Ιστορική μνήμη και λήθη

Χθες, 9 Νοεμβρίου συμπληρώθηκαν 31 χρόνια από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, του συμβολικότερου μέρους του Σιδηρού Παραπετάσματος που συμπαρέσυρε τελικά και ολόκληρο τον τότε υπαρκτό σοσιαλισμό.

Τριανταένα χρόνια δεν είναι πολλά υπό την οπτική της ιστορίας. Δεν είναι όμως και λίγα. Και απ’ ό,τι αποδεικνύει η έρευνα που εξέδωσε χθες το ΚΕΦίΜ ακριβώς με θέμα τη γνώση και την άγνοια των νέων Ελλήνων σχετικά με τον κομμουνισμό, τριανταένα χρόνια μάλλον αρκούν για να σβήσουν από τη συλλογική συνείδηση μεγάλο μέρος της σημασίας αυτής της καθοριστικής νίκης της ανθρώπινης ελευθερίας. 

Όπως καταδεικνύει λοιπόν αυτή η έρευνα, που είχε ως υπεύθυνο τον αναπληρωτή καθηγητή στο City University του Λονδίνου Σωτήρη Γεωργανά, δύο στους τρεις απαντήσαντες δεν γνωρίζουν πότε χτίστηκε το Τείχος, ένας στους τέσσερις δεν ξέρει ποιες χώρες υπήρξαν κομμουνιστικές και ποιες όχι, ενώ ένα εντυπωσιακό ποσοστό των 6 στους 10 απαντούν ότι αν η Ελλάδα είχε ενταχθεί στη σοβιετική σφαίρα επιρροής μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο σήμερα θα βρισκόταν σε παρόμοια αν όχι σε καλύτερη οικονομική κατάσταση.

Κι αυτό, σε μια χώρα που επί δεκαετίες βρέθηκε στα σύνορα του ελεύθερου κόσμου, που το πλήρωσε αυτό με έναν αιματηρό εμφύλιο και άλλες τραγωδίες, που είδε και συνεχίζει να βλέπει ανθρώπους που τυραννήθηκαν από τον κομμουνισμό να αναζητούν με τις οικογένειές τους μια καλύτερη μοίρα εδώ.

Αυτή η άγνοια των νέων ανθρώπων για τις ανατριχιαστικές επιδόσεις του εφαρμοσμένου σοσιαλισμού είναι ξεκάθαρα ανησυχητική, και πρέπει να προβληματίσει μεταξύ άλλων και τους υπεύθυνους για τη διαμόρφωση των σχολικών προγραμμάτων.

Κι αυτό γιατί σήμερα, ο λεγόμενος “σοσιαλισμός των Μιλένιαλ” για τον οποίο συχνότατα γράφει ο Kristian Niemetz του Institute of Economic Affairs προσπαθεί, και σε μεγάλο βαθμό το πετυχαίνει, να αποσυνδέσει τα ουτοπικά αιτήματα των εκφραστών του από τις συνέπειες που έχει αποδεδειγμένα ξανά και ξανά στην πρόσφατη ιστορία και σε κάθε γωνιά του πλανήτη η εφαρμογή των σοσιαλιστικών πολιτικών. Όμως η Στάζι και η ανελευθερία, ο πόθος της δραπέτευσης στη Δύση και τα καθημερινά εγκλήματα του καθεστώτος απέναντι σε καθημερινούς ανθρώπους που χαρακτήριζαν τη φρίκη που ονομαζόταν Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας - τη χώρα με τις ηπιότερες μάλλον επιπτώσεις του σοσιαλισμού στην Ευρώπη - δεν είναι μια λάθος εφαρμογή του κομμουνισμού. Όπως δεν είναι λάθος η εφαρμογή του σοσιαλισμού στην Βενεζουέλα και τη Βόρειο Κορέα. Αντιθέτως, όπως εγκαίρως μας προειδοποίησε ο Φρίντριχ Χάγιεκ στον Δρόμο προς τη Δουλεία, ο αυταρχισμός, η καταστολή, ο εξαναγκασμός, η υποδούλωση, είναι τα αναπόφευκτα αποτελέσματα της συνεπούς εφαρμογής των μαρξιστικών ιδεών.

Πριν λοιπόν ως κοινωνία εντάξουμε αποτελεσματικότερα τη διδασκαλία της πρόσφατης ευρωπαϊκής και παγκόσμιας ιστορίας στα σχολικά προγράμματα, ας ξεκινήσουμε ως άτομα με κάτι ευκολότερο και αμεσότερο: Ας ρωτήσουμε έναν μετανάστη ή μια μετανάστρια από μια χώρα του πρώην εκείνου σοσιαλιστικού παραδείσου να πουν σε μας, και ιδιαίτερα στους νέους ανθρώπους, από ποιον παράδεισο αγωνίστηκαν να δραπετεύσουν. 

“Όλα τα τείχη κάποτε πέφτουν” υπενθυμίζει το τατουάζ που έχει στο μπράτσο του ένας από τους στενούς μου συνεργάτες. Όχι όμως από μόνα τους. Χρειάζεται να είμαστε έτοιμοι να τα ρίξουμε.