Έγραψα χθες ότι το δημογραφικό της χώρας δεν λύνεται με πακέτα που εξαγγέλλονται στις ΔΕΘ. «Δηλαδή είναι η δημογραφική συρρίκνωση άσχετη με την οικονομική κατάσταση του πληθυσμού;» θα ρωτήσετε. Όχι βέβαια. Είναι ευθέως ανάλογη. Αλλά ανάποδα απ’ αυτό που στερεοτυπικά πιστεύουμε. Οι φτωχοί και οι αγράμματοι γεννάνε, οι εύποροι και οι μορφωμένοι δεν κάνουν παιδιά. Δείτε ποιες περιοχές του πλανήτη έχουν πληθυσμιακή έκρηξη και ποιες δημογραφικό πρόβλημα, για να αντιληφθείτε αμέσως τι εννοώ.
Πληθυσμιακή έκρηξη και υπερβάλλοντα νεαρό πληθυσμό έχει η υποσαχάρια Αφρική (μόνο η Νιγηρία έχει 230 εκατομμύρια ανθρώπους), η Λατινική Αμερική, η πέριξ του Ινδικού Ασία και μεγάλα κομμάτια της Μέσης Ανατολής. Τα παιδιά περισσεύουν ακριβώς εκεί που υπάρχει μαζική φτώχεια, χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης, έλλειψη προοπτικών, αυταρχικά καθεστώτα και γενικώς ανέχειες και δυσκολίες. Αντιθέτως, δημογραφικό πρόβλημα έχει όλος ο ανεπτυγμένος και δημοκρατικός κόσμος, δηλαδή οι χώρες που έχουν τις οικονομικές δυνατότητες, τις υποδομές και τις ευκολίες να αναθρέψουν, να εκπαιδεύσουν και στο τέλος να δώσουν καλή εργασία σε καινούρια παιδιά.
Όχι, δεν υποστηρίζω ότι θα έπρεπε εμείς οι Έλληνες να φτωχύνουμε για να αρχίσουμε να κάνουμε περισσότερα παιδιά, αυτά είναι σαχλαμάρες. Θα ήταν σαν να υποστήριζα ότι για να ξαναβρούμε τον αγνό πατριωτισμό μας, πρέπει να επιστρέψουμε στο 1821. Οι εποχές πάνε μπροστά, όχι πίσω. Απλώς περιγράφω ένα πρόβλημα που είναι πολύ πιο σύνθετο από την υιοθέτηση μερικών κρατικών επιδομάτων και πολύ διεθνικό ώστε να οργιζόμαστε που δεν βλέπουμε από τις κυβερνήσεις μας την καθαρόαιμη ελληνική λύση του. Και φοβούμαι πως δεν υπάρχει τέτοια λύση, πατριώτες.
Ξέρετε γιατί; Διότι το «κάνω ή δεν κάνω πολλά παιδιά» δεν συνδέεται γραμμικά με την τσέπη ή την στέγη. Συνδέεται εμμέσως. Κάποτε οι άνθρωποι ζούσαν όλοι μαζί σ’ ένα δωμάτιο αλλά γεννοβολούσαν διαρκώς. Κάποτε δεν είχαν φαΐ να ταΐσουν τα παιδιά τους ή παπούτσια να τους βάλουν στα πόδια, όμως η μικρή οικογένεια θεωρούνταν κοινωνική αποτυχία και όνειδος. Η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου αλλάζει πρώτα τον τρόπο που ο μελλοντικός γονιός βλέπει τον κόσμο, αλλάζει τα ήθη και τις προτεραιότητες μέσα στην συγκεκριμένη κοινωνία κι ύστερα αυτή η αλλαγή αντανακλάται στο πόσα παιδιά κάνουν τα ζευγάρια και σε ποια ηλικία.
Η Κίνα είναι το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αυτού του υποδείγματος. Την δεκαετία του 1980, το Κουμμουνιστικό Κόμμα της Κίνας, προσπαθώντας να βελτιώσει το επίπεδο ζωής των Κινέζων που αυξάνονταν εκθετικά, επέβαλε την «πολιτική του ενός παιδιού ανά οικογένεια». Ήταν η πιο βίαιη και συστηματική προσπάθεια για τον έλεγχο του πληθυσμού που έγινε ποτέ παγκοσμίως. Το πείραμα πέτυχε απολύτως, καθώς το καθεστώς εκεί είναι εξαιρετικά αποτελεσματικό.
Τριάντα χρόνια αργότερα, αυτοί που επέβαλαν αυτή την πολιτική διαπίστωσαν έντρομοι ότι η Κίνα άρχισε να γερνά απότομα, με τον πληθυσμό της να μειώνεται δραματικά. Τώρα στράφηκαν σε πολιτικές υποστήριξης της γονιμότητας, με την Κίνα να είναι πολύ πιο πλούσια απ’ όσο ήταν το 1980. Είναι όμως αργά. Η κινέζικη κοινωνία εθίστηκε στο ένα παιδί, η μεγάλη οικογένεια που κάποτε θεωρούνταν κοινωνική καταξίωση σήμερα είναι μπανάλ κι ας διαθέτει υλικά μέσα αδιανόητα για τον προηγούμενο αιώνα. Ακριβώς ό,τι συμβαίνει δηλαδή και στις καταναλωτικές δυτικές κοινωνίες. Οι σημερινοί Κινέζοι δεν γεννούν, παρά τα κρατικά κίνητρα. Φοβούμαι ότι στην ίδια ακριβώς ρότα, και ανεπιστρεπτί, είμαστε και οι Έλληνες.