Γίνεται να μην τα λέμε;

Γίνεται να μην τα λέμε;

Του Δημήτρη Καμπουράκη

«Ειλικρινά δεν σας καταλαβαίνω εσάς τους δημοσιογράφους. Το πάτε φιρί-φιρί να ανατινάξετε την αναιμική ανάκαμψη της οικονομίας. Βάζετε απέναντι τους καλεσμένους σας και τους πιέζετε αφόρητα για την Τουρκία, με εκείνα τα ''τι θα κάνετε αν'' και τα ''τι θα πράξετε εφόσον''. Μα καλά, δεν καταλαβαίνετε πως μόλις βγάλετε με το τσιγκέλι από το στόμα ενός υπουργού την φράση ''θα βουλιάξουμε το τουρκικό πλοίο'', κατ' ευθείαν θα στείλετε στον βυθό την ελληνική οικονομία;»

Ο φίλος που κομψά μου επιτέθηκε θεωρώντας με εκπρόσωπο όλου του δημοσιογραφικού κόσμου της χώρας και ρυθμιστή της θεματολογίας όλων των τηλεοπτικών προγραμμάτων, είναι άνθρωπος της αγοράς. Δεν ξέρει βέβαια από δημοσιογραφία, ξέρει όμως από κτηματαγορά και από τραπεζικές συναλλαγές. Και ανησυχεί: «Ρε σεις, αν είχατε λεφτά και ψάχνατε που θα τα βάλετε, θα διαλέγατε μια χώρα που το επόμενο τρίμηνο ή εξάμηνο πάει για πόλεμο;»

Το ερώτημα δεν είναι αβάσιμο, αλλά αν υιοθετήσουμε αυτή την συλλογιστική, ο Ερντογάν θα ξεκινήσει γεωτρήσεις στην παραλία της Ιεράπετρας και οι Έλληνες δημοσιογράφοι δεν θα το μεταδώσουν για να μην τρομάξει ο κόσμος και για να μην επηρεαστεί αρνητικά η κατανάλωση στην Χριστουγεννιάτικη αγορά. Γίνεται; Συγνώμη αλλά δεν γίνεται.

«Δεν λέω να γίνει σύρραξη με την Τουρκία κι εσείς να μεταδίδετε χαζοχαρούμενα νέα από την γιορτινή Αράχωβα, λέω απλώς να μην ξεκινάτε εσείς τον πόλεμο πριν καν τον αποφασίσουν οι πολιτικοί και οι στρατηγοί» ανταπαντά ο συνομιλητής μου. «Έχετε ανακαλύψει κάθε απόστρατο ναύαρχο και πτέραρχο, οι οποίοι κάνουν σήμερα από τηλεοράσεως όλους τους πολέμους που δεν έκαναν όσο ήταν εν ενεργεία. Νισάφι πια με τους συνταξιούχους πολέμαρχους.»

Εντάξει, αλλά το πρωτογενές υλικό δεν το προσφέρουν οι δικοί μας συνταξιούχοι στρατιωτικοί ούτε οι δημοσιογράφοι. Το προσφέρει ο ίδιος ο Ερντογάν προσωπικά. Πως θα αγνοήσουμε έναν παλαβό αδίστακτο που απειλεί ευθέως και κάθε μέρα την Ελλάδα, ειδικά όταν έχει αποδείξει πως δεν το χει σε τίποτα να βάλει φωτιά στην περιοχή; Εξ άλλου μας δίνει υλικό και η ελληνική κυβέρνηση με τις διπλωματικές της ενέργειες.

«Τότε κι εσείς μείνετε στα διπλωματικά κι αφήστε κατά μέρος τις ναυμαχίες» επιμένει ο φίλος μου. «Όλες οι χώρες έχουν ανοικτά διπλωματικά ζητήματα, αυτά δεν ενοχλούν κανέναν, ούτε τους πολίτες ούτε τους επενδυτές. Οι πιθανότητες στρατιωτικής εμπλοκής είναι που τα κάνουν όλα μαντάρα, που νεκρώνουν τις αγορές και βυθίζουν τις οικονομίες. Οπότε κόφτε το. Γίνονται ι άλλα πράγματα σ' αυτή την χώρα, δεν κυκλοφορούν μόνο F-16, drones και πολεμικές φρεγάτες.»

Η σύντομη συζήτηση μας έληξε εκεί, χωρίς να βγει συμπέρασμα, διότι δεν είναι δυνατόν να βρεθεί κοινός τόπος και αντιμετώπιση σ' ένα τόσο πολύπλοκο ζήτημα. Ούτε τα μέσα ενημέρωσης μπορούν να αγνοήσουν όσα συμβαίνουν στο εθνικό μέτωπο, ούτε οι άνθρωποι της αγοράς γίνεται να νιώθουν περιχαρείς με την οξύτητα της ειδησεογραφίας που κυριαρχεί. Ούτε είναι εφικτό να λείψουν οι εκατέρωθεν υπερβολές, αφού με τον ίδιο τρόπο που ο διαμαρτυρόμενος φίλος μου κυνηγά το κέρδος, και τα μέσα ενημέρωσης κυνηγούν την είδηση, την τηλεθέαση, τα διαδικτυακά κλικ ή την άνοδο της κυκλοφορίας.

Ένα πάντως πράγμα είναι σίγουρο: Την λύση του προβλήματος δεν την έχουν στο τσεπάκι ούτε οι δημοσιογράφοι, ούτε οι παράγοντες της αγοράς. Μόνο η πολιτική, διεθνής και εγχώρια, είναι ικανή να εκτονώσει ή να οξύνει τα πράγματα. Εμείς απλώς ακολουθούμε, έστω και διαπληκτιζόμενοι.