Πότε θα μειώσει ξανά τα επιτόκια η ΕΚΤ
Shutterstock
Shutterstock

Πότε θα μειώσει ξανά τα επιτόκια η ΕΚΤ

Παρά το γεγονός ότι η απόφαση για διατήρηση των επιτοκίων στα ίδια επίπεδα θεωρείται ειλημμένη, η σημερινή συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας μόνο «βαρετή» δεν αναμένεται να είναι. Και αυτό γιατί οι απόψεις που θα ακουστούν – και οι οποίες διίστανται - θα δείξουν και τις προθέσεις των επόμενων μηνών. Όλα αυτά λαμβάνουν χώρα σε μία συγκυρία που δεν υπάρχει σύμπνοια καθώς παρατηρείται το φαινόμενο ορισμένα στελέχη να προτάσσουν μόνο το συμφέρον της χώρας τους. 

Τα στελέχη της ΕΚΤ θα έχουν στα χέρια τους και τις νέες προβλέψεις των αναλυτών για την οικονομία και τον πληθωρισμό έως και το 2028, οι οποίες θα θέσουν τις βάσεις για τη συζήτηση των επόμενων εβδομάδων, ίσως και μηνών. 

Η Ίζαμπελ Σνάμπελ – μέλος του Δ.Σ και… πρόθυμη να αποτελέσει διάδοχο της Λαγκάρντ (αν και δεν γίνεται βάσει κανονισμών) – δήλωσε αυτή την εβδομάδα πως είναι πιθανότερο η επόμενη κίνηση της ΕΚΤ να είναι αύξηση και όχι μείωση των επιτοκίων. Σύμφωνα με τη Γερμανίδα, κορυφαίο μέλος της ομάδας των «γερακιών», υπάρχει κίνδυνος η ανάπτυξη και ο πληθωρισμός να ξεπεράσουν τις προσδοκίες. 

Όμως θεωρείται σχεδόν απίθανο να αντικατοπτριστεί έστω το κλίμα των δηλώσεων της Σνάμπελ στις επίσημες προβλέψεις της ΕΚΤ. 

Εκτιμάται ότι οι οικονομολόγοι της ΕΚΤ θα αναθεωρήσουν ελαφρώς προς τα πάνω την πρόβλεψη του Σεπτεμβρίου για πληθωρισμό 1,7% το 2026 και προς τα κάτω την πρόβλεψη για το 2027, θα παραμείνει δηλαδή κάτω από το 2% στη διετία. 

Γιατί θα διατηρηθούν αμετάβλητα τα επιτόκια; 

Από τη συνεδρίαση του Οκτωβρίου, τα οικονομικά στοιχεία που έχουν δημοσιευτεί δεν δικαιολογούν την περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής. Το ΑΕΠ γ’ τριμήνου ξεπέρασε τις προσδοκίες, ενώ οι δείκτες κλίματος αντανακλούν την ανθεκτικότητα της οικονομίας. Την ίδια ώρα, τα θεμελιώδη δεν έχουν αλλάξει, με του δασμούς να επηρεάζουν αρνητικά τις εξαγωγές, τις επενδύσεις να είναι υποτονικές εξαιτίας της αβεβαιότητας και την ανάπτυξη του 2026 να εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τη διάθεση του καγκελάριου Μερτς να ανοίξει τα σεντούκια και να ρίξει χρήμα στην αγορά. 

Ο πληθωρισμός έχει κινηθεί ανοδικά λίγο περισσότερο από τις προηγούμενες εκτιμήσεις της ΕΚΤ, ωστόσο η καθυστερημένη εφαρμογή του πλαισίου ETS2 για τους ρύπους αναμένεται να μεταθέσει περίπου 0,2 ποσοστιαίες μονάδες του εκτιμώμενου πληθωρισμού του 2027 προς το 2028, σύμφωνα με την ING. 

Τα ανωτέρω συνηγορούν, λοιπόν, στη διατήρηση του βασικού επιτοκίου στο 2%, με την Κριστίν Λαγκάρντ να δηλώνει κατά πιθανότητα στη συνέντευξη Τύπου ότι η ΕΚΤ βρίσκεται σε «πολύ καλή θέση». 

Δεν είναι τυχαίο ότι ο δικός μας Γιάννης Στουρνάρας, έχει ταχθεί κατά της προοπτικής νέας μείωσης των επιτοκίων στη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου, καθώς εκτιμά ότι η ΕΚΤ βρίσκεται σε σημείο ισορροπίας, έχοντας μειώσει το βασικό επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων στο 2%. Οι προθέσεις του Έλληνα κεντρικού τραπεζίτη έχουν ιδιαίτερη σημασία διότι είναι από τα παλιότερα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ. Παράλληλα, οι σταθερές του απόψεις όλα αυτά τα χρόνια τον έχουν αναδείξει σε κορυφαίο στέλεχος των «περιστεριών», χωρίς, ωστόσο, αυτό να σημαίνει ότι θα υποστηρίζει τις μειώσεις υπό οποιεσδήποτε συνθήκες. 

Θα δούμε νέα μείωση και αν ναι, πότε;

Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι ο Γ. Στουρνάρας έχει αναγνωρίσει ότι όλα δείχνουν υποχώρηση του πληθωρισμού και των ρυθμών ανάπτυξης, που σημαίνει ότι δεν αποκλείει νέα μείωση στην περίπτωση που οι συνθήκες το υπαγορεύσουν. 

Στο βασικό σενάριο των περισσότερων οίκων η ΕΚΤ θα διατηρήσει αμετάβλητα τα επιτόκια καθ’ όλη τη διάρκεια του 2026, ενώ αν πιστέψουμε τη «συντηρητική» Σνάμπελ, δεν αποκλείεται να δούμε ακόμα και αύξηση. Βέβαια, πληροφορίες αναφέρουν ότι οι απόψεις της Σνάμπελ δεν απολαμβάνουν την υποστήριξη της πλειοψηφίας. 

Το τι μέλλει γενέσθαι θα εξαρτηθεί κυρίως από τον πληθωρισμό. Η ING διαφωνεί με τη Σνάμπελ και «βλέπει» μείωση των επιτοκίων, ενδεχομένως προς τον Μάιο του 2026, καθώς οι νέες προβλέψεις θα δείχνουν ότι ο δείκτης τιμών καταναλωτή θα διατηρηθεί χαμηλότερος του 2% στον ορίζοντα πρόβλεψης. Σε εκείνο το σημείο, όταν δηλαδή το βασικό επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων υποχωρήσει στο 1,75%, θα κλείσει και το παράθυρο των μειώσεων, καθώς τα επεκτατικά δημοσιονομικά μέτρα αναμένεται να επαναφέρουν κάποια στιγμή τις πληθωριστικές πιέσεις, πιθανότατα όμως μέσα στο 2027 και όχι το 2026.