Βία και Ανομία στα Ελληνικά ΑΕΙ: Ώρα Ευθύνης και Αποφάσεων

Βία και Ανομία στα Ελληνικά ΑΕΙ: Ώρα Ευθύνης και Αποφάσεων

18 Φλεβάρη 2009-Ομάδα αγνώστων εισβάλλει σε αίθουσα του Κτιρίου «Κωστής Παλαμάς» του ΕΚΠΑ και ξυλοκοπεί στέλνοντας στο νοσοκομείο τον καθηγητή Γιάννη Πανούση (μετέπειτα υπουργό προστασίας του πολίτη του ΣΥΡΙΖΑ), ο οποίος ήταν ομιλητής σε εκδήλωση.

14 Απριλίου 2011-Ομάδα κουκουλοφόρων επιτίθεται με καδρόνια εναντίον του νομπελίστα καθηγητή James Watson, τον άνθρωπο που έλυσε το γρίφο της δομής του DNA, ενώ αυτός μιλάει σε αμφιθέατρο του Παν/μιου Πατρών στο πλαίσιο διεθνούς συνεδρίου Ιατρικής Χημείας.

15 Φλεβάρη 2017-Τρία άτομα, ξυλοκοπούν αγρίως στο χώρο του Παντείου Πανεπιστημίου τον καθηγητή του ιδρύματος, Άγγελο Συρίγο (μετέπειτα βουλευτή της Ν.Δ.)

Τα παραπάνω περιστατικά είναι τρία μόνο, από τα εκατοντάδες κυριολεκτικά κρούσματα ακραίας βίας, τα οποία κάθε χρόνο λαμβάνουν χώρα στα Ελληνικά ΑΕΙ, καθιστώντας τα ιδιαίτερη περίπτωση ανάμεσα σε όλα τα Πανεπιστήμια του κόσμου. Σύμφωνα με έρευνα του πανεπιστημίου Μακεδονίας μόνο στην περίοδο από το 2011 μέχρι το 2017 καταγράφηκαν συνολικά 358 περιστατικά ανομίας σε 19 ιδρύματα. Τα περισσότερα μάλιστα κρούσματα αφορούσαν καθηγητές καθώς  τα 95 από τα περιστατικά αφορούσαν την άσκηση βίας σε βάρος τους, ενώ τα 34 αφορούσαν επιθέσεις σε βάρος φοιτητών και τα 27 επιθέσεις σε βάρος τρίτων.

Πέρα από την άσκηση βίας, καταγράφηκαν και 87 περιστατικά κατάληψης, 67 περιστατικά εισβολής, 31 περιστατικά ματαίωσης εκλογών, 27 περιστατικά επιθέσεων και 20 περιστατικά ναρκωτικών.

Σύμφωνα με την ίδια αυτή έρευνα, τα περισσότερα κρούσματα καταγράφηκαν στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο (113), στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (70), στο Πολυτεχνείο (37), στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο (26), στο Πανεπιστήμιο Πατρών (13), και στο Πάντειο Πανεπιστήμιο (10). Σε όλα τα υπόλοιπα ΑΕΙ της χώρας καταγράφηκαν σποραδικά και ελάχιστα περιστατικά βίας.

Με βάση την παραπάνω σύντομη αποτύπωση του φαινομένου προκύπτουν ορισμένα βασικά συμπεράσματα:

1. Η βία στα Ελληνικά ΑΕΙ είναι εκτεταμένο φαινόμενο και συνδέεται συνήθως με δυνάμεις της άκρας Αριστεράς. Αν και εμφανίζεται με το μανδύα της πολιτικής δράσης συχνά διασυνδέεται και με άλλες μορφές ανομίας και παραβατικότητας (π.χ. εμπόριο ναρκωτικών, παραεμπόριο)

2. Περισσότερο υποφέρουν τα μεγάλα ΑΕΙ των αστικών κέντρων (εκεί δηλαδή που οι δυναμικές μειοψηφίες μπορούν να αποκτούν το μέγεθος της απαιτούμενης κρίσιμης μάζας)

3. Η βία στρέφεται εν τέλει εναντίον αυτού του αγαθού που όλοι στα λόγια δηλώνουν πως θέλουν να προασπίσουν, δηλαδή την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών. Με άλλα λόγια πρόκειται για «ξεκαθάρισμα λογαριασμών» με τους ιδεολογικούς «εχθρούς» εντός του ΑΕΙ (καθηγητές κατά πρώτο λόγο και φοιτητές κατά δεύτερο).

Η ανατομία και η ανάλυση όμως του φαινομένου δεν επαρκούν, αν και θα πρέπει να αποτελέσουν τη βάση των πρωτοβουλιών που ήδη έχουν δρομολογηθεί για την άμβλυνση του προβλήματος.

Θα πρέπει κανείς να προτείνει και συγκεκριμένα πράγματα. Η διατύπωση συγκεκριμένων προτάσεων είναι ένα πεδίο στο οποίο υστερεί εδώ και χρόνια ο ελληνικός δημόσιος βίος. Καμία πλευρά (πολιτική τάξη, πρυτάνεις, ακαδημαϊκές αρχές, φοιτητές, κοινωνία), η καθεμία για τους δικούς της λόγους, δεν έχει ακουμπήσει ουσιαστικά το πρόβλημα, αρκούμενη συνήθως στη μεταβίβαση ευθυνών σε όλες τις υπόλοιπες. Η Κυβέρνηση σήμερα δείχνει να θέλει να σπάσει αυτό το «φαύλο κύκλο» της ανοχής των κοινωνικών δυνάμεων και της σιωπής του φόβου.

Η πρόσφατη άλλωστε διαπόμπευση του πρύτανη του ΟΠΑ (δίκην Εβραίου από τους Ναζί) ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι και έκανε πλέον την ανάγκη θαρραλέων πρωτοβουλιών εκ των ων ουκ άνευ.

Η γνώμη του γράφοντος είναι πως αυτές οι πρωτοβουλίες θα πρέπει να κινηθούν σε δυο επίπεδα. Σε πρώτο επίπεδο είναι ανάγκη να ορθωθεί ένα τείχος άμυνας από όλες τις υγιείς δυνάμεις του τόπου με μπροστάρηδες τα ίδια τα μέλη ΔΕΠ των ΑΕΙ, και τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου ώστε να απονομιμοποιηθεί το φαινόμενο. Το μήνυμα πρέπει να είναι σαφές: στο Πανεπιστήμιο καμία μορφή τραμπουκισμού και βίας δεν είναι ανεκτή από όποια ομάδα και εάν προέρχεται.

Στο τέλος της ημέρας είναι και ζήτημα προάσπισης του ίδιου του κύρους των ΑΕΙ τα οποία αδίκως στη δημόσια συνείδηση συνδέονται με φαινόμενα ανομίας και όχι με το σπουδαίο εκπαιδευτικό, ερευνητικό και κοινωνικό έργο που επιτελούν (αλήθεια πόσοι έμαθαν πως οι ετεροαναφορές που λαμβάνουν οι δημοσιεύσεις από Έλληνες επιστήμονες έχουν κατακόρυφα αυξηθεί τα τελευταία χρόνια βελτιώνοντας σημαντικά τη θέση της Ελλάδας στο σχετικό δείκτη;).

Το δεύτερο επίπεδο είναι αυτό των τεχνικών λύσεων και των αντίστοιχων θεσμικών πρωτοβουλιών που θα πρέπει να αναληφθούν. Η όποια οριζόντια λύση μάλλον δεν κρίνεται σκόπιμη καθώς ούτε όλα τα ΑΕΙ αντιμετωπίζουν στον ίδιο βαθμό το πρόβλημα, ούτε όλα έχουν την ίδια χωροταξία, ούτε όλα έχουν την ίδια εσωτερική παράδοση και κουλτούρα στο ζήτημα αυτό.

Αντί αυτού προτείνεται να εξεταστεί η παροχή της θεσμικής δυνατότητας τα πανεπιστήμια να επιλέξουν ανάλογα με τις συνθήκες τους, ανάμεσα σε διαφορετικές λύσεις η συνδυασμούς λύσεων όπως ενδεικτικά είναι:

α) η μίσθωση ιδιωτικών εταιρειών φύλαξης (security),

β) η αξιοποίηση της συνδρομής του ειδικού αστυνομικού σώματος για την ασφάλεια και φύλαξη των ΑΕΙ του οποίου την ίδρυση δρομολογεί η Κυβέρνηση,

γ) η ελεγχόμενη είσοδος σε χώρους των ΑΕΙ,

δ) η χρήση κλειστών κυκλωμάτων νόμιμης βιντεοσκόπησης, κλπ.

Το κάθε ΑΕΙ θα πρέπει να υποχρεούται να εφαρμόσει κατ’ ελάχιστον ορισμένους από αυτούς τους τρόπους ενώ παράλληλα οι αρχές του θα πρέπει να λογοδοτούν στο πλαίσιο της αξιολόγησης των ιδρυμάτων για το βαθμό επιτυχίας τους στο πλαίσιο της αντιμετώπισής της βίας στο εσωτερικό τους.

Ό,τι πάντως και να γίνει θα πρέπει να είναι σαφές πως τίποτα από μόνο του δεν αρκεί. Χρειάζεται μεγάλη και μακροχρόνια προσπάθεια για να εξαλειφθεί αυτή η παθογένεια που ταλανίζει εδώ και δεκαετίες τα ΑΕΙ της χώρας.

* Ο Κώστας Δημόπουλος είναι καθηγητής εκπαιδευτικής πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου