Το προτέρημα του κομπασμού

Πολύ καλά τα ‘γραψε χθες ο Γιάννης Σιδέρης για το Πολυτεχνείο. Λίγοι αγωνίστηκαν, όλοι στην συνέχεια δήλωσαν αντιστασιακοί. Αλλά τα ίδια δεν είχαν γίνει και με τους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης; Τρεις και ο κούκος ήταν όσοι βγήκαν στο βουνό ή εντάχθηκαν σε αντιστασιακές οργανώσεις την Κατοχή, αλλά όταν η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ μοίρασε αντιστασιακές συντάξεις και παράσημα, γέμισαν κατάλογοι εκατοντάδων σελίδων από δικαιούχους και ολόκληρα στάδια από ανθρώπους με λιλιά ανδρείας στο πέτο.

Αυτά πρέπει να τα λέμε διότι οι νεότεροι δεν τα χουν ζήσει, οπότε στα αυτιά τους φτάνουν πληροφορίες που συσκοτίζουν τα γεγονότα και παρερμηνεύουν τις μνήμες. Όση ανάγκη έχουμε τη συλλογική μυθοποίηση κάποιων σημαντικών παρελθόντων γεγονότων για να υπάρχουν ιστορικά τοπόσημα που μας καθορίζουν, άλλο τόση ανάγκη έχουμε την ύστερη απομυθοποίηση τους όταν το πράγμα παραφουσκώνει από την υστερόβουλη εκμετάλλευση τους.

Στις προσωπικές μου μνήμες, που δυστυχώς δυσκολεύομαι να μεταφέρω στους νεώτερους, υπάρχουν πολύ χαρακτηριστικές περιπτώσεις εξωφρενικής αλλοίωσης της ιστορικής πραγματικότητας, όταν έχουν περάσει χρόνια και δεκαετίες. Και δεν αναφέρομαι μόνο σε αλλοιώσεις από κόμματα ή οργανώσεις, αλλά και σε μικρές ατομικές ανθρώπινες περιπτώσεις που κάνουν πολύ πικρές τις μνήμες όσων πραγματικά έδωσαν την ψυχή τους στο αγώνα.

Δεν θα ξεχάσω, για παράδειγμα, έναν τύπο στο χωριό μου, που ενώ τον καιρό τα χούντας ήταν μια χαρά λουφαγμένος και ήσυχος, μεταχουντικά διηγούνταν διαρκώς μια «φοβερή» του περιπέτεια από έναν χωροφύλακα που κυνηγώντας κάποιον μέσα στην αγορά των Χανίων, τον έσπρωξε στο διάβα του και τον πέταξε πάνω σε κάτι καφάσια.

Αυτή ήταν η φοβερή αντιστασιακή του δράση, την οποία διηγούνταν έτσι, διηγούνταν αλλιώς, την έλεγε και την ξανάλεγε, είχαμε βαρεθεί να την ακούμε. Και κορδωνόταν λες και είχε ξεπεράσει τον Μουστακλή σε ηρωισμό και βάσανα, διεκδικώντας εκ των υστέρων όλα όσα συνεπαγόταν η «δράση» του αυτή. Και θυμάμαι έναν άλλο, σεμνό συγχωριανό μας, που αριστερός από τα γεννοφάσκια του, είχε κάνει τα 5 από τα 7 χρόνια της δικτατορίας στην εξορία, να κοιτάζει αμίλητος τον «αγωνιστή» από την άκρη του καφενείου, κι ύστερα να φεύγει κουνώντας απλώς το κεφάλι του. Ότι αυτός δεν διέθετε το προτέρημα του κομπασμού…

Όπως μας θυμάμαι το 1978, στην πορεία του Πολυτεχνείου, να εγκλωβίζουμε στη Σταδίου, μπροστά στην πλατεία Κλαυθμώνος το μπλοκ της ΟΝΝΕΔ, που είχε «τολμήσει» να κατέβει κι αυτή στην πορεία για να τιμήσει την επέτειο. Τους σταματήσαμε με το ζόρι εμείς οι αριστεροί και οι σοσιαλιστές της βαριάς αγωνιστικότητας και αντιστασιακότητας, καθότι το Πολυτεχνείο μας ανήκε και εμείς δίναμε τις άδειες του εορτασμού του, εμείς «επιτρέπαμε» και εμείς «δεν επιτρέπαμε»...

Αυτά. Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι.