Μιχαήλ Τουχατσέφσκι: Η κατάθεση και η παράνοια των αποκαλύψεων (Μέρος Α)

Μιχαήλ Τουχατσέφσκι: Η κατάθεση και η παράνοια των αποκαλύψεων (Μέρος Α)

Ο Μιχαήλ Νικολάγιεβιτς Τουχατσέφσκι (1893-1937) στα 44 χρόνια που έζησε, κατάφερε να διακριθεί ως ένας από τους σημαντικότερους στρατιωτικούς ιθύνοντες και ηγήτορες δύο αυτοκρατοριών, της τσαρικής Ρωσίας και της Μπολσεβίκικης Ε.Σ.Σ.Δ.

Παρά το νεαρό της ηλικίας του, η στρατιωτική του ιδιοφυΐα ήταν εκείνη που τον ανέδειξε ως μάχιμο αξιωματικό, θεωρητικό του πολέμου, αλλά και στρατάρχη της Ε.Σ.Σ.Δ. το 1935.

Το 1937 εκτελέστηκε ως μέλος και ηγετικό στέλεχος της «στρατιωτικής-τροτσκιστικής συνομωσίας» που είχε ως στόχο την αποκαθήλωση του Στάλιν, την κατάργηση της σοβιετικής εξουσίας, την παλινόρθωση του καπιταλισμού.

Η δίκη του, ήταν ανάμεσα σε εκείνες που έμειναν στην ιστορία ως «Δίκες της Μόσχας» και διεξήχθηκαν στο απόγειο της σταλινικής τρομοκρατίας. Χρησίμευσε όμως ως πρόσχημα για εκτεταμένες εκκαθαρίσεις στις τάξεις του Κόκκινου στρατού, όταν εκατοντάδες ανώτατα στρατιωτικά στελέχη εκτελέστηκαν ή στάλθηκαν στα Γκουλάγκ, με αποτέλεσμα την πλημμελή προετοιμασία του στρατεύματος για τον επερχόμενο πόλεμο με τη Γερμανία και τις καταστροφικές ήττες τα πρώτα χρόνια. Στη συνέχεια βέβαια, πολλοί από τους στρατηγούς που επιβίωναν ως κρατούμενοι στα Γκουλάγκ, ανακλήθηκαν στην ενεργό υπηρεσία και συνέβαλαν στην τελική νίκη κατά του γερμανικού ναζισμού. Η ζημιά όμως είχε γίνει. 

Όπως λέει και ο Δανιήλ Γκράνιν, παρασημοφορημένος πολεμιστής και συγγραφέας, τον οποίο οι σύγχρονοι αποκαλούν «Πατέρα του έθνους» σε μία συνέντευξη που έδωσε λίγο πριν πεθάνει σε μεγάλη ηλικία, όταν έμαθε πως ο τελικός απολογισμός των θυμάτων της Ε.Σ.Σ.Δ. στον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο έφτασε τα 42.000.000 σύμφωνα με υπολογισμούς ιστορικών που απέκτησαν πρόσφατα πρόσβαση σε αρχειακό υλικό: «Αυτός δεν είναι αριθμός, είναι μοναξιά». 

Ο Μιχαήλ Τουχατσέφσκι αποκαταστάθηκε το 1956. 

Σε δύο συνέχειες θα δημοσιεύσουμε την «απολογία» του στους ανακριτές. Ο αναγνώστης μπορεί μόνος του να κρίνει το κείμενο, να δει τις υποβολιμαίες απαντήσεις που δίνει ο περήφανος στρατάρχης, όταν κατάλαβε πως το παιχνίδι ήταν στημένο. Θα διαβάσει ο αναγνώστης δεκάδες ονόματα στρατιωτικών, πολλοί από τους οποίους εκτελέστηκαν. Κάποιοι γλίτωσαν και πολέμησαν. Θα διαπιστώσει, επίσης, ο αναγνώστης την μεθοδικότητα των ανακριτών ως προς τη συγγραφή του σεναρίου που θα χρησιμεύσει στη συνέχεια για τις εκκαθαρίσεις. Το μόνο που μένει στον αναγνώστη είναι να αξιολογήσει το συγκεκριμένο κείμενο, λαμβάνοντας υπ’ όψιν του την εποχή, τις συνθήκες και τους καταναγκασμούς του κρατούμενου.

Η κατάθεση του Μ. Ν. Τουχατσέφσκι

1 Ιουνίου 1937

Επίμονα και κατ’ επανάληψη προσπάθησα να αρνηθώ τη συμμετοχή μου στη συνωμοσία, όσο και μεμονωμένα γεγονότα της αντισοβιετικής μου δράσης, αλλά υπό την πίεση των αποδεικτικών στοιχείων της ανάκρισης, υποχρεώθηκα βήμα - βήμα, να ομολογήσω την ενοχή μου. Στην παρούσα κατάθεση θα εξιστορήσω την αντισοβιετική μου δράση με χρονολογική σειρά.

1. Η οργάνωση και η εξέλιξη της συνωμοσίας

Η αρχή των σχέσεών μου με τους Γερμανούς, ανάγεται στην περίοδο των ασκήσεων και γυμνασίων στη Γερμανία, όπου είχα σταλεί υπηρεσιακώς το 1925. Με συνόδευε ο λοχαγός Φον Τσιούλοφ, ο οποίος μιλούσε Ρωσικά και πολλές φορές μου επεσήμανε τα κοινά συμφέροντα της Ε.Σ.Σ.Δ και της Γερμανίας σε ένα πιθανό πόλεμο με την Πολωνία, με ενημέρωσε για την μεθοδολογία της στρατιωτικής εκπαίδευσης του γερμανικού στρατού και με τη σειρά του επέδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για τον Στρατιωτικό Κανονισμό του Κόκκινου στρατού που μόλις είχε κυκλοφορήσει. 

Το 1926 ο Φον Τσιούλοφ ήταν παρών στα γυμνάσια που έγιναν στην Λευκορωσία, όπου συναντηθήκαμε και συνεχίσαμε τη συζήτησή μας. Ενημέρωσα τον Φον Τσιούλοφ με την οργάνωση της μεραρχίας μας, τις μονάδες πυροβολικού και την αλληλεπίδραση πεζικού και πυροβολικού. Μετά τα γυμνάσια έχασα κάθε επαφή με τον Φον Τσιούλοφ.

Περίπου το 1925 γνώρισα τον Ντομμπάλ, όταν ήμουν διοικητής της στρατιωτικής περιοχής της Λευκορωσίας. Οι συναντήσεις μας ήταν σύντομες κι αν δεν κάνω λάθος γίνονταν στο τραίνο, όταν ταξίδευα από το Μινσκ στο Σμολένσκ.

Στη συνέχεια, όταν ήμουν επιτελάρχης του γενικού επιτελείου του Κόκκινου στρατού, ο Ντομπάλ ανανέωσε τη σχέση μας. 

Κατά τη διάρκεια όλων αυτών των συναντήσεων, ο Ντονμπάλ μονίμως ενδιαφερόταν για τα ζητήματα του πολέμου μεταξύ Πολωνίας και Ε.Σ.Σ.Δ., έλεγε πως το κύρος του (του Ντονμπάλ) μεταξύ της εργατικής τάξης στην Πολωνία είναι μεγάλο, πως πέρα από αυτό σημαντικό τμήμα των Πολωνών αξιωματικών δεν συμπαθούν τον Πιλσούντσκι και πως ο ίδιος έχει πολλές σημαντικές γνωριμίες μεταξύ αυτών των αξιωματικών, πράγμα που τον κάνει να πιστεύει πως στον μελλοντικό πόλεμο, ο επιτιθέμενος Κόκκινος στρατός θα συναντήσει την πολωνική προλεταριακή επανάσταση. Ο Ντονμπάλ έλεγε πως ο ίδιος είναι αξιωματικός στα πολυβόλα και πάντα είχε ιδιαίτερα ενδιαφέρον για τον πόλεμο αλλά και τις προετοιμασίες γι’ αυτόν. Στις συζητήσεις μου μαζί του, του μιλούσα για την οργάνωση της μεραρχίας, για τις βασικές αρχές της σύγχρονης μάχης, για τις μεθόδους της τακτικής μας προετοιμασίας, καθώς επίσης, όταν μιλούσαμε για τον πόλεμο ανάμεσα σε εμάς και την Πολωνία, του ανέφερα πως ήμασταν υποχρεωμένοι λόγω της καθυστέρησης στην ανάπτυξη, να συγκεντρώνουμε στα σύνορα με την Πολωνία μεγάλες δυνάμεις, τις οποίες και απαρίθμησα στον Ντονμπάλ. Εκτός από αυτό, ανέφερα στον Ντονμπάλ τις διαφορές σε επίπεδο σύνθεσης του σώματος των αξιωματικών αλλά και τις γεωγραφικές ιδιαιτερότητες των μονάδων, τόσο σε επίπεδο οργάνωσης, όσο και σε επίπεδο θητεία και εκπαίδευσης. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, έδωσα στον Ντονμπάλ στοιχεία για την καθυστέρηση της συγκέντρωσης και ανάπτυξης των μονάδων στις παραμεθόριες περιοχές, για την οργάνωση σε επίπεδο αξιωματικών και γεωγραφικής κατανομής των μεραρχιών, τη θητεία και τις βάσεις της στρατιωτικής εκπαίδευσης τόσο των τακτικών μονάδων, όσο και των τοπικών. 

* * *

Το 1928 απαλλάχθηκα από τα καθήκοντα του επιτελάρχη του γενικού επιτελείου του Κόκκινου στρατού και ανέλαβα καθήκοντα διοικητή της στρατιωτικής περιοχής του Λένινγκραντ.

Όντας δυσαρεστημένος από τη νέα μου θέση αλλά και την αντιμετώπισή μου από την πλευρά της ηγεσίας του στρατού, άρχισα να αναζητώ επαφή με τους ανθρώπους από την Στρατιωτική-Πολιτική Ακαδημία «Τολμάτσεφ». Πριν απ’ όλα, ήρθα σε επαφή με τον Μαργκολίν, κατά τη διάρκεια της κομματικής συνδιάσκεψης της 20ης μεραρχίας τυφεκιοφόρων, στην οποία ο Μαργκολίν ήταν επικεφαλής του πολιτικού τμήματος. Τον υποστήριξα στην κριτική του προς τον διοικητή της μεραρχίας και στη συνέχεια σε κατ’ ιδίαν συζήτηση κατάλαβα πως ο Μαργκολίν ανήκει στους δυσαρεστημένους, πως ασκεί κριτική στην αγροτική πολιτική του κόμματος. Συμφώνησα μαζί τους πως θα κρατήσουμε επαφή και θα προσπαθήσουμε να γνωρίσουμε κι άλλα στελέχη που δεν συμφωνούν με την πολιτική του κόμματος. 

Το καλοκαίρι του 1928 κατά τη διάρκεια στρατιωτικών γυμνασίων, γνωρίζοντας πως ο Τουρόφσκι, διοικητής της 11ης μεραρχίας τυφεκιοφόρων, ψήφισε υπέρ της διακήρυξης της Στρατιωτικής - Πολιτικής Ακαδημίας «Τολμάτσεφ», συζήτησα μαζί του για τα ίδια θέματα που είχα συζητήσει με τον Μαργκολίν, συνάντησα την αποδοχή του και συμφωνήσαμε ως προς την αναγκαιότητα να ξεχωρίσουμε τους δυσαρεστημένους. Ο Τουρόφσκι μου υπέδειξε τον διοικητή του συντάγματος Ζιουκ, τον οποίο εμπιστευόταν απόλυτα. Συζήτησα με τον Ζιουκ και εκείνος συμφώνησε πως πρέπει να διατηρήσουμε επαφή και να ξεχωρίζουμε τους δυσαρεστημένους. 

Τον χειμώνα του 1928-1929, νομίζω, κατά τη διάρκεια μίας συνόδου της Κεντρικής Εκτελεστικής Επιτροπής, συζήτησα με τον Ενουκίντζε, ο οποίος με γνώριζε από το 1918 και προφανώς, είχε ακούσει για τη δυσαρέσκειά μου και για το πως ερχόμουν σε αντιπαράθεση με την ηγεσία του στρατεύματος. Ο Ενουκίτζε μου είπε πως η πολιτική του Στάλιν είναι επικίνδυνη να προκαλέσει έκρηξη αντιπαλότητας ανάμεσα στους εργάτες και τους αγρότες, πως οι δεξιοί προτείνουν πιο σωστή πολιτική ανάπτυξης και πως το στράτευμα πρέπει οπωσδήποτε να το καταλάβει αυτό, δηλαδή πως οι στρατιωτικοί έρχονται διαρκώς σε αντιπαράθεση με τους αγρότες. Ανέφερα στον Ενουκίντζε τις διαθέσεις που επικρατούν στην Λευκορωσία και στο Τολμάτσεβο, για τον μεγάλο αριθμό αξιωματικών του πολιτικού τμήματος που δεν συμφωνούν με τη γενική γραμμή του κόμματος και για τις σχέσεις που έχω αναπτύξει με μία σειρά διοικητών και πολιτικών επιτρόπων που δεν συμφωνούν με την πολιτική του κόμματος. Ο Ενουκίντζε μου απάντησε πως κάνω πολύ καλά και πως δεν έχει την παραμικρή αμφιβολία πως θα επικρατήσει η άποψη των δεξιών. Υποσχέθηκα στον Ενουκίντζε πως θα τον ενημερώσω για τη δράση μου. 

Κατά τη διάρκεια του 1929 - 1930 συμμετείχα σε στρατιωτική - επιστημονική δραστηριότητα στην Στρατιωτική - Πολιτική Ακαδημίας «Τολμάτσεφ». Κατά τη δραστηριότητά μου αυτή, σε μία από τις ομιλίες μου, στο διάλειμμα συζήτησα με τον καθηγητή της ακαδημίας Νιζέτσεκ, για τον οποίο ο Μαργκολίν μου είχε πει πως είναι άνθρωπος που δεν συμφωνεί με την πολιτική του κόμματος και πως έπρεπε να τον πλησιάσουμε. Άρχισα να διερευνώ τις διαθέσεις του Νίζετσεκ και σύντομα ξεκινήσαμε να μιλάνε ανοιχτά, να ανταλλάσσουμε απόψεις για εκείνους που δεν συμφωνούν με την πολιτική του κόμματος, ιδιαίτερα στις αγροτικές περιοχές. Ο Νίζετσεκ με ενημέρωσε πως συνδέεται με αρκετούς καθηγητές που σκέφτονται το ίδιο με εκείνον και συγκεκριμένα ο καθηγητής Μποτσαρόφ. 

Το 1928 και 1929 ασχολήθηκα πολύ με την στρατιωτική εκπαίδευση της περιοχής και μελετώντας τα προβλήματα του πεντάχρονου πλάνου, κατέληξα στο συμπέρασμα πως σε περίπτωση υλοποίησης αυτού του πλάνου, ο χαρακτήρας του Κόκκινου στρατού θα πρέπει να αλλάξει ριζικά. Έγραψα ένα σημείωμα σχετικά με την αναδιοργάνωση του Κόκκινου στρατού, όπου απέδειξα την ανάγκη ανάπτυξης της μεταλλουργίας, της παραγωγής αυτοκινήτων και τρακτέρ και της γενικής εργαλειοκατασκευής για την προετοιμασία για τον πόλεμο του αναδιοργανωμένου στρατού που θα περιλάμβανε μέχρι 260 μεραρχίας, 50.000 τεθωρακισμένα και 40.000 αεροπλάνα. 

Η έντονη κριτική που δέχτηκε το σημείωμά μου από την πλευρά της ηγεσίας του στρατεύματος, με δυσαρέστησε βαθιά και για το λόγο αυτό, όταν στον 15ο κομματικό συνέδριο ο Ενουκίντζε συζήτησε για δεύτερη φορά μαζί μου, με προθυμία αποδέχτηκα τις απόψεις του. Ο Ενουκίντζε με κάλεσε κατά τη διάρκεια του διαλείμματος και μου είπε πως οι δεξιοί αν και ηττήθηκαν, δεν παρέδωσαν τα όπλα, μεταφέροντας τη δράση τους στην παρανομία. Γι’ αυτό, είπε ο Ενουκίντζε, θα πρέπει συνωμοτικά να διερευνήσω τα ηγετικά πολιτικά στελέχη και να τα μυήσω στην παράνομη οργάνωση για τον αγώνα κατά της γενικής γραμμής του κόμματος και προς υποστήριξη των δεξιών. Ο Ενουκίντζε είπε πως συνδέεται με τον ηγετικό πυρήνα των δεξιών και πως θα λάβω σχετικές οδηγίες δράσης από τον ίδιο.

Αποδέχτηκα αυτή την εντολή, ωστόσο δεν πρόλαβα να κάνω κάτι συγκεκριμένο, αφού το φθινόπωρο του 1930 0 Κακούριν με κατηγόρησε πως οργάνωσα στρατιωτικό πραξικόπημα και αυτή η κατάσταση με τάραξε τόσο πολύ που για ένα διάστημα σταμάτησα κάθε δραστηριότητα και απέφευγα να έχει σχέσεις με οποιονδήποτε.

* * *

Το 1931 μετατέθηκα στην Μόσχα. Η δουλειά του επικεφαλής των εξοπλισμών με απορρόφησε, ωστόσο η δυσαρέσκεια για την αντιμετώπιση που είχα από την πλευρά της ηγεσίας του στρατεύματος υπήρχε μέσα μου, πράγμα για το οποίο συζήτησα πολλές φορές με τους Φέλντμαν, Γιακίρ, Ουμπορέβιτς, Έιντμαν και άλλους.

Το 1931 (το φθινόπωρο ή το χειμώνα προς το 1932) ήρθε στην Μόσχα, ο επικεφαλής του γερμανικού γενικού επιτελείου στρατηγός Αντάμ, τον οποίο συνόδευε ο αξιωματικός του γενικού επιτελείου Νιντερμάιερ. Μετά το γεύμα που δόθηκε προς τιμή του καλεσμένου από του Λαϊκό Κομισάριο, ο Νιντερμάιερ έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για μένα, μου μίλησε για τη φιλία της Γερμανίας με την Ε.Σ.Σ.Δ., για τον κοινό πολεμικό μας στόχο, ο οποίος εκφράζεται στο εκπεφρασμένο αμοιβαίο ενδιαφέρον μας για την ήττα της Πολωνίας, για την ανάγκη να αναπτυχθούν στενότερες σχέσεις μεταξύ του Κόκκινου στρατού και του γερμανικού. Ο στρατηγός Αντάμ που μας είχε πλησιάσει στο μεταξύ, συμφώνησε με τις απόψεις αυτές, όπως έκανα κι εγώ. Στη συνέχεια θα πω πως ο στρατηγός Αντάμ την επόμενη χρονιά, το 1932, όταν συμμετείχα στα γυμνάσια του γερμανικού στρατού, επανέφερε αυτό το θέμα στις συζητήσεις μας.

Το 1932 είχα επανειλημμένες συζητήσεις με τον Φέλτμαν, ασκώντας κριτική στην ηγεσία του στρατεύματος, ενώ στη συνέχεια περάσαμε και στην κριτική της πολιτικής του κόμματος. Ο Φέλντμαν διατύπωσε τις μεγάλες επιφυλάξεις του ως προς το ζήτημα της αγροτικής πολιτικής του κόμματος. Εγώ του απάντησε πως αυτό θα πρέπει, εμάς τους στρατιωτικούς να μας κάνει ιδιαίτερα επιφυλακτικούς και του πρότεινα να οργανώσουμε στην πλατφόρμα των δεξιών, μία ομάδα στρατιωτικών, η οποία θα μπορούσε να συζητήσει αυτά τα ζητήματα και να λάβει τα αντίστοιχα μέτρα. Ο Φέλντμαν συμφώνησε και κατ’ αυτόν τον τρόπο ξεκίνησε η αντισοβιετική, στρατιωτική-τροτσκιστική συνωμοσία. Ενημέρωσα τον Φέλντμαν πως έχω σχέσεις με τον Ενουκίντζε, ο οποίος εκπροσωπεί τον ηγετικό πυρήνα των δεξιών.

Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς πήγα διακοπές στον Καύκασο. Στο σιδηροδρομικό σταθμό Μπελάν, να συνάντησε ο διοικητής στρατιάς του Κόκκινου στρατού Σμολίν. Μου παραπονέθηκε για την κακή αντιμετώπιση που είχε από τον Λαϊκό Κομισάριο. Στις μετέπειτα συζητήσεις μας κατάλαβα τη διαφωνία του Σμολίν με τη γενική γραμμή του κόμματος και του πρότεινα να γίνει μέλος της ομάδας, την οποία παράνομα συνέχιζα να οργανώνω στο στράτευμα στη βάση της πλατφόρμας ιδεών των δεξιών. Ο Σμολίν συμφώνησε. Τον ρώτησα ποιον άλλο θα μπορούσε να μυήσει στην οργάνωσή μας και μου υπέδειξε τον προϊστάμενο του Αλαφούζο. 

Ο Αλαφούζο πρόθυμα συμμετείχε στις συζητήσεις, περιέγραφε με πιο μελανά χρώματα την κατάσταση και τελικά του πρότεινα να γίνει μέλος της στρατιωτικής οργάνωσης, πράγμα στο οποίο συμφώνησε, αφού ενημερώθηκε για την δεξιά της πολιτική. 

Εξ όσων θυμάμαι, την ίδια εκείνη χρονιά, το 1932 είχα στρατολογήσει ως μέλος της αντισοβιετικής στρατιωτικής-τροτσκιστικής οργάνωσης τον πρώην αναπληρωτή αρχηγό της πολεμικής αεροπορίας Ναούμοφ, τον οποίο γνώριζα από παλιά, από την εποχή που ήμουν στην Στρατιωτική Περιοχή του Λένινγκραντ.

* * *

Μετά τις διακοπές στον Καύκασο, πήγα υπηρεσιακώς να παρακολουθήσω μεγάλα γερμανικά στρατιωτικά γυμνάσια. Ανάμεσα στους υπόλοιπους αξιωματικούς της αντιπροσωπείας ήταν και ο Φέλντμαν. 

Καθ’ οδόν, συνάντησα και τον Ρομ, στον οποίο ο Τρότσκι είχε αναθέσει να έρθει σ’ επαφή μαζί μου. Ο Ρομ μου μετέφερε πως ο Τρότσκι έχει αναλάβει δράση τόσο στο εξωτερικό, στον πόλεμο κατά της Κομμουνιστικής Διεθνούς, όσο και στην Ε.Σ.Σ.Δ., όπου τα τροτσκιστικά στελέχη οργανώνονται. Από τα λόγια του Ρομ για τις πολιτικές θέσεις του Τρότσκι, κατάλαβα πως οι τελευταίες, ιδιαίτερα σε σχέση με τον πόλεμο κατά της αγροτικής πολιτικής του κόμματος, μοιάζουν πολύ με τις θέσεις των δεξιών. Ο Ρομ μου μετέφερε πως ο Τρότσκι με παρακαλεί να αναλάβω την αποστολή συγκέντρωσης τροτσκιστικών στελεχών στο στράτευμα. Μεταξύ των άλλων, ο Ρομ με ενημέρωσε πως ο Τρότσκι ελπίζει να αναλάβει την εξουσία ο Χίτλερ, καθώς επίσης πως ο Χίτλερ θα τον υποστηρίξει, τον Τρότσκι, στον αγώνα του κατά της σοβιετικής εξουσίας. 

Μετά το τέλος των γερμανικών στρατιωτικών γυμνασίων, στη δεξίωση που δόθηκε προς τιμή των προσκεκλημένων από τον αρχιστράτηγο του γερμανικού στρατού Χαμερστέιν, ο στρατηγός Άνταμ συζήτησε ξανά μαζί μου τα ζητήματα που είχαμε θίξει κατά τη διάρκεια της δεξίωσης στην Μόσχα, όπως ανέφερα πιο πάνω. Ο στρατηγός Άνταμ υπογράμμισε τη σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζει την αμυντική ικανότητα της Πολωνίας και επέμενε στην αναγκαιότητα να λάβει και η Ε.Σ.Σ.Δ. παρόμοια μέτρα προετοιμαζόμενη για τον πόλεμο. Μεταξύ των άλλων στα πλαίσια των καθηκόντων μου ως επικεφαλής εξοπλισμών του Κόκκινου στρατού υπήρχαν σημαντικές τριβές με την γερμανική πλευρά. Το θέμα ήταν πως ο Ουμπορέβιτς και ο Γιεφίμοφ είχαν υπογράψει τις τελικές συμφωνίες με την εταιρεία «Ρέινμετάλ» προκειμένου να μας πουλήσει και συναρμολογήσει μία σειρά γραμμών παραγωγής συστημάτων πυροβολικού. Κατά τις δοκιμές αυτών των συστημάτων, οι οποίες γίνονταν παράλληλα με την παραγωγή και τη συναρμολόγηση, αποδείχτηκε πως δεν ήταν κατάλληλα. Σε σχέση με όλα αυτά υιοθέτησα την άποψη της ακύρωσης της συμφωνίας με την εταιρεία «Ρέινμετάλ». Στις αντιπαραθέσεις που είχαμε, ο πρέσβης της Γερμανίας Ντίρξεν εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του στο πρόσωπό μου. 

Χάρη στην κριτική μου στη συμφωνία με την εταιρεία «Ρένιμετάλ», αλλά και στη συνέχεια χάρη στην ακύρωση της συμφωνίας με αυτή την εταιρεία, χάλασαν οι σχέσεις μου τόσο με τον Ουμπορέβιτς, όσο και με τον Γιεφίμοφ. Μόνο όταν έθεσα το ζήτημα της ανάπτυξης της Γενικής Διεύθυνσης Πυροβολικού και πρότεινα ως επικεφαλής της τον Γιεφίμοφ, αυτός αποκατέστησε τις σχέσεις του μαζί μου. Ο Φέλντμαν πολλάκις μου είπε πως ο Γιεφίμοφ αντιμετωπίζει εχθρικά την πολιτική του κόμματος. Εκμεταλλεύτηκα τη βελτίωση των σχέσεών μας και μια φορά συζήτησα μαζί του στο γραφείο μου την κακού επιπέδου οργάνωση της βιομηχανίας, τις άσχημες διαθέσεις που υπάρχουν στο στράτευμα κ.λπ. Ο Γιεφίμοφ συμμετείχε με προθυμία στη συζήτηση, ασκώντας κριτική στην κομματική ηγεσία. Είπα στον Γιεφίμοφ πως τόσο οι δεξιοί, όσο και οι τροτσκιστές συμφωνούν ως προς την αναγκαιότητα οργάνωσης παράνομης δουλειάς, προκειμένου να αλλάξουμε την κομματική ηγεσία, πως ο στρατός δεν μπορεί να μείνει ουδέτερος και του πρότεινα, του Γιεφίμοφ, να γίνει μέλος της στρατιωτικής μας ομάδας. Ο Γιεφίμοφ συμφώνησε. 

Τον Κόρκα τον στρατολόγησα το καλοκαίρι του 1933, κατά τη διάρκεια των ασκήσεων που είχε οργανώσει κοντά στην Μόσχα το επιτελείο του Κόκκινου στρατού. Παρακολουθώντας την εξέλιξη των ασκήσεων, άρχισα να ασκώ κριτική στην στρατιωτική εκπαίδευση των μονάδων. Ο Κόρκα απάντησε πως είχε ήδη μιλήσει και πει ότι η δουλειά στη στρατιωτική περιοχή δεν του αρέσει. Κατάλαβα πως αυτές οι συζητήσεις με τον Κόρκα δεν ήταν τυχαίοι κι άρχισα να τον μυώ, ενώ μετά από λίγο συμφωνήσαμε. Δεν ήξερα τότε πως ο Κόρκα είχε ήδη στρατολογηθεί από τον Ενουκίντζε. Ενημέρωσα τον Κόρκα πως διατηρώ σχέσεις με τον Τρότσκι και τους δεξιούς και του ανέθεσα το καθήκον να στρατολογήσει νέα μέλη για την οργάνωση. 

Εκείνη περίπου την εποχή έγινε και η στρατολόγηση του Βακούλιτς, ως μέλους στη συνωμοσία. Τον ήξερα πολύ καλά από χρόνια, είχα συζητήσει μαζί του πολλές φορές το 1928 και ήξερα πως ήταν δυσαρεστημένος με την αγροτική πολιτική του κόμματος. 

Του πρότεινα να γίνει μέλος της οργάνωσης της στρατιωτικής συνωμοσίας, στην οποία ήμουν επικεφαλής και ο Βακούλιτς συμφώνησε. Ανέφερα στον Βακούλιτς τις σχέσεις μου με τους δεξιούς και τους τροτσκιστές και του ανέθεσα να στρατολογήσει νέα μέλη για τη συνωμοσία. 

* * *

Επιστρέφοντας από την Άπω Ανατολή ο Πούτνα και ο Γκορμπατσόφ, νομίζω πως ήταν το 1933, είχα συνομιλίες με το καθένα τους χωριστά. Ο Πούτνα αμέσως ομολόγησε πως έχει σχέσεις με τον Τρότσκι και με τον Σμιρνόφ. Του πρότεινα να έλθει στις γραμμές της στρατιωτικής-τροτσκιστικής συνωμοσίας, λέγοντας πως ως προς αυτό, υπάρχουν συγκεκριμένες εντολές του Τρότσκι. Ο Πούτνα συμφώνησε αμέσως. Στη συνέχεια, μετά το διορισμό του ως στρατιωτικού ακολούθου, του ανατέθηκε η αποστολή να συμβάλει στην επικοινωνία μεταξύ του Τρότσκι και του κέντρου της στρατιωτικής-τροτσκιστικής συνωμοσίας. 

Αν δεν κάνω λάθος, την ίδια περίπου εποχή, συζήτησα με τον Ι. Ν. Σμιρνόφ, ο οποίος μου είπε πως με βάση τις εντολές του Τρότσκι, θέλει να αποδιοργανώσει την προετοιμασία της κινητοποίησης της βιομηχανίας στον τομέα παραγωγής βλημάτων.

Ο Γκορμπατσόφ, τις διαθέσεις του οποίου με είχε ενημερώσει νωρίτερα, πολύ γρήγορα ανταποκρίθηκε στις συζητήσεις μας και κατάλαβα πως είχε ήδη στρατολογηθεί. Στην πρότασή μου να ενταχθεί στη συνωμοτική ομάδα συμφώνησε και με ενημέρωσε πως οργανώνει το αποκαλούμενο αυλικό πραξικόπημα και πως έχει σχέσεις με τον Πέτερσον, διοικητή του Κρεμλίνου, τον Γιεγκόροφ, διευθυντή της σχολής της Πανενωσιακής Κεντρικής Εκτελεστικής Επιτροπής, καθώς και με τον Ενουκίντζε.

Την ίδια περίπου περίοδο, δηλαδή το 1934 - 1935, με επισκέφτηκε στην Μόσχα ο Ρομ και μου είπε πως πρέπει να με ενημερώσει για την νέα αποστολή που μου ανέθεσε ο Τρότσκι. Ο Τρότσκι έλεγε πως δεν πρέπει να περιοριστούμε μόνο στην στρατολόγηση και την οργάνωση των στελεχών, πως χρειάζεται ένα πρόγραμμα δράσης, πως ο γερμανικός φασισμός θα βοηθήσει τους τροτσκιστές στον αγώνα τους ενάντια στην ηγεσία του Στάλιν και για το λόγο αυτό η στρατιωτική συνωμοσία θα πρέπει να τροφοδοτεί με στοιχεία το γερμανικό γενικό επιτελείο, καθώς και το στενά συνεργαζόμενο μαζί του γιαπωνέζικο γενικό επιτελείο, να κάνουμε σαμποτάζ στο στράτευμα, να προετοιμάσουμε τρομοκρατικές ενέργειες κατά των μελών της κυβέρνησης. Αυτές τις εντολές του Τρότσκι τις μετέφερε στο κέντρο της συνωμοσίας.

Το 1933 είχα την πρώτη συζήτηση με τον Μπουχάριν. Μαζί με τον Ποπόφ επισκεφτήκαμε τον άρρωστο Μπουχάριν στο διαμέρισμά του. Αφού λύσαμε το ζήτημα για το Ινστιτούτο Τηλεμηχανικής, σηκωθήκαμε να φύγουμε με τον Ποπόφ. Ο Μπουχάριν, όσο ο Ποπόφ πήγαινε προς την πόρτα, μου έπιασε το χέρι και μιλώντας γρήγορα μου είπε ότι γνωρίζει τη δουλειά που κάνω για την οργάνωση στρατιωτικής συνωμοσίας, πως η πολιτική του κόμματος είναι καταστροφική, πως πρέπει οπωσδήποτε να αποσύρουμε τον Στάλιν και πως για το λόγο αυτό θα πρέπει να επιταχύνουμε τις διαδικασίες οργάνωσης και ενίσχυσης της συνωμοσίας. 

Τον Έιντεμαν τον στρατολόγησα το 1932. Αφού έλαβα τις εντολές για του Τρότσκι για σαμποτάζ, κατασκοπία κ.λπ. ο Έιντεμάν με παρακάλεσε να του δώσω εντολές για την δράση του στην Οργάνωση Αρωγής προς την άμυνα, την αεροπορία και την χημική βιομηχανία. Αφού συζήτησα αυτό το ζήτημα με το κέντρο, θεωρήσαμε πως βασική αποστολή του Έιντεμαν είναι μαζί με τον Κάμενεφ να σαμποτάρουν τη δουλειά, έτσι ώστε εκτός από την κακή οργάνωση της αντιαεροπορικής προστασίας των κτιρίων, να αποδιοργανωθεί και η κοινωνική δραστηριότητα της Εταιρείας ως προς την άμυνα κατά των χημικών όπλων. Εκτός από αυτόν τον Έιντεμαν, ανατέθηκε η αποστολή της αποδιοργάνωσης της στρατολογίας, των ασκήσεων των αξιωματικών της εφεδρείας και, τέλος, της οργάνωσης ομάδων δολιοφθοράς στις μονάδες της οργάνωσης. 

Ο Έιντεμαν μου είπε πως έχει βάσιμες ελπίδες ότι θα έρθει μαζί μας και ο Απόγκα. Στην ίδια συνεδρίαση συζήτησα με τον Απόγκα και αμέσως κατάλαβα πως είχε ήδη στρατολογηθεί. Στην πρότασή μου να ενταχθεί στην ομάδα που οργάνωσα ο Απόγκα συμφώνησε. Τότε ενημέρωσα τον Απόγκα για τα μέλη της ομάδας και τις φιλοτροτσκιστικές μας απόψεις. Γνωρίζοντας πως ο Απόγκα έχει πολύ καλές σχέσεις με τον Κάμενεφ, τον παρακάλεσα να προσπαθήσει να τον πείσει. 

Στη συνέχεια ο Απόγκα έλαβε την εντολή να προχωρήσει σε δολιοφθορές στα σιδηροδρομικά στρατεύματα, να υπονομεύσει την κατασκευή σιδηροδρομικών γραμμών, εθνικών ασφαλτοστρωμένων δρόμων στρατιωτικής χρήσης, να ετοιμάσει την περίοδο του πολέμου ομάδες δολιοφθοράς για την καταστροφή γεφυρών και τέλος, να ενημερώσει το γερμανικό και το γιαπωνέζικο γενικό επιτελείο με στοιχεία για τις σιδηροδρομικές μεταφορές στην Άπω Ανατολή και στα δυτικά σύνορα. Το 1933, κατά τη διάρκεια της επίσκεψής μου στο πεδίο βολής των σιδηροδρομικών στρατευμάτων στο Γκοροχοβέτς, ο Απόγκα μου είπε πως τα στοιχεία για τις σιδηροδρομικές μεταφορές έχουν ήδη διαβιβαστεί στα γενικά επιτελεία της Γερμανίας και της Ιαπωνίας. Ο Απόγκα δεν με ενημέρωσε με ποιο τρόπο παράδωσε αυτά τα στοιχεία και ποιος στέλεχος των σιδηροδρομικών στρατευμάτων το έκανε, αλλά ούτε και εγώ τον ρώτησα. 

Μετά τα γυμνάσια του 1933, στις αρχές του χειμώνα, με επισκέφτηκε στο γραφείο μου μία φορά ο Κάμενεφ και άρχισε να μου λέει για τα συμπεράσματά του σχετικά με τα γυμνάσια. Μετά από μία μακρά συζήτηση ο Κάμενεφ παρέμεινε για πολλή ώρα και κατάλαβα πως θέλει να μου μιλήσει για κάτι άλλο. Του είπα: «Σας συμβουλεύω, Σεργκέι Σεργκέγιεβιτς, να έχετε στενή σχέση με τον Απόγκα», πράγμα στο οποίο ο Κάμενεφ απάντησε ότι συνδέεται στενά με τον Απόγκα, αλλά θέλει να έχει εξίσου στενές σχέσεις μαζί μου. Άρχισα να του λέω για τα λάθη της στρατιωτικής και κομματικής ηγεσίας, ο Κάνεμεφ άρχισε να επαναλαμβάνει τα λόγια μου και τότε του πρότεινα να ενταχθεί στην συνωμοτική μας ομάδα. Ο Κάμενεφ συμφώνησε αμέσως. Του είπε ότι θα το κάνουμε μέλος του κέντρου της συνωμοσίας και τον ενημέρωσα για τις συζητήσεις που είχα με τον Ενουκίντζε, τον Μπουχάριν και τον Ρομ.

Αύριο η συνέχεια