Η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι Ηνωμένες Πολιτείες εξέδωσαν Κοινή Δήλωση, η οποία θεσπίζει ένα πλαίσιο για δίκαιο, ισορροπημένο και αμοιβαία επωφελές διατλαντικό εμπόριο και επενδύσεις. Η Κοινή Δήλωση επιβεβαιώνει και αναπτύσσει την πολιτική συμφωνία που επιτεύχθηκε στις 27 Ιουλίου μεταξύ της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.
Σύμφωνα με το δελτίου τύπου της ΕΕ, η δήλωση δεσμεύει τις δύο πλευρές να εργαστούν για την αποκατάσταση της σταθερότητας και της προβλεψιμότητας στις εμπορικές και επενδυτικές σχέσεις, προς όφελος επιχειρήσεων και πολιτών. Πρόκειται για το πρώτο βήμα σε μια διαδικασία που θα ενισχύσει το εμπόριο και θα βελτιώσει την πρόσβαση στις αγορές σε επιπλέον τομείς.
Οι διαπραγματεύσεις καθοδηγήθηκαν από τον επίτροπο Εμπορίου Μάρος Σέφτσοβιτς, με τους Αμερικανούς ομολόγους του, τον υπουργό Εμπορίου Χάουαρντ Λάτνικ και τον εκπρόσωπο Εμπορίου των ΗΠΑ Τζέιμισον Γκριρ.
Η νέα δασμολογική πολιτική των ΗΠΑ έναντι της ΕΕ προβλέπει ανώτατο όριο συνολικού δασμού 15% για τη μεγάλη πλειονότητα των ευρωπαϊκών εξαγωγών, συμπεριλαμβανομένων στρατηγικών κλάδων όπως τα αυτοκίνητα, τα φάρμακα, οι ημιαγωγοί και η ξυλεία. Για τα αυτοκίνητα και τα εξαρτήματά τους, το όριο αυτό θα ισχύει παράλληλα με διαδικασίες μείωσης δασμών εκ μέρους της ΕΕ.
Από 1η Σεπτεμβρίου, ορισμένες κατηγορίες προϊόντων, όπως το φελλό, τα αεροσκάφη και τα μέρη τους, τα φάρμακα και οι χημικοί πρόδρομοι, θα υπόκεινται μόνο σε δασμούς πλέον των υφιστάμενων όρων Πλέον Ευνοημένου Κράτους (MFN). Οι δύο πλευρές θα επιδιώξουν την επέκταση αυτού του καθεστώτος και σε άλλους τομείς.
Η ΕΕ και οι ΗΠΑ συμφώνησαν επίσης να συνεργαστούν για την αντιμετώπιση της υπερπαραγωγικής ικανότητας σε χάλυβα και αλουμίνιο και να διασφαλίσουν τις αλυσίδες εφοδιασμού τους.
Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν τόνισε ότι η συμφωνία διασφαλίζει εκατομμύρια θέσεις εργασίας στην Ευρώπη, αποφεύγει κλιμάκωση και προσφέρει νέα δυναμική στη διατλαντική συνεργασία.