Ο δεύτερος μήνας του μέλιτος

Ακόμα μία ευχάριστη είδηση ήρθε χθες από την Αμερική με την προσθήκη ενός δεύτερου πιθανού εμβολίου, μετά από αυτό της Pfizer, της εταιρίας Moderna. Τα νέα αυτά μας γεμίζουν συγκρατημένη αισιοδοξία ότι η μετά-κορονοϊού εποχή είναι στο ορατό μέλλον, είτε αυτό αφορά  μήνες είτε λίγο παραπάνω. 

Η νέα πραγματικότητα που θα ξημερώσει με το τέλος της πανδημίας θα βρει την παγκόσμια οικονομία πληγωμένη, ανθρώπους σε ανάγκη εύρεσης δουλειάς, επιχειρήσεις που δεν άντεξαν τα lockdowns και τη μείωση της ζήτησης που έφερε ο κορονοϊός. Ταυτόχρονα, θα βρει τις κατά τόπους κυβερνήσεις σε αναζήτηση λύσεων προκειμένου να επουλωθούν οι μεγάλες αυτές πληγές. Οι ψηφοφόροι, που σε μεγάλο βαθμό καθορίζουν τις προτεραιότητες των πολιτικών και τα όρια του πολιτικά εφικτού, θα θέλουν δουλειές, θα θέλουν γρήγορη βελτίωση του βιοτικού τους επιπέδου, θα αναζητούν πολιτικούς που θα υλοποιήσουν πολιτικές ραγδαίας οικονομικής ανάπτυξης προκειμένου οι συνέπειες της πανδημίας να μείνουν στην ιστορία. 

Αν τα παραπάνω ισχύσουν, είναι πολύ πιθανό η χώρα μας να ευθυγραμμιστεί με την ιστορική συγκυρία της μεταρρύθμισης και να ζήσουμε μία ιστορική αλλαγή οικονομικού μοντέλου. Με μία μεταρρυθμιστική κυβέρνηση στην εξουσία και ένα εκλογικό σώμα που θέλει πολιτικές ανάπτυξης, δημιουργείται μία πολύ καλή συνταγή επιτυχίας. Όπως είχε πει και ο Φρίντμαν, “Μόνο μία κρίση, πραγματική ή θεωρούμενη, παράγει πραγματική αλλαγή. Όταν συμβεί αυτή κρίση, οι δράσεις που λαμβάνονται εξαρτώνται από τις ιδέες που επικρατούν γύρω της. Αυτός, πιστεύω, είναι ο κύριος ρόλος μας: να δημιουργούμε εναλλακτικές πολιτικές, να τις κρατάμε ζωντανές και διαθέσιμες μέχρι τη στιγμή που το πολιτικά απίθανο θα γίνει πολιτικά αναπόφευκτο.”

Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα οι ιδέες που επικρατούν στην οικονομία είναι πολύ πιο φιλελεύθερες από αυτές που επικρατούσαν την περίοδο 2010-2012. Οι πολίτες έχουν κουραστεί από την υπερφορολόγηση, το brain drain μας ωθεί στην αναθεώρηση του ασφαλιστικού μοντέλου, η δημοσιονομική μας ασφυξία μας αναγκάζει να επανεξετάσουμε το συνταξιοδοτικό σύστημα, η ανάγκη για προσέλκυση επενδύσεων μας σπρώχνει προς ένα πιο φιλόξενο επενδυτικό περιβάλλον. Όλες αυτές οι σημαντικές κατευθύνσεις ήταν ήδη αποδεκτές από τους περισσότερους Έλληνες, η πλειονότητα των οποίων εμπιστεύτηκε την παρούσα κυβέρνηση στις εκλογές του 2019 για να υλοποιήσει το πρόγραμμά της. 

Μέχρι στιγμής η προώθηση αυτού του προγράμματος εύλογα καθυστερεί. Πέρα από την πανδημία, η κυβέρνηση είχε να αντιμετωπίσει και μία μεγάλη κρίση στα ελληνο-τουρκικά και την κρίση στο μεταναστευτικό. Όμως, πέραν αυτών των πολύ σοβαρών λόγων, δεν θα ήταν παράλογο να υποθέσουμε πως όταν μία παράταξη βρίσκεται στην εξουσία, υπολογίζει το πολιτικό κόστος των μεταρρυθμίσεων περισσότερο από όταν τις προτείνει ως αντιπολίτευση. 

Η περίοδος που θα ξεκινήσει με το τέλος της πανδημίας, λοιπόν, δίνει ένα πολύ μικρό παράθυρο στις κυβερνήσεις που θα θελήσουν να υιοθετήσουν και να εφαρμόσουν γρήγορα και άμεσα πολιτικές που αποδεδειγμένα φέρνουν οικονομική ανάπτυξη. Οι πολιτικές αυτές, γνωστές και ευρύτατα αποδεκτές ως προς την αποτελεσματικότητά τους στην οικονομική ανάπτυξη, είναι κατεξοχήν φιλελεύθερες: φοροελαφρύνσεις, απελευθέρωση αγορών από το ρυθμιστικό βραχνά του κράτους, και εύκολη πρόσβαση σε τεχνολογία αιχμής και φθηνή ενέργεια. 

Το ζητούμενο πλέον, είναι αν η κυβέρνηση έχει το χρόνο και τη διάθεση να προγραμματίσει ένα τέτοιο μεταρρυθμιστικό μπαράζ και να εκμεταλλευτεί τον δεύτερο μήνα του μέλιτος που θα έρθει με το, ορατό πλέον, τέλος πανδημίας.