Φραγμός στους κρατιστές, πριν είναι αργά

Φαντάζεστε μια Ελλάδα δίχως την Aegean ή χωρίς ακτοπλοΐα; Όχι βέβαια, όπως δεν φαντάζεται κανείς την Γερμανία χωρίς την Lufthansa ή την Βρετανία χωρίς την British. Αν κατέβουν τα αεροπλάνα στο έδαφος ή δέσουν τα πλοία στα λιμάνια, κλείνουν οι δρόμοι για ανθρώπους και εμπορεύματα. Επιστρέφουμε στον 19ο αιώνα κι ακόμα πιο πίσω. Αυτό το καταλαβαίνει κι η Κουτσή Μαρία.

Οπότε το κράτος είναι υποχρεωμένο να βοηθήσει. Κι αμέσως πετάγονται οι θιασώτες του κρατισμού και του κεντρικού –δήθεν- σχεδιασμού της οικονομίας: «Αφού τους σώζει το κράτος, να τους πάρει κιόλας. Κρατικοποίηση τώρα.» Η  εύκολη λύση στο μυαλό του άσχετου νεοέλληνα. Όλα κρατικά, όλα να υπάγονται σε κάποιον τμηματάρχη υπουργείου, ο οποίος ανάμεσα σε χίλιες άλλες αρμοδιότητες να έχει και την διοίκηση μιας αεροπορικής ή ακτοπλοϊκής εταιρείας που παλεύει στον παγκόσμιο ανταγωνισμό.

Θα μου πείτε ότι το παράδειγμα μου με τον τμηματάρχη είναι τραβηγμένο απ’ τα μαλλιά. Αμ δε. Όταν τα στελέχη της αριστεράς και του κρατισμού φώναζαν να μην γίνουν τα εργοστάσια με τις μάσκες διότι μπορούσε «να τις κατασκευάζει ο στρατός», πόσο παρατραβηγμένο είναι το παράδειγμα μου; Διότι αν ο στρατός αφήσει τα σύνορα για τα οποία υπάρχει και αρχίσει να φτιάχνει υγειονομικές μάσκες, τότε πόσο μακριά είναι η στιγμή που θ’ αρχίσει να ράβει και σώβρακα; Ή να διοικεί μια αεροπορική εταιρεία, όπως επί επταετίας ένας καραβανάς ταγματάρχης διοικούσε την κρατική τηλεόραση;

«Δηλαδή να πάρουν τα κρατικά εκατομμύρια οι ιδιοκτήτες και να τα κάνουν ό,τι θέλουν δίχως έλεγχο;» θα ρωτήσετε. Όχι ασφαλώς. Να πάρει το κράτος ένα μειοψηφικό πακέτο μετοχών την εταιρείας και να μπει στο Διοικητικό Συμβούλιο, με σκοπό να εισπράξει πίσω εντόκως τα λεφτά του μέσα σε λελογισμένο χρονικό διάστημα. Επ’ ουδενί λόγο όμως στην καθημερινή διοίκηση. Αλλιώς θα γεμίσουν τα κτίρια των εταιρειών με συμβούλους και παρασυμβούλους, δεν θα φτάνουν οι καρέκλες για να θρονιάζονται οι κλητήρες-ψηφοφόροι των εκάστοτε υπουργών.

Δεν θα ξεχάσουμε δα την τραγική εμπειρία των «προβληματικών επιχειρήσεων» της δεκαετίας του ’80. Όταν βιομηχανίες παπουτσιών και υφασμάτων, τουβλάδικα και βουλκανιζατέρ κρατικοποιήθηκαν για να μην κλείσουν οι επιχειρήσεις και χαθούν θέσεις εργασίας. Δώσαμε έναν πακτωλό δισεκατομμυρίων από τους φόρους μας, δίχως ούτε μία απ’ αυτές να εξυγιανθεί και να επιστρέψει στην αγορά. Απλώς οι εργαζόμενοι τους έγιναν δημόσιοι υπάλληλοι.

Αυτά δεν πρέπει και ούτε πρόκειται να ξαναγίνουν. Η κρατική Ολυμπιακή, στο τέλος της ζωής της, μας στοίχιζε ένα εκατομμύριο ευρώ την ημέρα. Δεν θα ξαναγυρίσουμε σ’ αυτά επειδή γιατροί και νοσοκόμες αποδείχτηκαν ήρωες στην μάχη κατά του κορονοϊού. Ούτε θα ξαναδούμε την διώρυγα της Κορίνθου, ένα χαντάκι που έσκαψε ο Χαρίλαος Τρικούπης και έκτοτε απλώς εισέπραττε απ’ όποιον το περνούσε, να είναι διαχρονικώς ελλειμματική διότι αντί των 30 αναγκαίων υπαλλήλων αυτή «απασχολούσε» πάνω από 150.

Εγώ λέω ένα πράγμα: Αν από τα περίφημα 60 δις των ευρωπαϊκών προγραμμάτων χρειαστεί να ξοδέψουμε τα μισά για την αλλαγή της νοοτροπίας μας και των στερεοτύπων μας, πάλι κέρδος θα χουμε. Διότι τα άλλα μισά θα τα εκμεταλλευτούμε σωστά. Ενώ με τον τρόπο που σκεφτόμαστε τώρα, όλα στράφι θα πάνε πάλι.