Κάθε τρεις και λίγο, τα οικονομικά νέα από την Κίνα προσγειώνουν στην πραγματικότητα όσους πιστεύουν πως η κατάσταση της δεύτερης υπερδύναμης είναι ρόδινη. Για άλλη μία φορά φάνηκε πως η ιδιωτική κατανάλωση δεν μπορεί να σημειώσει αξιόλογη άνοδο και, κατ’ επέκταση, δεν έχει τη δύναμη να σηκώσει την οικονομία της χώρας και να μειώσει την εξάρτησή της από τις εξαγωγές.
Oι λιανικές πωλήσεις στη χώρα για τον Νοέμβριο ανέβηκαν κατά 1,3% σε σχέση με τον Νοέμβριο του 2024. Η επίδοση αυτή είναι πολύ χαμηλότερη από όλες τις εκτιμήσεις των οικονομολόγων που είχαν συμμετάσχει στη σχετική έρευνα του διεθνούς πρακτορείου, καθώς ο μέσος όρος τους προέβλεπε άνοδο των πωλήσεων κατά 2,9%.
Ακόμα χειρότερα, το 1,3% είναι η χαμηλότερη παρόμοια μέτρηση της τελευταίας πενταετίας. Σε έναν άλλο τομέα, τα πράγματα ήταν επίσης απογοητευτικά αφού οι επενδύσεις σε πάγια στοιχεία σημείωσαν μείωση κατά 2,6% για τους πρώτους 11 μήνες του 2025 σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα, κάτι που κατά πάσα πιθανότητα σημαίνει πως το 2025 θα σημειωθεί η πρώτη αρνητική ετήσια επίδοση από το 1998.
Χαμηλότερη του αναμενόμενου ήταν και η βιομηχανική παραγωγή για τον Νοέμβριο, η οποία ήταν αυξημένη κατά 4,8% από την περσινή αντίστοιχη περίοδο. Παρά το γεγονός πως ήταν χαμηλότερη από τις εκτιμήσεις των ειδικών, αυτή η επίδοση υπογραμμίζει την εξάρτηση της κινεζικής οικονομίας από τις εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων, αφού είναι προφανές πως η αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής δεν οφείλεται στην εγχώρια ζήτηση αλλά στο προϊόντα που στέλνονται στο εξωτερικό.
Όπως προκύπτει από αυτά τα οικονομικά στοιχεία, παρά τις κατά καιρούς δεσμεύσεις της ηγεσίας της χώρας για την εφαρμογή μίας οικονομικής πολιτικής που θα αποκαταστήσει την ισορροπία στο σύστημα, θα τονώσει τα εισοδήματα των πολιτών και θα μειώσει την ανάγκη των κινεζικών εργοστασίων να χρησιμοποιούν την πλεονάζουσα δυναμικότητά τους για να πλημμυρίζουν όλο τον υπόλοιπο κόσμο με τα προϊόντα τους, προς το παρόν δεν υπάρχει αποτέλεσμα.
Έτσι λοιπόν, η εικόνα της κινεζικής οικονομίας παραμένει προβληματική και πολύ επικίνδυνη για την παγκόσμια οικονομία. Τα εισοδήματα των πολιτών δεν αρκούν για να τους κάνουν να καταναλώσουν περισσότερο, η αγορά ακινήτων που ήταν κάποτε η ατμομηχανή της οικονομίας εξακολουθεί να είναι σε πολύ κακή κατάσταση φορτωμένη με τεράστιο δανεισμό, πολλές βιομηχανικές επιχειρήσεις δουλεύουν στην ουσία χωρίς κέρδη λόγω του ανελέητου ανταγωνισμού μεταξύ τους και η μόνη διέξοδος είναι οι εξαγωγές.
Αυτές οι εξαγωγές, σε «σκοτωμένες» μάλιστα τιμές, είναι ο μεγάλος κίνδυνος για την παγκόσμια οικονομία και το διεθνές εμπόριο, καθώς η πλημμυρίδα φθηνών προϊόντων (καλής μάλιστα ποιότητας) δυσκολεύει όλο και περισσότερο την κατάσταση για τις δυτικές βιομηχανίες οι οποίες χάνουν συνέχεια έδαφος με αποτέλεσμα και την χειροτέρευση της αγοράς εργασίας.
Τα πράγματα είναι μάλλον χειρότερα στην Ευρώπη, καθώς οι ΗΠΑ έχουν αρχίσει να αντιδρούν με την επιβολή δασμών και άλλων περιορισμών. Η υπερβάλλουσα παραγωγική δυναμικότητα της κινεζικής βιομηχανίας, με την στήριξη μάλιστα του κράτους, είναι μία από τις βασικότερες αιτίες της μεγάλης αναταραχής στο διεθνές εμπόριο, η οποία φέτος εκφράστηκε κυρίως από τους δασμούς Τραμπ αλλά σε επόμενα στάδια μπορεί να προκαλέσει παρόμοιες αντιδράσεις και από την Ευρώπη και όχι μόνο αυτή.
Είναι πολύ λογικό λοιπόν για τους διεθνείς επενδυτές να έχουν στο πίσω μέρος του μυαλού τους την κατάσταση της κινεζικής οικονομίας η οποία στην ουσία εξάγει αποπληθωρισμό στον υπόλοιπο κόσμο και απειλεί τις διεθνείς αγορές με δύο σημαντικούς κινδύνους. Αφενός το μαράζωμα του βιομηχανικού τομέα σε πολλές περιοχές της Δύσης και το μελλοντικό ξέσπασμα ενός εμπορικού πολέμου πολύ πιο ουσιαστικού από τις «πρόβες» που είδαμε νωρίτερα φέτος.
Οι απειλές από την Κίνα δεν σταματούν όμως εδώ. Ένα προχθεσινό αποκλειστικό ρεπορτάζ του Reuters ασχολήθηκε με το σχέδιο της κινεζικής ηγεσίας για την κατάκτηση της τεχνολογικής πρωτοπορίας στον τομέα των μικροεπεξεργαστών και τελικά της Τεχνητής Νοημοσύνης.
Όπως ανέφερε η Fanny Potkin που υπογράφει το ρεπορτάζ, ομάδες Κινέζων επιστημόνων έχουν ήδη καταφέρει να σημειώσουν μεγάλη πρόοδο στην κατασκευή μίας λιθογραφικής μηχανής που να φτάνει σε επιδόσεις αυτές των μηχανών της ολλανδικής ASML (ASML AMSTERDAM), η οποία εδώ και καιρό μονοπωλεί τον τομέα.
Αυτό δεν σημαίνει πως το κινεζικό μυστικό project έχει ήδη πετύχει τον σκοπό του, μας δείχνει όμως πως η χώρα έχει αποφασίσει να χτυπήσει γερά τις ΗΠΑ και τη Δύση στον τομέα που αυτή την περίοδο φέρνει το μεγαλύτερο μέρος της οικονομικής ανάπτυξης στις ΗΠΑ. Ακόμα και αν το πετύχει το 2030, όπως πιθανολογείται στο άρθρο του Reuters, θα πρόκειται για μία εξέλιξη που θα αλλάξει τις ισορροπίες στον τομέα της Τεχνητής Νοημοσύνης και θα θέσει σε κίνδυνο την κερδοφορία όλων των αμερικανικών εταιρειών του κλάδου των microchips που τώρα λειτουργούν σχεδόν σαν νομισματοκοπεία.
Αν οι επενδυτές στα χρηματιστήρια αρχίσουν να βάζουν και αυτό στο μυαλό τους και έναν τέτοιο κίνδυνο, τότε η χρηματιστηριακή συμπεριφορά των μετοχών που σχετίζονται με τον κλάδο της ΤΝ μπορεί να επηρεαστεί πολύ αρνητικά, σε μία στιγμή που ήδη εκφράζονται σημαντικοί φόβοι.
Είναι γνωστό πως ο τομέας της ΤΝ έχει βοηθήσει σημαντικά στην καλή πορεία των χρηματιστηρίων εδώ και τρία χρόνια και πολλοί αναλυτές και ειδικοί πιστεύουν πως αυτό θα συνεχιστεί για καιρό ακόμα. Πριν λίγες μέρες είχαμε φιλοξενήσει τις θετικές εκτιμήσεις για την ανάπτυξη του τομέα αυτού το 2026 (Τρεις μετοχές για το 2026 από τον γκουρού της τεχνολογίας | Liberal.gr), ενώ τα προχθεσινά νέα από την Micron Technology (MU NASDAQ) έδειξαν πως η ζήτηση για τον τομέα παραμένει πολύ ισχυρή.
Από την άλλη μεριά όμως, τους τελευταίους δύο μήνες η συμπεριφορά πολλών μετοχών που σχετίζονται με τον κλάδο δείχνει πως πολλοί επενδυτές είναι πλέον πολύ πιο διστακτικοί από πριν, καθώς προβληματίζονται από τον μεγάλο δανεισμό πολλών εταιρειών και από την πιθανότητα καθυστέρησης στην επίτευξη ισχυρής κερδοφορίας για την υγιή απόσβεση των πολύ μεγάλων επενδύσεων.
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό της αμερικανικής Oracle (ORCL NYSE), η οποία έχει δει την μετοχή της να πέφτει κατά 50% περίπου από τα υψηλά του περασμένου Σεπτεμβρίου και τους επενδυτές που της έχουν δανείσει δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια μέσω ομολογιακών εκδόσεων να αναζητούν προστασία μέσω της αγοράς CDS (Credit Default Swaps) για την πιθανότητα αδυναμίας εξυπηρέτησης του δανεισμού.
Αυτή τη στιγμή δεν φαίνεται πραγματικά πιθανή μία τέτοια εξέλιξη, τίποτα δεν μπορεί όμως να αποκλειστεί στο μέλλον αν σημειωθούν καθυστερήσεις στην κατασκευή των data centers ή κάποιοι πελάτες αλλάξουν γνώμη ή κάποιοι από τους υποψήφιους χρηματοδότες για τις επόμενες επενδύσεις (της Oracle ή και άλλων εταιρειών που ασχολούνται με την δημιουργία των υποδομών της ΤΝ) αποσυρθούν από το χρηματοδοτικό σχήμα.
Ο τομέας της Τεχνητής Νοημοσύνης αποτελεί το καύσιμο για την επιτάχυνση της ανάπτυξης της οικονομίας των ΗΠΑ και για την άνοδο των τιμών των μετοχών και των χρηματιστηριακών δεικτών. Αυτό μπορεί να είναι πολύ καλό αλλά από την άλλη συνιστά μεγάλο κίνδυνο για τις αγορές, καθώς οποιοδήποτε στραβοπάτημα στον τομέα θα τις κλονίσει ισχυρά.
Από την άλλη μεριά, η κατάσταση της οικονομίας της Κίνας προκαλεί πολλαπλούς κινδύνους για τα χρηματιστήρια, όπως είδαμε παραπάνω. Αν έπρεπε να βρούμε δύο «μπαμπούλες» για τα διεθνή χρηματιστήρια στην νέα χρονιά, η Τεχνητή Νοημοσύνη και η κινεζική οικονομία θα ήταν από τους πιο γερούς υποψήφιους.
