Πότε το Σύνταγμα θα ονομαστεί πλατεία Κουφοντίνα;

Πότε το Σύνταγμα θα ονομαστεί πλατεία Κουφοντίνα;

«Όταν οι αντάρτες θα μπούνε στην Αθήνα το Σύνταγμα θα λέγεται πλατεία Κουφοντίνα» φώναζαν ρυθμικά χθες οι διαδηλωτές, μεταξύ τους και η νεολαία ΣΥΡΙΖΑ! Ένα σύνθημα που γραφόταν σποραδικά σε τοίχους από νεαρούς αντιεξουσιαστές, έγινε και σύνθημα της συστημικής Αριστεράς!

Η ζωή ξεπερνάει την φαντασία της λογοτεχνίας, όπως την είχε περιγράψει ο Δημήτρης Φύσσας στο βιβλίο του «Πλατεία Λένιν, πρώην Συντάγματος». Τουλάχιστον το όνομα Λένιν θα ήταν μεγαλοπρεπές, στην περίπτωση βέβαια που η Ελλάδα είχε γίνει κομμουνιστική το 1947. Κατά τη μυθοπλασία, το κυβερνών κόμμα ΚΚΕ θα ήταν το μοναδικό πολιτικό κόμμα, τα σύνορα θα βρίσκονταν στον Όλυμπο, ο Ποιητής θα είχε γράψει νέο εθνικό ύμνο, η σημαία θα ήταν τρίχρωμη με το σφυροδρέπανο, ενώ πλατείες και δρόμοι θα άλλαζαν όνομα.

Συνειρμικά θυμηθήκαμε το βιβλίο, επειδή υπάρχει συνδετικό στοιχείο ανάμεσα στον τίτλο του και το σύνθημα, η μετονομασία της πλατείας Συντάγματος. Και γιατί απεικονίζει συμβολικά τη μετάπλαση της Αριστεράς (πλην ΚΚΕ). Από τον Λένιν στον Κουφοντίνα!

Δεν θα ασχοληθούμε εκ νέου με τον εν λόγω. Διερωτηθήκαμε την Παρασκευή αν η κυβέρνηση θα αντέξει τον θάνατό του, πιστεύοντας ότι επειδή τα προβλήματα που έφερε η πανδημία είναι πολλαπλά, δεν χρειάζεται να προστεθεί άλλο ένα.

Και επίσης δηλώσαμε πεπεισμένοι ότι η κινητοποίηση αφορά την πολιτική ταυτότητα του φονιά (του άλμπουμ της Αριστεράς όπως είχε πει για τους τρομοκράτες η Ροσάνα Ροσάντα), και όχι τα ανθρώπινα δικαιώματα ως αυτοσκοπό. Αν στη θέση Κουφοντίνα ήταν ο Ρουπακιάς ή ο Κασιδιάρης, μην κοροϊδευόμαστε, δεν θα υπήρχε καμιά κινητοποίηση. «Καλό ψόφο» θα τους εύχονταν από τα σόσιαλ μίντια. Οπότε ναι, τα ανθρώπινα δικαιώματα συνυπάρχουν στην διαμαρτυρία, με βάση όμως ποίου κατά τη γνώμη τους καταπατούνται.

Εν ολίγοις, η Αριστερά βρίσκεται σε κρίση στρατηγικής καθώς στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό, με τις νέες παραγωγικές σχέσεις, έχει χαθεί σε μεγάλο βαθμό η παλαιά «καθαρή» και ευδιάκριτη αντίθεση μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας, μεταξύ εργάτη που δεν είχε να χάσει παρά τις αλυσίδες του και του καπιταλιστή αφεντικού, μεταξύ κολίγα και τσιφλικά.

Έτσι το πεδίο της στρέφεται σε άλλα μέτωπα, μεταξύ των οποίων και του δικαιωματισμού και των ριζοσπαστικών συμπεριφορών. Αλλά στην Ελλάδα και αυτά ακόμη κατορθώνει να τα εξευτελίζει.

Για παράδειγμα, με αφορμή την υπόθεση Λιγνάδη, ο Τσίπρας ρώτησε τον Μητσοτάκη, ποιο ένοχο μυστικό υπάρχει με την Μενδώνη (και την κρατάει!). Ο ίδιος πριν, απαιτούσε από τον Μητσοτάκη να ζητήσει συγγνώμη από τα θύματα Λιγνάδη (από την πόλη έρχομαι…).

Έτερο παράδειγμα ο νόμος για τα πανεπιστήμια. Ολολύζουν με πρωτοστατούντα τον ΣΥΡΙΖΑ, ότι δεν πρέπει να μπει αστυνομική φύλαξη στα πανεπιστήμια, ή αν μπει να είναι υπό την εποπτεία των πρυτάνεων.

Έξι ημέρες πριν ο πρύτανης του ΑΠΘ κάλεσε την αστυνομία για τους τραμπούκους εισβολείς με τους λοστούς (μόλις οι 12 από τους 31 ήταν φοιτητές), που εισήλθαν βιαίως στο πανεπιστήμιο, και δεν αρκέστηκαν σε κατάληψη αλλά εξεδίωξαν τους εργαζόμενους στο κτήριο, με απειλές για την σωματική τους ακεραιότητα. Και όταν ο πρύτανης ήσκησε τον ρόλο που του αναγνωρίζει και η πρόταση ΣΥΡΙΖΑ, να καλέσει την αστυνομία, από φιλικά του έντυπα χαρακτηρίστηκε καταδότης.

Μόνοι τους δηλαδή, μέσα σε λίγες ημέρες, έδειξαν ότι είναι αναποτελεσματική η πρότασή τους και ατελέσφορη η αντίθεσή τους στα μέτρα που προτείνει η κυβέρνηση.

Και αφού είχαν γίνει αυτά στο ΑΠΘ, και είχαμε έμπρακτη κατάρρευση των δικών τους προτάσεων, δεν προβληματίστηκαν καν. Χθες πανεπιστημιακός που δήλωνε «πιστεύω στον ΣΥΡΙΖΑ», σε άρθρο του υποστήριξε ότι ο νόμος μετατρέπει τα πανεπιστήμια σε αστυνομοκρατούμενους οργανισμούς, και επανέλαβε την πρόταση για δημιουργία σώματος υπό τον έλεγχο των πρυτανικών αρχών.

Αυτό αφότου ο πρύτανης του ΑΠΘ χαρακτηρίστηκε καταδότης και ρουφιάνος! Πόσοι πρυτάνεις θα τολμήσουν να ασκήσουν την αρμοδιότητα που τους αναγνωρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ και ο κ. καθηγητής;

Εκεί βρίσκεται η κυριαρχία Μητσοτάκη. Στο ότι κυβερνά με την κοινή λογική. Προς το παρόν δεν έχει αφήσει τις ιδεολογικές του επιλογές να καθορίσουν τη δράση του, ενώ έχει δείξει και ευλυγισία να τις απορρίπτει όταν τις διαψεύδει η ζωή -όπως π.χ. οι δηλώσεις του για την Υγεία.

Σαφώς μπορεί να υπάρχει και αριστερά που να βασίζεται στην κοινή λογική, να μην παραγνωρίζει δηλαδή τα αυτονόητα, χωρίς να αλλοιώνεται ο στόχος της. Αλλά αυτή η αριστερά δεν μπορεί να είναι ο ΣΥΡΙΖΑ.