Τα «αγκάθια» και το διακύβευμα της συνάντησης Μητσοτάκη - Ερντογάν

Τα «αγκάθια» και το διακύβευμα της συνάντησης Μητσοτάκη - Ερντογάν

Με στόχο να υπάρξει στοιχειώδης συνεννόηση ώστε οι εντάσεις που είναι ολοένα και πιο πυκνές το τελευταίο διάστημα να μην οδηγήσουν σε κρίση και σε πλήρη ανατροπή των «ήρεμων νερών», προσέρχεται η Αθήνα στη συνάντηση του Κυρ. Μητσοτάκη με τον Τούρκο πρόεδρο, Τ. Ερντογάν, την Τρίτη στη Νέα Υόρκη.

Η συνάντηση θα πραγματοποιηθεί υπό το κλίμα που διαμορφώνει η ανακοίνωση της πρόσκλησης του Τούρκου προέδρου στο Λευκό Οίκο, κάτι που αποτελεί μια σημαντική κίνηση για τον Ερντογάν καθώς θα διαβεί και πάλι την πύλη του Λευκού Οίκου μετά από έξι χρόνια. Παράλληλα, η συναλλακτική σχέση που προσπαθεί να οικοδομήσει με τον Ντόναλντ Τραμπ δείχνει να αποδίδει. 

Η συνάντηση Μητσοτάκη - Ερντογάν μετά από ένα αρκετά μεγάλο διάστημα συμπίπτει με μια περίοδο που η προσπάθεια επανεκκίνησης των συνομιλιών για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών έχει παγώσει, ενώ προκύπτουν συχνά πλέον περιστατικά που αναδεικνύουν τις διεκδικήσεις της Τουρκίας επί του πεδίου, δημιουργώντας μια δύσκολα διαχειρίσιμη κατάσταση.

Για την Αθήνα είναι σαφές ότι η ισορροπία που αναζητείται είναι να αποτραπεί ο κίνδυνος κλιμάκωσης της έντασης που θα μπορούσε να φθάσει και σε επεισόδιο και ταυτόχρονα να ανατραπεί η προσπάθεια της Τουρκίας να μετατραπεί σε κανονικότητα η μη άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας.

Η διατήρηση των ήρεμων νερών με πλήρη επίγνωση ότι αυτό δεν συνοδεύεται με επίλυση των προβλημάτων, θεωρείται αναγκαία από την Αθήνα, η οποία δεν θα ήθελε σε μια στιγμή μεγάλων ανακατατάξεων σε διεθνές και περιφερειακό επίπεδο να εμπλακούν με οποιονδήποτε τρόπο μεγάλες δυνάμεις, όπως οι ΗΠΑ, σε μια ελληνοτουρκική αντιπαράθεση. Ειδικά μάλιστα όταν και η «διπλωματία» του Ν. Τραμπ δείχνει ροπή σε μια συναλλακτική λογική και στο δίκαιο του ισχυρού, που ταιριάζει απολύτως με τις αντιλήψεις της Τουρκίας.

Στη συνάντηση Μητσοτάκη - Ερντογάν, που λόγω του βεβαρημένου προγράμματος και των δύο δεν προβλέπεται να είναι μακρά, θα γίνει στη γνωστή σύνθεση με τη συμμετοχή των Γ. Γεραπετρίτη και Χ. Φιντάν και των διπλωματικών συμβούλων των δύο ηγετών.

Η ατζέντα δεν έχει διαμορφωθεί πλήρως, αλλά θα περιλαμβάνει τη θετική ατζέντα, ώστε να υπάρξει και ένα θετικό μήνυμα στη συνάντηση· από εκεί και πέρα υπάρχει πραγματικά «χάος», καθώς σε όλα τα θέματα, ακόμη και τα διεθνή και περιφερειακά, υπάρχει μεγάλη απόσταση μεταξύ των δύο χωρών.

Σύμφωνα με ελληνική πηγή, στη συνάντηση αναμένεται να τεθεί με κάποιο τρόπο και το θέμα του καλωδίου και γενικώς τα ζητήματα ερευνών σε θαλάσσιες περιοχές, αν και πρακτικά δεν αναμένεται ότι θα τεθεί σε επίπεδο ηγετών η συζήτηση για την «τεχνική λύση» που αναζητείται.

Όμως για την ελληνική κυβέρνηση είναι προφανές ότι η εκκρεμότητα αυτή, που αφορά τον GSI, δεν μπορεί να παρατείνεται επ’ άπειρον γιατί θα θέσει υπό αμφισβήτηση το ίδιο το έργο. Συγχρόνως είναι μείζονος σημασίας, καθώς η επανάληψη των ερευνών είναι κρίσιμη για τη διασφάλιση και επί του πεδίου κατοχύρωση της ΑΟΖ, όπως οριοθετήθηκε στη Συμφωνία με την Αίγυπτο.

Κάθε καθυστέρηση, και πολύ περισσότερο η ακύρωση του έργου της διασύνδεσης λόγω του «γεωπολιτικού ρίσκου», θα είχε ως αποτέλεσμα να διαμορφωθεί η εικόνα επιβολής ντε φάκτο του Τουρκολιβυκού Μνημονίου.

Ακόμη κι αν επιδειχθεί πνεύμα συνεννόησης από τον Τούρκο πρόεδρο, καθώς οι διασυνδέσεις αφορούν και την Τουρκία και μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες, η εφαρμογή στην πράξη οποιασδήποτε φόρμουλας θα είναι εξαιρετικά δύσκολη.

Ακόμη και η ιδέα που είχε υπάρξει ώστε το ερευνητικό πλοίο να γνωστοποιεί σε όλες τις παράκτιες χώρες τις έρευνές του, προσκρούει στο ερώτημα ποια χώρα θα εκδώσει τη NAVTEX για την προστασία των ναυτιλλομένων.

Σύμφωνα με την ίδια πηγή, δεν είναι γνωστό εάν οι δύο ηγέτες θελήσουν στη συνάντησή τους να ανανεώσουν εκ νέου την εντολή τους προς τους Υπουργούς Εξωτερικών για επανεκκίνηση των συζητήσεων για την οριοθέτηση της ΑΟΖ.

Μια τέτοια συζήτηση βεβαίως δεν έχει πολλές ελπίδες να ευοδωθεί, καθώς τους τελευταίους τέσσερις μήνες, η Τουρκία έχει αναπτύξει όλες τις διεκδικήσεις της εις βάρος της Ελλάδας με αφορμή τόσο την ηλεκτρική διασύνδεση, αλλά κυρίως τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό και τα Θαλάσσια Πάρκα.

Χρησιμοποιώντας μάλιστα και καθοδηγώντας τη Λιβύη, είδαμε να αποτυπώνονται τα τουρκικά επιχειρήματα και από λιβυκής πλευράς πλέον στις ρηματικές διακοινώσεις της Τρίπολης προς τον ΟΗΕ, με τις οποίες αμφισβήτησε τα ελληνικά οικόπεδα νοτίως της Κρήτης και συγχρόνως μονομερώς κατέθεσε τις συντεταγμένες των εξωτερικών ορίων της ΑΟΖ της, που συμπίπτουν με τις μαξιμαλιστικές διεκδικήσεις εις βάρος της Ελλάδας, βάσει του Τουρκολιβυκού Μνημονίου.

Έχοντας βάλει και πάλι στο τραπέζι τη θεωρία των «γκρίζων ζωνών» και του casus belli, επιμένοντας στη θέση ότι τα νησιά δεν δικαιούνται αυτομάτως θαλάσσιες ζώνες πέραν των 6 ν.μ., και ότι η μέση γραμμή χαράσσεται μεταξύ των ηπειρωτικών ακτών με διαγραφή των νησιών, και «φρεσκάροντας» επί του πεδίου όλες τις άλλες θέσεις για τον εναέριο χώρο, το FIR Αθηνών, την Έρευνα και Διάσωση, την αρμοδιότητα έκδοσης NAVTEX κ.ά., είναι προφανές ότι μια τέτοια συζήτηση στην παρούσα φάση θα κατέληγε από την πρώτη στιγμή σε ναυάγιο. Με κίνδυνο αυτό να μεταφερθεί και στο πεδίο.

Η Αθήνα, η οποία παρακολουθεί τις κινήσεις της Άγκυρας, είναι ανήσυχη, καθώς εκτιμάται ότι με κάποιο τρόπο η Άγκυρα θα προσπαθήσει να αντιδράσει δυναμικά και εντυπωσιακά στις ελληνικές προσπάθειες να ανατρέψει το Τουρκολιβυκό Μνημόνιο στη λιβυκή πλευρά, με τα τετελεσμένα που επέβαλε χαράσσοντας οικόπεδα με βάση την ελληνική μέση γραμμή, τα οποία σύντομα περνούν στα χέρια του αμερικανικού κολοσσού CHEVRON. Αυτό αποτελεί το πρώτο ροκάνισμα του Τουρκολιβυκού Μνημονίου, έστω κι αν αυτό συμβαίνει στη λιβυκή πλευρά της οριοθέτησης.

Η αντιπαράθεση των δύο χωρών έχει περάσει στο πεδίο της Λιβύης, όπου πλέον η μεν Τουρκία αποκαθιστά τις σχέσεις με την Ανατολική Λιβύη και πιέζει για την κύρωση του Τουρκολιβυκού Μνημονίου από τη Βουλή, και η Αθήνα επιχειρεί να αποτρέψει την κύρωση του Μνημονίου και συγχρόνως να εμπλακεί σε συνομιλίες με τη μεταβατική κυβέρνηση της Τρίπολης για την οριοθέτηση της ΑΟΖ.

Μια προσπάθεια που δεν είναι εύκολη, λόγω και της ρευστής κατάστασης στη χώρα, με τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές να είναι ευάλωτες σε εξωθεν πιέσεις, ειδικά όταν αφορούν την Τουρκία, η οποία διατηρεί και στρατιωτικές δυνάμεις στη χώρα και υπόσχεται αφειδώς οικονομική βοήθεια και στις δύο πλευρές.

Στη συνάντηση της Τρίτης, η συζήτηση των θεμάτων άμυνας και της ευρωπαϊκής ασφάλειας θα αποτελέσει πραγματικό ναρκοπέδιο, καθώς ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης επανειλημμένα έχει δηλώσει ότι η Ελλάδα δεν θα επιτρέψει τη συμμετοχή της Τουρκίας στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα χρηματοδότησης SAFE για τον επανεξοπλισμό της Ευρώπης, όσο διατηρεί το casus belli. Μάλιστα έχει τονίσει ότι θα θέσει το ζήτημα αυτό στον Ερντογάν.

Για την Τουρκία βεβαίως, το casus belli βρίσκεται στον πυρήνα των θέσεων της και αποτελεί θεμέλιο του ιδεολογήματος της «Γαλάζιας Πατρίδας» και είναι στα όρια του απίθανου η αλλαγή θέσης, που θα διευκόλυνε βεβαίως και τις προσπάθειές της για είσοδο στο SAFE.

Καθώς στη ΓΣ του ΟΗΕ κυριαρχεί την επόμενη εβδομάδα το θέμα της Γάζας, με τον Τ. Ερντογάν μάλιστα να προειδοποιεί ότι θα «είναι η φωνή της Γάζας» στον ΟΗΕ, οποιαδήποτε συζήτηση για τις περιφερειακές εξελίξεις στη συνάντηση Μητσοτάκη - Ερντογάν δύσκολα θα καταλήξει σε κοινές προσεγγίσεις, πολύ περισσότερο όταν ο Τούρκος πρόεδρος κατηγορεί ευθέως πλέον όσες χώρες δεν συντάσσονται με την αντιϊσραηλινή εκστρατεία του, ως «συνενόχους του γενοκτόνου Ισραήλ».

Σε αυτό το κλίμα, θα είναι θετικό το γεγονός αν η συνάντηση μπορέσει να εκπέμψει το ελάχιστο επίπεδο συνεννόησης, στην αντίληψη ότι «μπορούμε να διαφωνούμε, χωρίς να είμαστε διαρκώς σε ένταση». Κάτι που αποδεικνύεται ολοένα και πιο δύσκολο…