Με… ανάμεικτα συναισθήματα ξεκίνησε για τις αγορές το τελευταίο τρίμηνο του έτους. Τα διαδοχικά ιστορικά υψηλά σε Αμερική και Ευρώπη (5 ρεκόρ σε 7 συνεδριάσεις) έδωσαν τη θέση τους στο μεγάλο sell-off της Παρασκευής 10 Οκτωβρίου, το οποίο ανέδειξε πόσο εύθραυστο είναι το κλίμα, με τον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ-Κίνας να επανέρχεται στο προσκήνιο.
Ηνωμένες Πολιτείες και Κίνα δείχνουν να μην έχουν πει την… τελευταία τους κουβέντα σε ό,τι αφορά την πολύ κρίσιμη μάχη των δασμών. Ή τέλος πάντων, δεν έχουν ακόμα αποκαλύψει τις πραγματικές τους προθέσεις, αφού έχουν περάσει μόλις λίγες εβδομάδες από τη συνάντηση Ντόναλντ Τραμπ – Σι Τζινπίνγκ και οι κινήσεις στην εμπορική σκακιέρα παραμένουν επιθετικές.
Και μπορεί το Πεκίνο να έδωσε εξηγήσεις για τους περιορισμούς στις εξαγωγές σπάνιων γαιών αλλά δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως οι Κινέζοι γνώριζαν πολύ καλά ότι η απόφαση θα προκαλούσε έντονες αντιδράσεις. Όπως κι έγινε. Ο Τραμπ απείλησε το Πεκίνο με επιπλέον δασμούς 100%, αλλά στη συνέχεια δήλωσε πως όλα θα πάνε καλά, επαναλαμβάνοντας τη στρατηγική της απειλής και της αναδίπλωσης.
Μένει να δούμε αν στις επόμενες εβδομάδες θα σημειωθούν και άλλα επεισόδια που θα δοκιμάσουν τις αντοχές του ράλι. Χρονικά ωστόσο, η πρώτη μεγάλη δοκιμασία για τις αγορές είναι τα εταιρικά αποτελέσματα που αρχίζουν να ανακοινώνουν από αυτή την εβδομάδα οι εισηγμένες στη Wall Street για το γ’ τρίμηνο.
Είναι η πρώτη «παγίδα» για τους επενδυτές, στον δρόμο για το φινάλε ενός ακόμα εντυπωσιακού από πλευράς αποδόσεων έτους. Δεν πρέπει άλλωστε να ξεχνάμε ότι τα πολύ ικανοποιητικά – και σε αρκετές περιπτώσεις αναπάντεχα καλά – αποτελέσματα β’ τριμήνου ήταν αυτά που έδωσαν την απαιτούμενη ώθηση στο ράλι. Περί τις 85 εισηγμένες, εκ των οποίων 35 εταιρείες του S&P 500 κάνουν την αρχή και η επενδυτική κοινότητα αναμένει με αγωνία τα αποτελέσματα.
Χθες Τρίτη 14/10, ήταν η JPMorgan, η Citi, η BlackRock, η Goldman Sachs και η Wells Fargo που άνοιξαν την αυλαία. Όλοι ανεξαιρέτως οι κολοσσοί του χρηματοπιστωτικού κλάδου ξεπέρασαν τις προσδοκίες των αναλυτών. Στα 5,07 δολάρια ανά μετοχή τα κέρδη της JPMorgan, έναντι προβλέψεων για 4,84 δολάρια, στα 2,24 δολάρια ανά μετοχή τα κέρδη της Citi, έναντι προβλέψεων για 1,75 δολάρια, ενώ στα 12,25 δολάρια διαμορφώθηκαν τα κέρδη της Goldman Sachs, με τους αναλυτές να αναμένουν 11,02 δολάρια ανά μετοχή.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, οι εταιρείες του S&P 500 θα εμφανίσουν άνοδο 7,9% στα κέρδη ανά μετοχή στο γ’ τρίμηνο. Αν η πρόβλεψη αυτή επιβεβαιωθεί, τότε θα πρόκειται για το ένατο διαδοχικό τρίμηνο αύξησης των κερδών ανά μετοχή, αν και θα έχει σημειωθεί επιβράδυνση από το +12% του β’ τριμήνου.
Αυτή είναι ίσως και η μεγάλη παγίδα. Βλέπετε, μετά το πολύ καλό β’ τρίμηνο, οι αναλυτές έχουν ανεβάσει τον πήχη των προσδοκιών, που συνεπάγεται ότι τα αποτελέσματα πρέπει να εμφανιστούν ακόμα καλύτερα για να μην απογοητεύσουν.
Η δεύτερη «παγίδα» αφορά στις διαπραγματεύσεις ΗΠΑ-Κίνας και στα πολύ πιθανά επεισόδια κλιμάκωσης της έντασης του εμπορικού πολέμου. Όπως της περασμένης Παρασκευής, όταν ο Τραμπ αποφάσισε να ανεβάσει το θερμόμετρο, για να καθησυχάσει αργότερα μέσω, όπως συνηθίζει, μέσω social media ότι όλα θα πάνε καλά. Κάθε επεισόδιο, κάθε κλιμάκωση της έντασης μπορεί να επιδεινώσει το κλίμα, ιδιαίτερα αν συνδυαστεί με κάποια άλλη σοβαρή αφορμή, όπως λ.χ. μία γεωπολιτική αναταραχή μεταξύ της Ρωσίας και του ΝΑΤΟ.
Η τρίτη και κρισιμότερη, ωστόσο, παγίδα είναι η συμπεριφορά των ίδιων των επενδυτών. Μετά τον Απρίλιο βλέπουμε ότι οι περισσότεροι κυνηγούν το ράλι, υπό τον φόβο ότι θα χάσουν το μεγάλο χρηματιστηριακό πάρτι που λαμβάνει χώρα από τα τέλη του 2022 και το ξέσπασμα της Τεχνητής Νοημοσύνης.
Τελευταία όμως παρατηρείται αξιοσημείωτη αύξηση της μεταβλητότητας με τον «δείκτη φόβου» VIX να εκτινάσσεται σε υψηλό 4 μηνών. Η εξέλιξη αυτή θα μπορούσε να υποδηλώνει αλλαγή κλίματος. Διότι το διάστημα που μεσολάβησε χαρακτηρίζεται ως μία από τις πιο ήρεμες χρηματιστηριακά περιόδους των τελευταίων ετών. Αν η μεταβλητότητα συνεχιστεί μπορεί να προκαλέσει ρωγμές στο ράλι οι οποίες ενδέχεται να πυροδοτήσουν πιο εκτεταμένα sell-off σε πιθανές αναταράξεις.
Η λέξη-κλειδί είναι ο εφησυχασμός, καθώς είναι ξεκάθαρο ότι σε κάθε αναταραχή, οι επενδυτές ενώ αρχικά αντιδρούν υπερβολικά, στη συνέχεια… ξεθαρρεύουν και εντέλει δεν πτοούνται, διευρύνοντας ακόμα περισσότερο το ράλι και τις αποτιμήσεις. Είναι μία συνθήκη που τρομάζει γιατί θυμίζει τις «φούσκες» του παρελθόντος και ειδικότερα των εταιρειών του διαδικτύου στις αρχές της χιλιετίας. Έχουν γραφτεί αναρίθμητα άρθρα και αναλύσεις που συγκρίνουν τις σημερινές συνθήκες με το 1999-2001 όταν έσκασε η φούσκα των dotcom, όμως κάθε κρίση, κάθε περίοδος είναι διαφορετική.