Το εμβληματικό project Κοπελούζου, οι ακούραστες κατασκευές, η μέρα της Motor Oil, η αφύπνιση της Alpha Αστικά και οι γκουρού της Goldman Sachs

Ανοίγει ο δρόμος για τη λειτουργία του mega project του Ομίλου Κοπελούζου στην Αλεξανδρούπολη, καθώς μέσα στον Ιανουάριο του 2024 αναμένεται να τεθεί σε δοκιμαστική λειτουργία η διαδικασία της επαναεριοποίησης υγροποιημένου φυσικού αερίου στην πλωτή δεξαμενή (FSRU).

Η εμπορική λειτουργία του σταθμού, η οποία αναμένεται μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2024, με δυνατότητα επαναεροποίησης 5,5 δισ. κυβικών μέτρων, ετησίως, θα μετατρέψει την Αλεξανδρούπολη στον σημαντικότερο ενεργειακό κόμβο της Ανατολικής Μεσογείου.

Η πλωτή πλατφόρμα FSRU που ξεκίνησε πριν από 20 ημέρες από την Σιγκαπούρη, όπου και μετασκευάστηκε ανήκει στην Gaslog, συμφερόντων του εφοπλιστή Πήτερ Λιβανού, η οποία συμμετέχει με 20% στην Gastrade.  Έχει ήδη αγκυροβολήσει και αναμένεται να συνδεθεί με τον υποθαλάσσιο αγωγό. Η μονάδα αυτή θα λαμβάνει LNG, θα εξατμίζει το αέριο και θα το προωθεί σε ένα σύστημα διανομής. Η αποθηκευτική δυνατότητα LNG της συγκεκριμένης μονάδας θα είναι 153.500 κυβικά μέτρα.

Στην Gastrade, η οποία υλοποιεί το έργο του Ανεξάρτητου Συστήματος Φυσικού Αερίου Αλεξανδρούπολης (ΑΣΦΑ) μετέχουν, ακόμη, με ποσοστό 20%, η Ελμίνα Κοπελούζου, η ΔΕΠΑ Εμπορίας, η ΔΕΣΦΑ και η Bulgartransgaz.

Το ΑΣΦΑ Αλεξανδρούπολης, όταν θα αρχίσει την εμπορική του λειτουργία,  θα διασφαλίσει νέες ποσότητες φυσικού αερίου για την τροφοδοσία της ελληνικής και της περιφερειακής αγοράς της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, συμβάλλοντας ταυτόχρονα στη διεύρυνση των πηγών και των οδών προμήθειας φυσικού αερίου, στην προώθηση του ανταγωνισμού προς όφελος του τελικού καταναλωτή, στην ασφάλεια εφοδιασμού της Ελλάδας και των Βαλκανικών χωρών, στη βελτίωση της αξιοπιστίας και της ευελιξίας του Εθνικού Συστήματος Φυσικού Αερίου, καθώς και των Περιφερειακών και Διευρωπαϊκών Συστημάτων, αλλά και στην ενίσχυση των περιβαλλοντικών στόχων της χώρας.

Εκτός από την Ελλάδα και τη Βουλγαρία, στους τελικούς καταναλωτές περιλαμβάνονται η Ρουμανία, η  Βόρεια Μακεδονία, η Σερβία και περαιτέρω η Μολδαβία και η Ουκρανία στα ανατολικά, καθώς και η Ουγγαρία και η Σλοβακία στα δυτικά.

Πέραν από τα παραπάνω πλεονεκτήματα για τη χώρα μας, το mega project το οποίο είχε σχεδιαστεί από τον όμιλο Κοπελούζου θα αναβαθμίσει την περιοχή της Αλεξανδρούπολης, ενώ θα συνεισφέρει και στην οικονομική της ανάπτυξη, καθώς θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας.


Η ημέρα της Motor Oil ήταν η χθεσινή καθώς βρέθηκε στο επίκεντρο για αρκετούς λόγους. Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι διαπραγματευόταν χωρίς το δικαίωμα στο προσωρινό μέρισμα των 0,40 ευρώ ανά μετοχή, αλλά και για τις ειδήσεις που έβγαλε ο όμιλος. Από τη μία ανακοίνωσε πως υπέγραψε με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή συμφωνία επιχορήγησης, ύψους 127 εκατ. ευρώ από το Ταμείο Καινοτομίας της Ε.Ε., του σημαντικού έργου IRIS για την κατασκευή και λειτουργία συστήματος δέσμευσης, χρήσης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα και παραγωγής e-μεθανόλης στο διυλιστήριο των Αγίων Θεοδώρων.

Αρκεί μόνο να αναφέρουμε πως το έργο είναι μέσα στα 41 που επιλέχθηκαν από ένα σύνολο σχεδόν 240 προτάσεων. Από την άλλη, ανακοινώθηκε και η εξαγορά του υπόλοιπου 25% της Άνεμος που κατείχε η Ελλάκτωρ στη MORE.

Η Motor Oil θα καταβάλει 123,5 εκατ. ευρώ και πλέον θα έχει το 100% της Άνεμος, άρα θα έχει ολοκληρώσει με εξαιρετικό τρόπο το μεγάλο μέρος της ενεργειακής μετάβασης.


Ακούραστος δείχνει ο κατασκευαστικός κλάδος και συνεχίζει υψηλότερα, κάνοντας καθημερινά νεότερα πολυετή υψηλά. Μία δύναμη που πηγάζει και από την Intrakat, η οποία έχει αλλάξει όλη την εικόνα του κλάδου, προς το καλύτερο φυσικά. Έχοντας πλέον αποτίμηση  650 εκατ. ευρώ πλασάρεται μεταξύ των κορυφαίων του Χρηματιστηρίου. Μάλιστα αν συγκριθεί με τις μετοχές της υψηλής κεφαλαιοποίησης (FTSE 25) ήδη έχει ξεπεράσει 4 σε αποτίμηση. Χθες η μετοχή ξεπέρασε και τα 4 ευρώ, κάτι που είχε να γίνει από τον Ιανουάριο του 2010. Προφανώς και το τότε με το σήμερα δεν μπορούν να συγκριθούν.

Σήμερα μιλάμε για ένα όμιλο εταιρειών με υψηλό ανεκτέλεστο, δραστηριότητα στις ΑΠΕ και μεγάλο επενδυτικό πρόγραμμα, ενώ και η συγκυρία για τις κατασκευαστικές είναι καλή αφού πλέον αφήνουν κέρδος. Στο υψηλότερο επίπεδο από τον Μάρτιο του 2014 αναρριχήθηκε και η Άβαξ, η οποία με αφορμή την πρόσφατη έκθεση της Optima Bank, κατάφερε να τραβήξει επενδυτές και να ξεπεράσει τα προηγούμενα υψηλά της. Η διάθεση περιουσιακών στοιχείων έχουν βελτιώσει τον ισολογισμό και έχουν μειώσει τη μόχλευση, εξέλιξη που την εξέλαβαν θετικά οι επενδυτές και τα αποτελέσματα φαίνονται στο ταμπλό.


Αφυπνίστηκε η μετοχή της Alpha Αστικά Ακίνητα μετά και την ανακοίνωση της νέας διανομής ύψους 2,20 ευρώ ανά μετοχή, η οποία ανακοινώθηκε την περασμένη Παρασκευή. Η ανακοίνωση οδήγησε τη μετοχή την Παρασκευή στο +10% και η κίνηση είχε συνέχεια χθες, αφού έφτασε η μετοχή να ενισχύεται έως και 7%. Έκανε μάλιστα και ρεκόρ έτους στον όγκο. Ουσιαστικά ήταν κάτι που οι επενδυτές περίμεναν αφού μετά το μετασχηματισμό της εταιρείας και την πώληση των ακινήτων, τα κεφάλαια που διαθέτει είχε πει ότι θα τα γυρίσει στους μετόχους. Θα δώσει 2,2 ευρώ ανά μετοχή, ενώ με τα αποτελέσματα χρήσης είχε δώσει μέρισμα 0,26 ευρώ και τον Σεπτέμβριο του 2022 είχε δώσει άλλα 3,25 ευρώ ανά μετοχή.

Η εταιρεία μετά τις διανομές και το μετασχηματισμό της θα παρέχει υπηρεσίες διαχείρισης και εκμετάλλευσης. Αναλυτές υπολογίζουν πως θα έχει σημαντικό κέρδος από τη δραστηριότητα αυτή σε ετήσια βάση. Στο πρώτο εξάμηνο της τρέχουσας χρήσης είχε ταμειακά διαθέσιμα 56,8 εκατ. ευρώ, ενώ η διανομή που ανακοινώθηκε είναι ύψους 30,8 εκατ. ευρώ και δεν είχαν διατεθεί όλα τα ακίνητα. Άρα και μετά από αυτήν τη διανομή υπολογίζεται ότι θα έχει κεφάλαια για μία ακόμη μεγάλη.


Mόλις ένα μήνα μετά το στόχο που έθεσε για τον δείκτη S&P 500 το 2024, η Goldman Sachs τον ανεβάζει πάλι καθώς το ράλι στη Wall Street δεν λέει να σταματήσει. Η στροφή της Fed την περασμένη εβδομάδα που προϊδέασε για χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής και η υποχώρηση του πληθωρισμού θα επιτρέψουν στα πραγματικά επιτόκια να υποχωρήσουν, στηρίζοντας τις αποτιμήσεις των μετοχών, εκτιμούν οι strategists της επενδυτικής τράπεζας.

Οι «γκουρού» της Goldman βλέπουν τον S&P 500 στις 5.100 μονάδες προς το τέλος του 2024, πρόβλεψη που δεν διαφέρει με τις εκτιμήσεις άλλων επενδυτικών οίκων, όπως της BofA και της Oppenheimer Asset Management που αναμένουν επίσης νέα υψηλά την επόμενη χρονιά στη χρηματιστηριακή αγορά. Ο νέος στόχος της Goldman είναι ανεβασμένος 9% από τις 4.700 μονάδες που προέβλεπε στα μέσα Νοεμβρίου.

Σύμφωνα με τη Goldman, γύρω στα $1,4 τρισ. στράφηκαν σε αμοιβαία κεφάλαια διαχείρισης διαθεσίμων φέτος, καθώς ανέβαιναν τα επιτόκια. Με το που θα αρχίσουν να πέφτουν τα επιτόκια, ένα μέρος της ρευστότητας αυτής μπορεί να κατευθυνθεί και πάλι στις μετοχές.


Τέσσερις μήνες περίπου μετά την ξαφνική πρόταση εξαγοράς της ιστορικής αμερικανικής χαλυβουργίας U.S. Steel (X NYSE) που είχε υποβάλει η επίσης αμερικανική Cleveland Cliffs (CLF NYSE), το σίριαλ φθάνει σε ένα αίσιο για τους μετόχους τέλος. Καθώς ένα πλήθος άλλων επιχειρήσεων είχε εμφανιστεί ως διεκδικητής της US Steel και ενώ μέσα στην διαδικασία είχαν εμπλακεί δυναμικά τα εργατικά συνδικάτα των εργαζόμενών της, η διοίκησή της οργάνωσε μία διαδικασία πλειστηριασμού προκειμένου να αναδειχθεί ο τελικός νικητής.

Η ιστορία ξεκίνησε στις αρχές Αυγούστου, όταν η μετοχή της X βρισκόταν κοντά στα 22 δολάρια. Τότε η Cleveland Cliffs (CLF NYSE), που ασχολείται με τον ευρύτερο τομέα της χαλυβουργίας, εμφανίστηκε ξαφνικά και υπέβαλε την πρότασή της, η οποία αποτιμούσε τον στόχο της λίγο πάνω από 30 δολάρια ανά μετοχή, με ένα συνδυασμό 17,50 δολαρίων σε μετρητά και μετοχών της ίδιας.

Γρήγορα έγινε φανερό πως υπήρχαν και άλλοι ενδιαφερόμενοι και  έτσι μπήκαμε σε μία περίοδο που ακούγονταν πολλά και συνέβαιναν άλλα τόσα. Μετά την Cleveland Cliffs, η οποία είχε ήδη εξασφαλίσει την σύμφωνη γνώμη των εργατικών  συνδικάτων, εμφανίστηκε η Esmark η οποία προσέφερε 35 δολάρια σε μετρητά για κάθε μετοχή της US Steel.

Η συγκεκριμένη πρόταση αποσύρθηκε γρήγορα, καθώς το πολύ ισχυρό συνδικάτο των εργαζομένων εξέφρασε με ξεκάθαρο τρόπο την αντίθεσή της. Από εκεί και μετά, ακούστηκαν διάφορα ονόματα πιθανών ενδιαφερομένων, όπως αυτό της γνωστής πολυεθνικής υπό ινδικό έλεγχο, της Arcelor Mittal (MT NYSE, MT AMSTERDAM), της σχετικά μικρής καναδικής Stelco (STLC TORONTO) και της αμερικανικής Nucor (NUE NYSE) που είναι η μεγαλύτερη αμιγώς αμερικανική. Ένα άλλο όνομα που είχε ακουστεί ήταν αυτό της ιαπωνικής Nippon Steel (5401 TOKYO). Επίσης, διάφορες φήμες, καθώς και εκθέσεις χρηματιστηριακών αναλυτών, είχαν κάνει λόγο για πιθανές συνεργασίες μεταξύ όλων των διεκδικητών.

Τελικά, νωρίς χθες το πρωί τα πράγματα ξεκαθάρισαν με την ανακοίνωση του ονόματος του νικητή του διαγωνισμού. Όπως δήλωσε ο David Burritt, διευθύνων σύμβουλος της US Steel, η εταιρεία του δέχθηκε την πρόταση που έκανε η ιαπωνική εταιρεία. Σύμφωνα με αυτήν, η Nippon Steel θα δώσει 55 δολάρια σε μετρητά για κάθε μετοχή της X και θα αναλάβει και τον υπάρχοντα δανεισμό της.

Κατά τους υπολογισμούς του Bloomberg και του Barron’s η εξαγορά θα κοστίσει στην ιαπωνική εταιρεία περίπου 14,5 δισεκατομμύρια δολάρια, σχεδόν 12,3 δισ. για την εξαγορά του συνόλου των μετοχών και άλλα δύο και πλέον δισ. για την ανάληψη του συνόλου του δανεισμού της US Steel.

Καθώς η μετοχή της X είχε κλείσει την Παρασκευή στα 39,33 δολάρια, είναι φανερό πως η προσφορά των Ιαπώνων είναι πολύ μεγαλύτερη απ’ ότι περίμεναν οι επενδυτές. Η εξαγορά δίνει στην ιαπωνική εταιρεία την δυνατότητα για μία ισχυρή διεθνή επέκταση, κάτι που έψαχνε από παλιά. Η απορρόφηση της US Steel θα την φέρει στην δεύτερη θέση παγκοσμίως και στην πρώτη εκτός Κίνας.

Όλα αυτά όμως με την προϋπόθεση πως θα ξεπεραστεί η αντίδραση των εργατικών συνδικάτων της US Steel, καθώς η πρώτη αντίδρασή τους είναι απολύτως αρνητική, σε μεγάλο βαθμό γιατί κανείς δεν τους είχε ενημερώσει σχετικά παρά το ότι η διοίκηση είχε την σχετική υποχρέωση, σύμφωνα τουλάχιστον με την άποψη των συνδικάτων.

 

Αποποίηση Ευθύνης

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.