι από αυτές εν όψει των προεδρικών εκλογών του 2027.

Η είδηση του επαναδιορισμού Λεκορνί δεν ήχησε καλά στα αυτιά των Ρεπουμπλικανών, κατά τον γαλλικό Τύπο, παρότι ο ίδιος άφησε να εννοηθεί ότι θα προταθεί ένα διαφορετικό, ανανεωμένο κυβερνητικό σχήμα. Οι Ρεπουμπλικανοί είναι εκείνοι που στην πραγματικότητα προκάλεσαν την πτώση-εξπρές του Λεκορνί αρνούμενοι τη συμμετοχή στην κυβέρνηση του «προδότη» Μπρουνό Λεμέρ, πρώην στελέχους τους που είχε προσχωρήσει στο κίνημα του Μακρόν και τον οποίο θεωρούν υπεύθυνο για τη δημοσιονομική εκτροπή επί θητείας του στο υπουργείο Οικονομικών.

Επιχειρώντας να αποφύγει λάθη των προκατόχων του Μπαρνιέ και Μπαϊρού, ο παραιτηθείς σύμμαχος του Μακρόν, Σεμπαστιάν Λεκορνί, είχε δεσμευτεί να μην καταφύγει στο επίμαχο Άρθρο 49.3 του Συντάγματος -τη λεγόμενη «πυρηνική επιλογή» για την παράκαμψη της Εθνοσυνέλευσης στην ψήφιση νόμων- προς όφελος συμβιβασμού, μιλώντας επίσης για διάλογο άνευ προϋποθέσεων. Στο επίκεντρο του διαλόγου αυτού, και των χθεσινών διαβουλεύσεων στο Ελιζέ, βρίσκεται σταθερά η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού, με την Αριστερά να αξιώνει -πέραν της επιλογής ενός πρωθυπουργού από τους κόλπους της -την αναστολή της μεταρρύθμισης-, και τους Ρεπουμπλικανούς από πλευράς τους να απορρίπτουν κάθε σχετικό ενδεχόμενο λόγω της ευάλωτης δημοσιονομικής κατάστασης της Γαλλίας.

Ο Μακρόν φέρεται κατά συνεργάτες του να δήλωσε μετά τις συνομιλίες στο Ελιζέ πως εξακολουθεί να πιστεύει πως υπάρχουν περιθώρια συμβιβασμού για την αποφυγή πρόωρων εκλογών. Στην πράξη ωστόσο οι πρόωρες εκλογές δείχνουν ολοένα και περισσότερο μονόδρομος για τον όλο και πιο αποδυναμωμένο και απομονωμένο, ακόμη και εντός του «στρατοπέδου» του, Εμανουέλ Μακρόν. Το ριψοκίνδυνο στοίχημα με τις πρόωρες εκλογές πέρυσι το καλοκαίρι, σε μία προσπάθεια να στήσει «ανάχωμα» στην Άκρα Δεξιά, άνοιξε αντίθετα τον Ασκό του Αιόλου με ένα κατακερματισμένο Κοινοβούλιο, τη μία κυβέρνηση να καταρρέει μετά την άλλη, τον Μακρόν να δέχεται πλέον έντονες εσωκομματικές επικρίσεις για τον τρόπο που έχει χειριστεί την πολιτική κρίση έκτοτε, και τις φωνές στην πολιτική σκηνή που ζητούν την παραίτηση του ίδιου από την προεδρία ολοένα να δυναμώνουν.

Μεσούσης της οικονομικής κρίσης, η εκ νέου προσφυγή στις κάλπες παραμονεύει σε κάθε βήμα και η εικόνα των δημοσκοπήσεων είναι κάθε άλλο παρά ενθαρρυντική. Τελευταία μέτρηση του Ινστιτούτου IFOP-Fiducial για τα μέσα Le Figaro, LCI και Sud Radio ήλθε να καταγράψει το πολύ μεγάλο προβάδισμα που διατηρεί η Άκρα Δεξιά των Λεπέν και Μπαρντελά και τη σχεδόν ισοπαλία του κεντρώου μπλοκ και των Ρεπουμπλικανών.

Η συγκεκριμένη δημοσκόπηση που διεξήχθη στις 8-10 Οκτωβρίου καταδεικνύει πως εάν οι βουλευτικές εκλογές διεξάγονταν σήμερα, η Εθνική Συσπείρωση (RN) θα ερχόταν πρώτη στον πρώτο γύρο με 36% των ψήφων. Μια ένωση της Αριστεράς (αλλά χωρίς τη Ανυπότακτη Γαλλία, LFI) θα συγκέντρωνε 19%, ακολουθούμενη από το Κεντρώο μπλοκ (Renaissance, Horizons, MoDem) με 13%, τους Ρεπουμπλικανούς (LR) με 11%), την Ανυπότακτη Γαλλία (LFI) με 8% και το Reconquête του Ερίκ Ζεμούρ με 3,5%.

Σε περίπτωση ένωσης της Αριστεράς, όπως στην εποχή του Νέου Λαϊκού Μετώπου (NFP), υποψήφιος που θα υποστηριζόταν από την Ανυπότακτη Γαλλία (LFI), το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα (PCF), το Σοσιαλιστικό Κόμμα (PS), τους Οικολόγους, την Place Publique του Ραφαέλ Γκλουκσμάν και το Génération.s, θα συγκέντρωνε 24%, πίσω από την Εθνική Συσπείρωση (35%), αλλά μπροστά από το Κεντρώο μπλοκ (14%) και τους Ρεπουμπλικανούς (12%).

Ταυτόχρονα με αυτά τα δημοσκοπικά δεδομένα ήλθε -για πρώτη φορά- το «άνοιγμα» Λεπέν για μία πιθανή συνεργασία με άλλα κόμματα εάν δεν εξασφαλίσει η Άκρα Δεξιά απόλυτη πλειοψηφία σε νέες εκλογές. Η Λεπέν μίλησε για μια πιθανή «συμφωνία διακυβέρνησης», έπειτα από βουλευτικές εκλογές, απευθυνόμενη πρακτικά στους Ρεπουμπλικανούς εκείνους που είναι διατεθειμένοι να αγνοήσουν το παραδοσιακό «υγειονομικό τείχος» που αποκλείει κάθε σύμπραξη με την Ακροδεξιά.

Η Μαρίν Λεπέν δεν έχει δώσει λεπτομέρειες για το πώς θα μπορούσε να οργανωθεί αυτή η στρατηγική «στρατολόγησης», ούτε έχει αναφερθεί στο πλαίσιο μιας μελλοντικής συμφωνίας· αν όσοι ενταχθούν θα παραμείνουν στην κοινοβουλευτική ομάδα των Ρεπουμπλικανών ή ποιο είναι το όριο εδρών από το οποίο ο Ζορντάν Μπαρντελά θα άνοιγε διαπραγματεύσεις, γράφει ο γαλλικός Monde. Σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο του Εθνικού Συναγερμού, Σεμπαστιέν Σενού, αυτό μπορεί να κυμαίνεται από μόνο μερικές έδρες έως 60.

Μέχρι στιγμής η Λεπέν περιοριζόταν να αποδέχεται μεμονωμένες «αποστασίες» βουλευτών, ακόμη και από το χώρο της Αριστεράς, αλλά πλέον φαίνεται να υιοθετεί ανοιχτά την πρόταση του Μπαρντελά, που απευθύνεται αποκλειστικά προς τη δεξιά. Μια τέτοια εξέλιξη θα επιτάχυνε την «αποσύνθεση» της παραδοσιακής δεξιάς, κληρονόμου του στρατηγού Ντε Γκωλ, σημειώνει η γαλλική εφημερίδα. Αυτή άλλωστε υπήρξε μακροχρόνια επιδίωξη της Λεπέν, όπως φάνηκε και τον Ιούνιο του 2024 με τη συμφωνία της με τον Ερίκ Σιοτί, τότε πρόεδρο των Ρεπουμπλικανών και νυν επικεφαλής της Ένωσης της Δεξιάς για τη Δημοκρατία (UDR).