Τους βλέπω, μετά το συνέδριο τους και τους λυπάμαι. Στα πρόσωπα τους είναι ζωγραφισμένη μια βαθιά υπαρξιακή μελαγχολία, ένα άγχος οριστικού πολιτικού θανάτου. Εκεί στην έρημη πια Κουμουνδούρου που κάποτε έσφυζε από τα πήγαινε έλα υπουργών και κραταιών παραγόντων, ψυχανεμίζονταν βέβαια το αναπότρεπτο της πορείας τους. Λογικά, με το τέλος αυτού του συνεδριακού τριημέρου, συνειδητοποίησαν το οριστικό κατέβασμα των ρολών του μαγαζιού. Όχι μόνο δεν έχουν την παραμικρή ελπίδα επανάκαμψης, ούτε καν λόγο ύπαρξης έχουν. Κατηφορίζοντας μάλιστα προς το παλιό 3% των μητρικών τους σχηματισμών, αντιλαμβάνονται κάτι ακόμα δραματικότερο.
Ότι το «ΚΚΕ-Εσωτερικού» και μετά ο «Συνασπισμός», μπορεί να ταλαιπωρούνταν επί χρόνια στα όρια της εισόδου στη Βουλή, είχαν όμως έναν πολιτικό και ιδεολογικό χώρο να εκφράσουν και να καλύψουν. Ανάμεσα στις τότε δυο μεγάλες δυνάμεις του αστικού δικομματισμού (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ) και το ισχυρό φιλοσοβιετικό ΚΚΕ, περίσσευε ένα κενό για την ανανεωτική και ευρωπαϊκή αριστερά. Κενό μικρό, αλλά υπαρκτό. Με λίγες εκλογικές δυνάμεις, αλλά με αρκετά μεγαλύτερη επιρροή, με απήχηση και σεβασμό.
Ενώ τώρα; Ο Σύριζα πλησιάζει δραματικά τα παλιά ποσοστά των προκατόχων του, δίχως όμως κανένας να ξέρει τι κενό καλύπτει μέσα στο πολιτικό μας σκηνικό, τι είδους ιδεολογικό χώρο διακονεί, σε ποια κοινωνικά στρώματα απευθύνεται. Δεν είναι μόνο ότι αυτά τα ερωτήματα μένουν αναπάντητα στον μέσο ψηφοφόρο, το κυριότερο είναι ότι αδυνατούν να τα απαντήσουν ακόμα και τα πιο βαρβάτα στελέχη του Σύριζα.
Τους έβλεπα στο βήμα του συνεδρίου και στα πηγαδάκια απ έξω, να βουρλίζονται δίχως προορισμό, δίχως πυξίδα, δίχως αυτοπεποίθηση. Την ανία τους και την αμηχανία τους γυρόφερναν, ανάθεμα και ήξεραν τι πήγαν να κάνουν εκεί. Χειροκροτούσαν τις συναισθηματικές εξάρσεις κάποιων ομιλητών, αλλά πολιτική συζήτηση ουσίας δεν έκαναν. Πολλοί που πήραν το μικρόφωνο προτίμησαν τις συγκινησιακές αναφορές, αποφεύγοντας όπως ο διάολος το λιβάνι τις πολιτικές θέσεις ουσίας.
Υποθέτω διότι μέσα σ’ ένα τόσο άδειο πολιτικό κέλυφος σαν τον σημερινό Σύριζα, οι μεγαλοστομίες περί κυβερνητικών προγραμμάτων και λαϊκών μετώπων και συμμαχικών κυβερνήσεων, φαντάζουν αυτόχρημα γελοίες. Ακόμα πιο γελοίες φαντάζουν οι εσωτερικές μικροδιαφορές τους, οι αποχωρήσεις τους, οι αλληλοκαταγγελίες τους ή οι μικρο-χαζοσυμμαχίες τους. Ως και τα social media που τρέφονται με κάτι τέτοια, τους περιφρόνησαν αυτή την φορά.
Μόνο η αφόρητη ζέστη του σταδίου που μετέτρεψε τις μπροσούρες σε βεντάλιες, το φανελάκι του ιδρωμένου συντρόφου απ’ τα Χανιά και ο ανέμελος μαξιμαλισμός του άλλου συντρόφου που απαίτησε 3500 βασικό μισθό, απόμειναν στη μνήμη μας απ’ αυτό το συνέδριο.
Δεν πειράζει. Έχουν το τέλος που τους αξίζει. Μάχαιραν και εχθροπάθεια έδωκας, απαξίωση και χλευασμό θα λάβεις. Ας μην διαμαρτύρονται, ούτε καν όταν είναι μόνοι τους γονατιστοί μπροστά στην αφίσα του Αλέξη. Μόνοι τους αυτοκτόνησαν, κανένας μεγάλος, βρώμικος ή πάμπλουτος εχθρός δεν χρειάστηκε να επιστρατευτεί για να τους καταβάλει. «Όσα σου φτιάχνει η κεφαλή σου, δεν στα κάνει ο κόσμος ούλος» που λέει και η κρητική παροιμία. Κι όσο σκέφτομαι ότι κάποτε τους φοβόμασταν. Πόσο μικροί και τζούφιοι ήταν τελικά…