Ο Τσίπρας, η... εκπροσώπηση της αντιπολίτευσης και ο ρόλος της Γεννηματά

Ο Τσίπρας, η... εκπροσώπηση της αντιπολίτευσης και ο ρόλος της Γεννηματά

Η συχνή παρουσία του Αλέξη Τσίπρα στη Βουλή μόνο τυχαία δεν είναι. Συνδέεται τόσο με την προσπάθεια να διατηρήσει υψηλούς τους τόνους σε βάρος της κυβέρνησης, όσο και με την προσπάθειά του να εμφανιστεί ως ο εκπρόσωπος των κομμάτων της αντιπολίτευσης και όχι μόνο του ΣΥΡΙΖΑ.

Η στάση της Φώφης Γεννηματά δίνει έδαφος σε αυτή την προσπάθεια, δημιουργώντας και ερωτήματα για την αντιπολιτευτική τακτική του ΚΙΝΑΛ που δείχνει να ακολουθεί κατά πόδας την Κουμουνδούρου.

Χθες η Φώφη Γεννηματά, σχολιάζοντας τα συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής αναφορικά με την Τουρκία τόνισε ότι «την ώρα της αλήθειας η κυβέρνηση αποδείχτηκε πολύ λίγη.

Στο προχθεσινό ευρωπαϊκό συμβούλιο δεν έδειξε την απαιτούμενη αποφασιστικότητα για να προστατεύσει τα εθνικά συμφέροντα». Και αυτό τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ έθετε θέμα αναλόγου περιεχομένου καλώντας την κυβέρνηση να σταματήσει «να θριαμβολογεί».

Ο Αλέξης Τσίπρας ως πρώην πρωθυπουργός γνωρίζει τις ισορροπίες στην ΕΕ, εν τούτοις έχει επιλέξει το δρόμο της σύγκρουσης για λόγους που ξεκινούν από τα εσωκομματικά του προβλήματα και τις τάσεις που τον πιέζουν προς την κατεύθυνση της βάσης του 3% καθώς και την απουσία ενός σχεδίου που να αφορά το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ ως «κυβερνώσα αριστερά» και φτάνουν στις ανοικτές υποθέσεις από την περίοδο της διακυβέρνησης της χώρας, τις οποίες «ξορκίζει» ακόμη και με απειλές περί ειδικών δικαστηρίων κατά της κυβέρνησης.

Όμως και η Φώφη Γεννηματά έχει πλήρη εικόνα της κατάστασης μεταξύ των χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Οικογένειας. Ως αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Άμυνας επί κυβερνήσεως Σαμαρά γνωρίζει πως σε επίπεδο ΕΕ τίποτε δεν είναι απλό και εύκολο να υλοποιηθεί. Στο πλαίσιο αυτό, η αναφορά της περί κυβερνήσεως που «αποδείχθηκε πολύ λίγη» επιβεβαιώνει όλους όσοι διαπιστώνουν μια στροφή της ίδιας και κατ' επέκτασης του κόμματος του οποίου ηγείται σε μια πιο συγκρουσιακή τακτική.

Άλλωστε γενικότερα οι τοποθετήσεις της κατά τους τελευταίους μήνες παραπέμπουν στην ρητορική των υψηλών τόνων της Κουμουνδούρου. Από την κριτική για την πανδημία μέχρι την υπόθεσή Κουφοντίνα που στην πορεία και μετά τα περί κράτους δικαίου και δημοκρατίας που δεν εκδικείται, αποφάσισε να τηρήσει αποστάσεις ασφαλείας. Αιτία και οι εσωτερικές αντιδράσεις αλλά και η σαφής τοποθέτηση κορυφαίων στελεχών.

Το πρόβλημα όμως είναι ότι με την εν γένει στάση της η επικεφαλής του ΚΙΝΑΛ εμφανίζει το κόμμα της ως «παρακολούθημα» του Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος τόσο στο τέλος της θητείας του ως πρωθυπουργός όσο και το διάστημα μετά τις εκλογές του Ιουλίου του 2019 στοχεύει στην απορρόφηση του συγκεκριμένου χώρου στο πλαίσιο της προσπάθειας να επανέλθει στην πολιτική της... σοσιαλδημοκρατίας.

Ο Αλέξης Τσίπρας επιδιώκει να καλύψει το κενό που δημιουργείται, εμφανιζόμενος ως εκπρόσωπος της αντιπολίτευσης και ως ηγέτης του χώρου που οι ίδιοι αποκαλούν «προοδευτικό χώρο».

Η συνεχής παρουσία του στη Βουλή χαρακτηριστική. Και οι αναφορές σε κάθε ομιλία του ενδεικτικές των προθέσεών του. Ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ δηλώνει κατ' επανάληψη πως όταν θέτει ερωτήματα ή όταν επικρίνει, στους γνωστούς υψηλούς τόνους που πολλές φορές περιλαμβάνουν και αήθεις χαρακτηρισμούς, εκφράζει την αντιπολίτευση. Και όχι μόνο το κόμμα του.

Μια απλή ανάγνωση των ομιλιών του αρκεί για να διαπιστωθεί αυτή η πρακτική η οποία αν μη τι άλλο δημιουργεί εντυπώσεις δεδομένου ότι μεταξύ των κομμάτων της αντιπολίτευσης είναι και αυτά που δεν δύναται να συνεργαστούν ποτέ με τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα, όπως το ΚΚΕ και η Ελληνική Λύση.

Είναι αλήθεια ότι ο Αλέξης Τσίπρας δεν έχει ξεχάσει το εγχείρημα της κυριαρχίας στο χώρο της κεντροαριστεράς και της αφομοίωσης ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ που επέλεξαν να στηρίξουν και το ΚΙΝΑΛ κλείνοντας τα αυτιά όχι μόνο στις σειρήνες του λαϊκισμού αλλά και σε αυτές ενός κόμματος που ήταν στην εξουσία και επιδιώκει να επανέλθει εκ νέου.

Και μπορεί να αδυνατεί στην παρούσα φάση να απεγκλωβιστεί από τα λεγόμενα «βαρίδια» και να είναι αποφασισμένος να στηρίξει πρόσωπα όπως ο Ν. Παππάς και ο Π. Πολάκης (που απειλεί μέσω διαδικτύου και καλεί σε παραιτήσεις το βράδυ των επομένων εκλογών κρατικών στελεχών),  εντούτοις αναζητεί έστω την πιστοποίηση ότι είναι αυτός ο εκφραστής του χώρου και ο επικεφαλής του άλλου πόλου της κεντρικής πολιτικής σκηνής προκειμένου να παραμείνει στο πεδίο ως διεκδικητής της εξουσίας.

Η μέχρι σήμερα στάση της Φώφης Γεννηματά επιτρέπει τόσο αυτές τις κινήσεις όσο και να παραμένει ενεργό το πλαίσιο που επιδιώκει να διαμορφώσει ο Αλέξης Τσίπρας. Και αυτό συμβαίνει παρά τα μηνύματα που στέλνουν οι ψηφοφόροι μέσα από τις δημοσκοπήσεις εγείροντας ζητήματα στο εσωτερικό του ΚΙΝΑΛ για το οποίο το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης παραμένει «κόκκινο πανί» για συμπεριφορές και πράξεις σε βάρος στελεχών του και όχι μόνο.

Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός πως η πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ δεν αντέδρασε ούτε στις εμφανείς προσπάθειες που στα τέλη του 2020 και στις πρώιμες ημέρες του νέου έτους επιχείρησαν να δημιουργήσουν συνθήκες και εντυπώσεις σχετικά με κοινούς διαύλους γύρω από το εγχείρημα της λεγόμενης «προοδευτικής διακυβέρνησης» όπως αυτές έχουν κατατεθεί, τόσο από τον Γ. Παπανδρέου, όσο και από τον Αλ. Τσίπρα.

Σε κάθε περίπτωση μέσα από μια ρητορική υψηλών τόνων το ΚΙΝΑΛ δείχνει να διολισθαίνει στην λογική της διαμαρτυρίας και της αντίδρασης δημιουργώντας ένα κενό στο χώρο της κεντροαριστεράς που ναι μεν αδυνατεί να καλύψει ο ΣΥΡΙΖΑ στην παρούσα φάση αλλά σε κάθε περίπτωση δεν καλύπτεται και από άλλον φορέα αφήνοντας περιθώριο για το μέλλον.