Όλα τα σφάζει, όλα τα διαγράφει το οικονομικό επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ

Θα ήταν διασκεδαστική, αν δεν ήταν βαρετή και κυρίως επικίνδυνη, η μονότονη αναφορά των οικονομικών κύκλων του ΣΥΡΙΖΑ, στον μοναδικό τρόπο αντιμετώπισης των προβλημάτων, που γνωρίζει και δεν είναι άλλος από τη διαγραφή των χρεών. Η διαγραφή των χρεών πάει με όλα, όπως έλεγε και η παλαιότερη διαφήμιση της Coca Cola.

Η βελόνα του πικάπ του ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται πως είναι διαρκώς κολλημένη στις εξαγγελίες των πρώτων μηνών του 2015. Δεν έχει σημασία που έχουν περάσει από τις θέσεις των υπευθύνων της οικονομικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ μια σειρά από στελέχη όπως ο Γιάννης Βαρουφάκης, ο Γιάννης Δραγασάκης, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος και τώρα η Έφη Αχτσιόγλου. Η συνταγή παραμένει μία και μοναδική. Διαγραφή με μονοκονδυλιά, με ένα νόμο, με ένα άρθρο, με το έτσι θέλω, χωρίς φυσικά να λαμβάνονται υπ’ όψη ούτε οι συνθήκες, αλλά ούτε και οι επιπτώσεις μιας τέτοιας μεθόδου παρέμβασης.  

Υπάρχει κανείς, που θα αρνηθεί τη διαγραφή των χρεών του; Υπάρχει κάποιος αόμματος, που θα αρνηθεί να βρει το φως του; Υπάρχει κανείς που θα πει όχι, στο δωρεάν χρήμα;  Άλλωστε η Σεισάχθεια,  έχει προταθεί σαν λύση όχι μόνο από το ΣΥΡΙΖΑ και το θυγατρικό του κίνημα του «Δεν Πληρώνω», αλλά και από την Χρυσή Αυγή, από τον Αρτέμη Σώρρα και την Ελλήνων Συνέλευση, καθώς και από διάφορες περιθωριακές και γραφικές πρωτοβουλίες καφενείων ανά την Ελλάδα.

Διαβάσαμε λοιπόν, ότι η επικεφαλής του Οικονομικού τομέα του ΣΥΡΙΖΑ, που είχε αντικαταστήσει εν μία νυκτί τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, πρότεινε για μια ακόμα φορά τη διαγραφή των χρεών της πανδημίας από τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, τη μετατροπή του συνόλου της επιστρεπτέας προκαταβολής σε μη επιστρεπτέα και την κάλυψη του συνόλου των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων από τον προϋπολογισμό. 

Ασφαλώς και δεν μας παραξένεψε αυτή η πρόταση. Άλλωστε από τη αρχή της υγειονομικής κρίσης η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ είχε προτείνει προσλήψεις εκπαιδευτικών και καθαριστριών στην εκπαίδευση, οδηγών και μηχανικών στις μεταφορές και ιατρών, νοσηλευτών και καθαριστριών στην υγεία, είχε προτείνει επιτάξεις ιδιωτικών κλινικών, ιδιωτικών ιατρείων, τουριστικών λεωφορείων και ξενοδοχείων. Και όλα αυτά, χωρίς να προσμετράται ούτε το κόστος, αλλά ούτε και οι πραγματικές δυνατότητες παρέμβασης.

Για να δούμε λοιπόν τι προτείνει σήμερα, ο ΣΥΡΙΖΑ; Μόνο η διαγραφή των νέων κόκκινων τραπεζικών χρεών από τη πανδημία, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος θα υπερβεί τα 10-11 δισ. ευρώ. Μόνο η μετατροπή του συνόλου της επιστρεπτέας προκαταβολής σε μη επιστρεπτέα, πλησιάζει τα 7 δισ. ευρώ. Η δε κάλυψη του συνόλου των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων από τον προϋπολογισμό, θα υπερβεί κατά πολύ την μερική κάλυψη των 1,1 δισ. ευρώ, που έχει πραγματοποιηθεί μέσα στο 2020.

Και καθώς το λεφτόδεντρο στον κήπο μας, έχασε τα φύλλα του από την παγωνιά των προηγούμενων ημερών, θα ήταν ενδιαφέρον να διαβάσουμε και την πηγή των χρημάτων, που θα καλύψουν τα κενά, όπως προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ. Διότι ως γνωστόν, το «τζάμπα χρήμα» κάποιος - κάπου – κάπως - κάποτε, το πληρώνει.

Τα 10-11 δισ. ευρώ των νέων κόκκινων δανείων ποιος θα τα πληρώσει; Οι μέτοχοι των τραπεζών; Πολύ αμφιβάλω. Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας; Μάλλον απίθανο. Το Ελληνικό Δημόσιο; Μπορεί στο μυαλό των άσχετων και επικίνδυνων στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, να υπάρχει αυτή η λύση στο μυαλό τους, ώστε επιτέλους το τραπεζικό σύστημα να γίνει και πάλι κρατικό, σύμφωνα με το όραμα Δραγασάκη και των νεαρών ηγετικών σταλινίσκων. Και που θα βρει το Δημόσιο αυτά τα 10-11 δισ. που θα απαιτηθούν; Από φόρους ή από νέο δανεισμό; 

Και τα 7 δισ. από τις προκαταβολές που θα χαριστούν και τα 3-4 δισ. των ασφαλιστικών εισφορών, ποιος θα τα καλύψει, αν όχι ο κρατικός προϋπολογισμός; Με ποιον τρόπο; Με την αύξηση της φορολογίας των πολιτών και των επιχειρήσεων, σε μια οικονομία που έχει υποχωρήσει κατά -10% στο ΑΕΠ της; Ή μήπως με δανεισμό;

Οι δήθεν τεχνοκράτες που εισηγήθηκαν στην τομεάρχη των οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ, από τη μια καταγγέλλουν την κυβέρνηση για την εκτίναξη του δείκτη Χρέους προς ΑΕΠ στο 210% και από τη άλλη με τα μέτρα που προτείνουν, θα απογειώσουν τον δείκτη σε ακόμα υψηλότερα επίπεδα.

Θα μου πείτε, τους αφορά; Όχι. Τους ενδιαφέρει; Ούτε. Πετάνε ένα πυροτέχνημα στον αέρα, προσδοκώντας να υπάρξουν αντιδράσεις από τους καταπονημένους πολίτες και μετά συνεχίζουν τις καφενειακές τους συζητήσεις. Ένα πυροτέχνημα, σαν όλα τα άλλα, που έχουν πετάξει τους τελευταίους 12 μήνες.