Γιατί ανεβαίνουν οι αγορές, ενώ ο κόσμος πεθαίνει από τον covid;

Τα ερωτήματα που ακούγονται καθημερινά από τους πολίτες, που βρίσκονται μακριά από τα χρηματιστήρια και τις αγορές, ξεκινούν με ένα τεράστιο «πως» και ένα «γιατί». Γιατί ανεβαίνουν οι αγορές, τη στιγμή που η ανθρωπότητα αντιμετωπίζει την πανδημία του covid-19; Πως ανεβαίνουν τα χρηματιστήρια, την στιγμή που καταστρέφονται οι οικονομίες σε όλον τον κόσμο;

Γιατί ανεβαίνουν, την στιγμή που υποχωρεί το παγκόσμιο ΑΕΠ, που χάνονται χιλιάδες ζωές και που η αβεβαιότητα βρίσκεται κοντά στο limit-up; Πως είναι δυνατόν, οι επενδυτές να παρουσιάζουν τέτοια αναλγησία και να κερδοσκοπούν την ώρα που υπάρχουν εκατόμβες νεκρών;

Και είναι εύλογα τα ερωτήματα των πολιτών, που δεν γνωρίζουν τον τρόπο που λειτουργούν οι αγορές. Διότι είναι πράγματι δύσκολο να χωνέψει κάποιος, ότι εν μέσω πανδημίας και οικονομικής κρίσης, εν μέσω ψυχολογικής καταπόνησης και φόβου, είναι δυνατόν οι αγορές να πηγαίνουν κόντρα στο γενικότερο κλίμα και οι επενδυτές να κερδίζουν.

Εδώ θα πρέπει να αναλογιστούμε ότι τα χρηματιστήρια, υπέστησαν μια ραγδαία υποχώρηση των τιμών τους, κατά τη διάρκεια του πρώτου τετραμήνου του 2020, με το που άρχισαν να έρχονται τα νέα από την Κίνα, προεξοφλώντας τα χειρότερα. Δεν είχαν καν ξεκινήσει τα lockdown, όταν οι επενδυτές ρευστοποιούσαν τις μετοχές τους, σα να μην υπάρχει αύριο. Και αυτό, διότι δεν είχαν ορατότητα για το μέλλον. Οπότε αντιλαμβανόμενοι τον κίνδυνο που πλησίαζε, επέλεγαν να βρεθούν με μετρητά στα χέρια τους, αντί με μετοχές, που θα ακολουθούσαν ένα αρνητικό πτωτικό σπιράλ. Διότι δεν πρέπει να λησμονούμε, ότι τα χρηματιστήρια και οι αγορές είναι προεξοφλητικοί μηχανισμοί. Προεξοφλούν τις επιπτώσεις από αυτά, που αισθάνονται ότι έρχονται. Επίσης δεν πρέπει να λησμονούμε ότι οι αγορές είναι αλλεργικές απέναντι στην αβεβαιότητα.

Αυτά έγιναν το Μάρτιο. Μέχρι και πριν από λίγες μόλις ημέρες, από τη ειδησιογραφία απουσίαζαν τα καλά νέα. Τα νέα αφορούσαν στην αποτίμηση των μέχρι τώρα ζημιών, στον υπολογισμό των ζημιών που έρχονται, στην ύφεση, στη διόγκωση των ελλειμμάτων και στην αναμενόμενη συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας, ακόμα και όταν βγούμε από το τούνελ της πανδημίας. Τα συναισθήματα παλινδρομούσαν ανάμεσα στο φόβο και στην ανησυχία, στην αβεβαιότητα και στην εξάντληση, στην απόγνωση και στην απελπισία. Και η ζυγαριά έγερνε προς την πλευρά των επιπτώσεων από το δεύτερο κύμα της υγειονομικής κρίσης.

Και ξαφνικά όλα άλλαξαν. Στην άλλη πλευρά της ζυγαριάς, απέναντι στην απελπισία και στον φόβο, πήρε θέση η ελπίδα για την ταχύτατη χρήση των εμβολίων της Pfizer και της Moderna. Και οι αγορές με τον ίδιο τρόπο που κατέρρευσαν τον Μάρτιο, κινήθηκαν στην αντίθετη κατεύθυνση καταπίνοντας τις απώλειες μηνών και καταγράφοντας σε αρκετούς μετοχικούς τίτλους νέα υψηλά. Το ανοδικό ωστικό κύμα ενισχύθηκε και από τις εκτιμήσεις διεθνών οίκων όπως είναι η Moody’s και η Morgan Stanley, που εμφανίστηκαν ιδιαίτερα θετικοί, ως προς το μέλλον της ελληνικής οικονομίας. Στην άνοδο που βιώνουμε, συντρέχουν και άλλοι τεχνικοί ενδοχρηματιστηριακοί λόγοι, όπως είναι το κλείσιμο των βιβλίων από την πλευρά των θεσμικών επενδυτών και η ανατροφοδότηση της ανόδου από όσους «έπαιζαν την αγορά προς τα κάτω».

Αυτά όσον αφορά τη συμπεριφορά του Χρηματιστηρίου Αθηνών, που κινείται στον μικρόκοσμο του. Για τις μεγάλες διεθνείς αγορές της Νέας Υόρκης, όπου καταγράφονται νέα υψηλά, οι απαντήσεις είναι καθαρά τεχνικές. Και αφορούν στην ύπαρξη λιμναζόντων κεφαλαίων χαμηλού κόστους, που διοχετεύονται βροχηδόν στα χρηματιστήρια. Ένα γεγονός, που οδηγεί στην απουσία ισορροπίας ανάμεσα στους αγοραστές και στους πωλητές, ωθώντας τις τιμές προς τα πάνω.

Το αν είναι ηθικό ή ανήθικο να ανεβαίνουν οι αγορές, τι στιγμή που χάνονται χιλιάδες ζωές καθημερινά, αποτελεί θέμα άλλης συζήτησης. Όμως όσοι διαχειρίζονται κεφάλαια τρίτων, όσοι διαχειρίζονται αποθεματικά ασφαλιστικών ταμείων και όσοι είναι διαχειριστές σε θεσμικά χαρτοφυλάκια, δεν έχουν την πολυτέλεια να κάνουν τέτοιες σκέψεις ή να έχουν ενοχές. Συμμετέχουν σε ένα παιχνίδι με πολλά τρισεκατομμύρια και με πολλά αντικρουόμενα και διαφορετικά συμφέροντα, στο οποίο, αν μη τι άλλο, πρέπει να επιβιώσουν.