Αυτοί είναι οι Ρώσοι ολιγάρχες που έχουν μπει στο στόχαστρο ΗΠΑ και ΕΕ
Πόλεμος στην Ουκρανία

Αυτοί είναι οι Ρώσοι ολιγάρχες που έχουν μπει στο στόχαστρο ΗΠΑ και ΕΕ

Οι ΗΠΑ, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Μεγάλη Βρετανία απάντησαν στην ρωσική εισβολή στην Ουκρανία επιβάλλοντας κυρώσεις στους Ρώσους ολιγάρχες που θεωρούνται ότι βρίσκονται στον στενό κύκλο του Βλαντίμιρ Πούτιν.

Από το 2014 όταν η Μόσχα προχώρησε στην προσάρτηση της Κριμαίας και οι σχέσεις με ΗΠΑ και ΕΕ άρχισαν να χειροτερεύουν, ο Ρώσος πρόεδρος είχε προειδοποιήσει τους δισεκατομμυριούχους φίλους του για το ενδεχόμενο κυρώσεων από τη Δύση. 

Κάποιοι εξ αυτών άκουσαν τις συμβουλές του και διατήρησαν τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες στη Ρωσία. Κάποιοι άλλοι όμως συνέχισαν να επενδύουν τα δισεκατομμύρια τους σε πολυτελείς επαύλεις και ποδοσφαιρικές ομάδες, ενώ οι εταιρείες τους είχαν εισαχθεί στα ξένα χρηματιστήρια.

Μετά την 24η Φεβρουαρίου, όταν και ο ρωσικός στρατός εισέβαλε στην Ουκρανία, οι Ρώσοι ολιγάρχες προσπαθούν να διατηρήσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία εν μέσω των αυστηρότερων κυρώσεων που έχουν επιβληθεί στη σύγχρονη εποχή.

Το βρετανικό ραδιοτηλεοπτικό δίκτυο BBC παρουσιάζει τους επτά Ρώσους ολιγάρχες που έχουν μπει στο στόχαστρο των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αλισέρ Ουσμάνοφ 

Με περιουσία που εκτιμάται στα 17,6 δισ. δολάρια (16,07 δισ. ευρώ), σύμφωνα με το αμερικανικό περιοδικό Forbes, ο Αλισέρ Ουσμάνοφ δεν είναι μόνο από τους πλουσιότερους ανθρώπους στον κόσμο, αλλά ένας από τους πιο αγαπημένους ολιγάρχες του Πούτιν. Η ΕΕ περιγράφει τον πρώην επαγγελματία αθλητή της ξιφασκίας ως «επιχειρηματία-αξιωματούχο» που βοηθά τον πρόεδρο να επιλύσει όλα τα επιχειρηματικά του προβλήματα.

Ο γεννημένος στο Ουζμπεκιστάν Ουσμάνοφ, διευθύνει την USM Holdings, έναν τεράστιο όμιλo επιχειρήσεων που δραστηριοποιείται από τις εξορύξεις μέχρι τις τηλεπικοινωνίες (στις εταιρείες του συμπεριλαμβάνεται και η MegaFon, η δεύτερη μεγαλύτερη εταιρεία κινητής τηλεφωνίας στη Ρωσία).

Η ΕΕ ανακοίνωσε κυρώσεις εναντίον του στις 28 Φεβρουαρίου και ακολούθησαν ΗΠΑ και Ηνωμένο Βασίλειο. Ο Ουσμάνοφ έχει χαρακτηρίσει τις κυρώσεις «άδικες», υποστηρίζοντας ότι όλες οι κατηγορίες εναντίον του είναι ψευδείς.

Η USM Holdings ελπίζει ότι θα αποφύγει τις κυρώσεις της ΕΕ, καθώς ο Ουσμάνοφ κατέχει λιγότερο από το 50% των μετοχών της. Το σούπερ γιοτ του «Dilbar» (από το όνομα της μητέρας του), βρίσκεται για επισκευές στο λιμάνι του Αμβούργου και αντιμετωπίζει τον κίνδυνο της κατάσχεσης.

Στη Βρετανία, οι επενδύσεις του είναι κυρίως στον χώρο των ακινήτων. Στο Λονδίνο είναι ιδιοκτήτης του Beechwood House, μιας εξοχικής κατοικίας αξίας 65 εκατ. λιρών (78,5 εκατ. ευρώ) με κήπους στην καρδιά της βρετανικής πρωτεύουσας, ενώ έχει και μια έπαυλη στυλ Τυδώρ, το Sutton Place, στο Σάρεϊ. Η χρήση αμφοτέρων έχει «παγώσει» από τις βρετανικές Αρχές.

Ο επαγγελματικός του συνεταίρος Φαρχάντ Μοσίρι, είναι ιδιοκτήτης της Έβερτον και οι εταιρείες του Ουσμάνοφ (USM, MegaFon και Yota) ήταν σημαντικοί χορηγοί της αγγλικής ποδοσφαιρικής ομάδες, ενώ υπήρξαν αναφορές ότι η εμπλοκή του Ρώσου ολιγάρχη ήταν ακόμα μεγαλύτερη. Την περασμένη Τετάρτη, η Έβερτον ανακοίνωσε ότι ακυρώνει τη συνεργασία με τις συγκεκριμένες εταιρείες, ενώ ο Μοσίρι παραιτήθηκε από το διοικητικό συμβούλιο της USM.

Ρόμαν Αμπράμοβιτς

Από τους γνωστότερους Ρώσους ολιγάρχες λόγω της ενασχόλησής του με το ποδόσφαιρο και τις επιτυχίες της Τσέλσι, ο Ρόμαν Αμπράμοβιτς, δεν έχει ακόμα υποστεί ακόμα κυρώσεις, πιθανότατα λόγω του ότι ασκεί μικρότερη επιρροή στον Πούτιν συγκριτικά με άλλους συμπατριώτες του πολυεκατομμυριούχους. Το κατά πόσον ασκεί επιρροή στο Κρεμλίνο είναι υπό συζήτηση. Κάποιοι λένε ότι ο Ρώσος πρόεδρος απλά τον ανέχεται και κάποιοι άλλοι ότι οι δύο άνδρες έχουν στενή σχέση.

Ο Αμπράμοβιτς αρνείται κατηγορηματικά ότι διατηρεί στενούς δεσμούς με τον Πούτιν ή με το Κρεμλίνο, αλλά η περιουσία του που υπολογίζεται στα 12,4 δισ. δολάρια (11,3 δισ. ευρώ) καθίσταται ευάλωτη εάν του επιβληθούν κυρώσεις. Την περασμένη Τετάρτη ανακοίνωσε ότι σχεδιάζει να πουλήσει την Τσέλσι στην τιμή των 3 δισ. λιρών (3,6 δισ. ευρώ), ενώ η αξίας 150 εκατ. λιρών (181,2 εκατ. ευρώ) πολυτελής κατοικία του στο Κένσινγκτον του Λονδίνου φέρεται να είναι επίσης υπό πώληση.

Ο Αμπράμοβιτς άρχισε να βγάζει λεφτά τη δεκαετία του 1990 και υπήρξε ένας από τους πρώτους Ρώσους ολιγάρχες κατά τη διάρκεια της προεδρίας Γέλτσιν. Το μεγαλύτερο επίτευγμά του εκείνη την εποχή υπήρξε η εξαγορά της εταιρείας πετρελαιοειδών Sibneft σε πολύ χαμηλή τιμή. Στα περιουσιακά του στοιχεία περιλαμβάνονται η τρίτη μεγαλύτερη θαλαμηγός στον κόσμο, η «Eclipse», καθώς και ένα ακόμα μεγάλο γιοτ, το «Solaris», που βρίσκεται αγκυροβολημένο στην Βαρκελώνη.

Τα τελευταία χρόνια ο Αμπράμοβιτς έχει αρχίσει να αποτραβιέται από τη Βρετανία. Το 2018 αποφάσισε να μην υποβάλει αίτηση για ανανέωση της βίζας του, αλλά άρχισε να χρησιμοποιεί το νεοαποκτηθέν ισραηλινό του διαβατήριο για να επισκέπτεται το Λονδίνο. Και ενώ συνήθιζε να μην χάνει εντός έδρας αγώνα της Τσέλσι, πλέον σπάνια πηγαίνει στο «Στάμφορντ Μπριτζ».

Όλεγκ Ντεριπάσκα     

Όταν ο Πούτιν ανήλθε στην εξουσία, ο Όλεγκ Ντεριπάσκα, ήταν ήδη πλούσιος με περιουσία που είχε φτάσει στα 28 δισ. δολάρια (25,5 δισ. ευρώ), ενώ τώρα εκτιμάται στα 3 δισ. δολάρια (2,7 δισ. ευρώ).

Έφτιαξε την περιουσία του τη δεκαετία του '90 με δραστηριότητα στη βιομηχανία αλουμινίου. Σύμφωνα με τους Αμερικανούς, έχει εμπλακεί σε ξέπλυμα χρήματος, δωροδοκίες και εκβιασμούς, ενώ φέρεται να «διέταξε τη δολοφονία επιχειρηματία και ότι είχε σχέσεις με το ρωσικό οργανωμένο έγκλημα». Ο ίδιος αρνείται τις κατηγορίες.

Υπέστη ζημιά στην οικονομική κρίση του 2008 και χρειάστηκε τον Πούτιν για να τον σώσει. Το 2009 ο Ρώσος πρόεδρος τον ταπείνωσε δημόσια υποστηρίζοντας ότι ο Ντεριπάσκα είχε κλέψει ένα στιλό. Έκτοτε όμως, φαίνεται ότι οι σχέσεις τους αποκαταστάθηκαν. Ο συγκεκριμένος ολιγάρχης περιλαμβάνεται στην έκθεση Μιούλερ -την αμερικανική έρευνα για τις ρωσικές προσπάθειες εμπλοκής στις προεδρικές εκλογές του 2016 στις ΗΠΑ- όπου χαρακτηρίζεται ως «στενά ευθυγραμμισμένος» με τον Ρώσο πρόεδρο.    

Ίδρυσε μια εταιρεία πράσινης ενέργειας και μετάλλων, την En+ Group, που είναι εισηγμένη στο χρηματιστήριο του Λονδίνου, αλλά μείωσε το μερίδιό του σε κάτω από το 50%, όταν οι ΗΠΑ του επέβαλαν κυρώσεις το 2018. Κυρώσεις, τις οποίες μια από τις εταιρείες του, η Basic Element, με ανακοίνωσή της, χαρακτήριζε «αβάσιμες, γελοίες και παράλογες».

Είναι ιδιοκτήτης ενός ακινήτου αρτ ντεκό, του Hamstone House στο Γουέμπριντζ του Σάρεϊ, που προσπάθησε να πουλήσει για 18 εκατ. λίρες (21,7 εκατ. ευρώ), μετά την επιδείνωση των βρετανορωσικών σχέσεων λόγω της απόπειρας δολοφονίας του Σεργκέι Σκριπάλ. Επίσης, είναι ιδιοκτήτης της θαλαμηγού «Clio», η οποία είναι αγκυροβολημένη στις Μαλδίβες.

Σε αντίθεση πάντως με άλλους συμπατριώτες του ολιγάρχες, ο Ντεριπάσκα έχει εκφράσει ανοιχτά την άποψή του για τον πόλεμο στην Ουκρανία, απευθύνοντας, μέσω των social media, έκκληση για ειρήνη. «Οι διαπραγματεύσεις πρέπει να ξεκινήσουν το συντομότερο δυνατό», έγραψε χαρακτηριστικά.

Ιγκόρ Σέτσιν

Οι διασυνδέσεις του Ιγκόρ Σέτσιν με τον Πούτιν είναι μακροχρόνιες και βαθιές, σύμφωνα με την ΕΕ, που ανακοίνωσε κυρώσεις εναντίον του Ρώσου ολιγάρχη στις 28 Φεβρουαρίου. Λέγεται ότι αποτελεί έναν από τους πιο έμπιστους και στενότερους συμβούλους του Ρώσου προέδρου και είναι καλοί φίλοι και επικοινωνούν καθημερινά.

Τα ρωσικά ΜΜΕ τον έχουν βαφτίσει «Darth Vader» (τον χαρακτήρα του «κακού» από την κινηματογραφική ταινία «Ο Πόλεμος των Άστρων»), εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο ανελίχθηκε παραμερίζοντας τους αντιπάλους τους. Τηλεγράφημα της αμερικανικής πρεσβείας το 2008, ανέφερε ότι «λόγω της έφεσής του να βρίσκεται στην σκιά υπήρχε το αστείο ότι στην πραγματικότητα δεν υπήρχε αλλά ήταν κάποιου είδους αστικός μύθος, ένας μπαμπούλας, που εφευρέθηκε από το Κρεμλίνο για να εμφυσήσει τον φόβο». Οι ΗΠΑ του επέβαλαν κυρώσεις το 2014, τις οποίες χαρακτήρισε «εντελώς αδικαιολόγητες και παράνομες». Του επιβλήθηκαν νέες κυρώσεις (από ΗΠΑ και ΕΕ) στις 24 Φεβρουαρίου με την έναρξη της ρωσικής εισβολής.

Ο Σέτσιν εκτός από τις επιχειρήσεις έχει ασχοληθεί και με την πολιτική. Όταν ο Πούτιν ήταν πρωθυπουργός, είχε αναλάβει αναπληρωτής του, ενώ τώρα διευθύνει τον κρατικό πετρελαϊκό κολοσσό Rosneft.

Ο Σέτσιν εργάστηκε με τον Πούτιν στο γραφείο του δημάρχου της Αγίας Πετρούπολης τη δεκαετία του 1990, ενώ πιστεύεται ότι υπήρξε μέλος της διαβόητης KGB, κάτι που ο ίδιος δεν έχει παραδεχθεί ποτέ.

Το μέγεθος της περιουσίας του Σότσιν, που δραστηριοποιείται στη Ρωσία, δεν είναι γνωστό, αλλά οι γαλλικές Αρχές προσχώρησαν στην κατάσχεση της θαλαμηγού «Amore Vero», που πιστεύεται ότι συνδέεται μαζί του, καθώς η δεύτερη σύζυγός του Όλγα Σέχινα, ανέβαζε συνεχώς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης φωτογραφίες από το γιοτ. Οι δυο τους έχουν πάρει διαζύγιο.

Πέραν τούτου, δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι διατηρεί σημαντικά περιουσιακά στοιχεία στο εξωτερικό που θα μπορούσαν να εντοπιστούν εύκολα.

Αλεξέι Μίλερ

Ο Αλεξέι Μίλερ είναι ακόμα ένας από τους παλαιότερους φίλους του Πούτιν. Ένας ακόμη άνθρωπος που «κινήθηκε στο παρακήνιο» και αυτός έκτισε την καριέρα του λόγω της πίστης του στον Ρώσο πρόεδρο. Έκανε τα πρώτα του βήματα ως αναπληρωτής του Πούτιν στην επιτροπή εξωτερικών υποθέσεων στο γραφείο δημάρχου της Αγίας Πετρούπολης τη δεκαετία του 1990.

Από το 2001 διοικεί την πανίσχυρη κρατική εταιρεία φυσικού αερίου Gazprom, αλλά η τοποθέτησή του σε αυτή τη θέση θεωρήθηκε εκείνη την εποχή έκπληξη και οι Δυτικοί πιστεύουν ότι απλά εκτελεί τις εντολές του παλιού αφεντικού του. Το 2009 η πρεσβεία των ΗΠΑ στη Μόσχα χαρακτήριζε την Gazprom «αναποτελεσματική, πολιτικά καθοδηγούμενη και διεφθαρμένη».

Στον Μίλερ δεν επιβλήθηκαν κυρώσεις το 2014 μετά την προσάρτηση της Κριμαίας, αλλά όταν οι Αμερικανοί πρόσθεσαν το όνομά του στη λίστα των κυρώσεων το 2018, δήλωσε περήφανος. «Δεν περιλαμβανόμουν στην πρώτη λίστα. Είχα κάποιες αμφιβολίες, μήπως κάτι δεν πάει καλά; Αλλά τελικά συμπεριλήφθηκα. Αυτό σημαίνει ότι τα κάνουμε όλα σωστά», είχε υποστηρίξει τότε.

Δεν φαίνεται να διαθέτει εύκολα ανιχνεύσιμα περιουσιακά στοιχεία του στο εξωτερικό, ενώ το μέγεθος του πλούτου του δεν μπορεί να υπολογιστεί.

Πιοτρ Άβεν και Μιχαήλ Φρίντμαν

Η ΕΕ έχει χαρακτηρίσει τον Πιοτρ Άβεν ως έναν από τους πιο κοντά στον Πούτιν ολιγάρχες και τον Μιχαήλ Φρίντμαν ως μέλος του στενού κύκλου του Ρώσου προέδρου. Αμφότεροι δημιούργησαν την Alfa Bank, την μεγαλύτερη ιδιωτική τράπζα στην Ρωσία.

Σύμφωνα με την έκθεση Μιούλερ, ο Άβεν συναντιόταν με τον Πούτιν στο Κρεμλίνο περίπου τέσσερις φορές τον χρόνο, αναφέροντας πως «κατανοούσε ότι τυχόν προτάσεις ή κριτική που ασκούσε ο Ρώσος πρόεδρος σε αυτές τις συναντήσεις στην ουσία ήταν σιωπηρές οδηγίες και θα υπήρχαν συνέπειες για τον Άβεν εάν δεν τις εκτελούσε».

Το 2016 ο Πούτιν τους είχε προειδοποιήσει να προστατευτούν από μελλοντικές κυρώσεις. Την περασμένη εβδομάδα οι δύο Ρώσοι ολιγάρχες αποχώρησαν από τον επενδυτικό όμιλο LetterOne, που έχει την έδρα του στο Λινδίνο και τον οποίο ίδρυσαν πριν σχεδόν 10 χρόνια, επειδή οι μετοχές τους είχαν «παγώσει» λόγω των κυρώσεων που τους επέβαλε η ΕΕ στις 28 Φεβρουαρίου. Ο Άβεν μάλιστα, παραιτήθηκε και από τη θέση του στη Βασιλική Ακαδημία Τεχνών του Λονδίνου. Η περιουσία του υπολογίζεται σε 4,8 δισ. δολάρια (4,3 δισ. ευρώ).

Και οι δύο δήλωσαν ότι «θα αμφισβητήσουν την ψευδή και αβάσιμη βάση για την επιβολή αυτών των κυρώσεων σθεναρά και με όλα τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους». 

Ο Φρίντμαν, του οποίου η περιουσία υπολογίζεται σε 12 δισ. δολάρια (10,9 δισ. ευρώ), ζει στη βρετανική πρωτεύοσα, ενώ το 2016 αγόρασε μια πολυτελή κατοικία (Athlone House) στο βόρειο Λονδίνο έναντι 65 εκατ. λιρών (78,5 εκατ. ευρώ).

Την περασμένη Τρίτη σε συνέντευξη Τύπου στο Λονδίνο χαρακτήρισε τον πόλεμο στην Ουκρανία μια «τεράστια τραγωδία», αλλά δεν επέκρινε το Κρεμλίνο, ισχυριζόμενος ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο το επαγγελματικό μέλλον των εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων στις επιχειρήσεις του.

Αμερικανικές κυρώσεις και σε άλλους Ρώσους επιχειρηματίες

Στις 3 Μαρτίου οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν ότι ακόμα οκτώ μέλη της «ρωσικής ελίτ» θα συμπεριληφθούν στη «μαύρη λίστα» και τα περιουσιακά στοιχεία τους θα παγώσουν, ενώ θα απαγορευθεί και η πρόσβασή τους στο αμερικανικό χρηματοοικονομικό σύστημα.

Πρόκεται για τον εκπρόσωπο του Κρεμλίνου Ντίμτρι Πεσκόφ, τον προαναφερθέντα Ουσμάνοφ, τον Νικολάι Τοκάρεφ (πρόεδρος-διευθύνων σύμβουλος της ενεργειακής εταιρείας Transneft), τους Μπόρις και Αρκάντι Ρότενμπεργκ (μιας ισχυρής οικογένειας προσκείμενης στον Πούτιν), τον Σεργκέι Τσεμέζοφ (επικεφαλής της αμυντικής βιομηχανίας Rostec), τον Ιγκόρ Σουβάλοφ (διευθυντής της αναπτυξιακής τράπεζας VEB) και τον Εβγένι Πριγκόζιν (άλλοτε στενό σύμμαχο του Πούτιν).

Παράλληλα, έγινε γνωστό ότι θα απαγορευτεί η είσοδος στις ΗΠΑ σε 19 Ρώσους ολιγάρχες και 47 μέλη των οικογένειών τους.

Πηγή: bbc.com