Ο στρατιωτικο-επιχειρηματικός μηχανισμός της Βενεζουέλας στην αντιπαράθεση με τις Η.Π.Α.

Ο στρατιωτικο-επιχειρηματικός μηχανισμός της Βενεζουέλας στην αντιπαράθεση με τις Η.Π.Α.

Καθώς η αμερικανική πίεση εντείνεται μετά τις τελευταίες δηλώσεις του Προέδρου των Η.Π.Α. έναντι του καθεστώτος Μαδούρο, αναδεικνύονται οι παράμετροι που έχουν επιτρέψει τη στρατηγική του επιβίωση του τελευταίου έως σήμερα. Ο στρατός της Βενεζουέλας δεν στηρίζεται μόνο στα όπλα του, αλλά και σε ένα εταιρικό πλέγμα εγχώριων επιχειρήσεων, ξένων συμμάχων και παράνομων οικονομικών δικτύων, προκειμένου να διατηρήσει τη δύναμή του και την ικανότητά του να στηρίζει το καθεστώς.

Οι Μπολιβαριανές Ένοπλες Δυνάμεις (Fuerza Armada Nacional Bolivariana - FANB) της Βενεζουέλας (όπως είναι το πλήρες όνομά τους) εξασφαλίζουν την αυτονομία τους μέσω του ελέγχου κρατικών επιχειρήσεων (ιδίως της PDVSA - Petróleos de Venezuela), της δημιουργίας στρατιωτικά διοικούμενων εταιρειών παροχής υπηρεσιών και της στενής συνεργασίας με ιδιώτες εταίρους πιστούς στο καθεστώς. Εξωτερικές «γραμμές ζωής» (από Ρώσους εμπόρους πετρελαίου και κινεζικές πιστώσεις, έως Τούρκους αγοραστές χρυσού και ιρανικές υπηρεσίες logistics) διατηρούν τη ροή δολαρίων και καυσίμων. Παράλληλα, έσοδα από εξόρυξη χρυσού, λαθρεμπόριο, δίκτυα ναρκοδιακίνησης («Καρτέλ των Ήλιων») και ακόμη και από κρυπτονομίσματα προσθέτουν αποθέματα σκληρού συναλλάγματος.

Αυτό το πολυσχιδές σύστημα προσφέρει στο Καράκας ανθεκτικότητα απέναντι στις κυρώσεις και διαπραγματευτική ισχύ στην αντιπαράθεση με τις Η.Π.Α. Εν ολίγοις, η δύναμη των FANB δεν βρίσκεται μόνο στους στρατιώτες τους, αλλά και σε μία διαφοροποιημένη οικονομική οχύρωση που μετριάζει τις κυρώσεις και διασφαλίζει τη συνέχεια του καθεστώτος, ακόμη και υπό αυξανόμενη γεωπολιτική πίεση.

Εγχώριος έλεγχος και στρατιωτικές επιχειρήσεις 

Ανώτατοι αξιωματικοί κατέχουν θέσεις-κλειδιά στους τομείς πετρελαίου και εξόρυξης της Βενεζουέλας. Το 2017, ο Μαδούρο διόρισε τον Υποστράτηγο Μανουέλ Κεβέδο επικεφαλής τόσο της PDVSA όσο και του Υπουργείου Πετρελαίου, εδραιώνοντας τον έλεγχο των ενόπλων δυνάμεων στην κύρια πηγή εσόδων της χώρας.

Η στρατιωτική εταιρεία CAMIMPEG (Compañía Anónima Militar de Industrias Mineras, Petrolíferas y de Gas), που ιδρύθηκε το 2016, έχει την εξουσία να εκτελεί εργασίες πετρελαϊκών υπηρεσιών και εξόρυξης υπό άμεσο έλεγχο των FANB. Μέσω της ενσωμάτωσής της στο δίκτυο αξίας της PDVSA, οι ένοπλες δυνάμεις εξασφαλίζουν έσοδα και απασχόληση για τα στελέχη τους, ακόμη και σε περίοδο δημοσιονομικής κατάρρευσης.

Με λίγα λόγια, η διαχείριση των βασικών επιχειρήσεων της χώρας μετατρέπει τη στρατιωτική ισχύ σε οικονομική ανεξαρτησία, διασφαλίζοντας την πίστη μέσω του κέρδους και θολώνοντας τα όρια ανάμεσα στην κρατική ασφάλεια και την εταιρική ιδιοκτησία.

Ξένοι εταίροι και αλυσίδες εφοδιασμού

Η Ρωσία παραμένει η κύρια γραμμή υποστήριξης της Βενεζουέλας: η Rosneft και οι θυγατρικές της εμπορεύονταν το βενεζουελανικό πετρέλαιο, μέχρι που αντικαταστάθηκαν από εικονικές εταιρείες, πάντα υπο τον τελικό έλεγχο του Κρεμλίνου, όταν επιβλήθηκαν νέες ποινές λόγω των αμερικανικών κυρώσεων.

Η Κίνα έχει χορηγήσει πάνω από 50 δισεκατομμύρια δολάρια σε δάνεια έναντι πετρελαίου από το 2007 και συνεχίζει να αγοράζει επανασημασμένο βενεζουελανικό αργό· κινεζικές εταιρείες τηλεπικοινωνιών παρέχουν τεχνολογία ασφαλείας. 
Το Ιράν κάλυψε τα κενά σε δυνατότητες διυλιστηρίων και καυσίμων το 2020, με δεξαμενόπλοια που παρέκαμπταν τις κυρώσεις, πληρωμένα με βενεζουελανικό χρυσό.

Η Τουρκία εξελίχθηκε σε κόμβο εμπορίου χρυσού, εισάγοντας δεκάδες τόνους το 2018 και δημιουργώντας τεράστια έσοδα για το καθεστώς Μαδούρο, ενώ παράλληλα ενίσχυσε τα τουρκικά αποθέματα, που δοκιμάζονταν σκληρά λόγω των εθνικών πολιτικών. Ο Ερντογάν υπερασπίστηκε δημόσια αυτές τις συναλλαγές απέναντι στις αμερικανικές επικρίσεις. 
Οι συνεργασίες αυτές εξασφαλίζουν στις FANB καύσιμα, ανταλλακτικά και χρηματοδότηση παρά τις κυρώσεις.

Παρέχοντας logistics, χρηματοοικονομική στήριξη και διπλωματική κάλυψη, οι συμμαχίες αυτές μετατρέπουν την απομόνωση της Βενεζουέλας σε ελεγχόμενη αλληλεξάρτηση, αποδυναμώνοντας στην πράξη τις δυτικές πιέσεις και διευρύνοντας την επιρροή Μόσχας, Πεκίνου, Άγκυρας και Τεχεράνης στο δυτικό ημισφαίριο.

Παράνομα και παράλληλα οικονομικά δίκτυα 

Ο χρυσός έχει καταστεί η πλέον προσοδοφόρα εναλλακτική πηγή πλούτου της Βενεζουέλας. Η Κεντρική Τράπεζα αγοράζει παραγωγή από μη οργανωμένους μεταλλωρύχους στην πολιτεία Μπολίβαρ, οι οποίοι συχνά εργάζονται υπό στρατιωτική επιτήρηση και συνοδεία, συναλλασσόμενοι με το απαξιωμένο εθνικό νόμισμα. Έρευνες έχουν δείξει πως ο χρυσός αυτός εξάγεται στη συνέχεια μέσω Τουρκίας ή Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.

Κατά μήκος των συνόρων, το λαθρεμπόριο καυσίμων και τροφίμων ανθεί υπό στρατιωτική επίβλεψη, ενώ αμερικανικές θεσμικές πηγές κατηγορούν ανώτατους αξιωματικούς για εμπλοκή στη διακίνηση κοκαΐνης.

Για να παρακάμψουν τους χρηματοοικονομικούς περιορισμούς, οι FANB στράφηκαν ακόμη και στην εξόρυξη κρυπτονομισμάτων· το 2020 εγκαινίασαν κέντρο εξόρυξης Bitcoin μέσα σε μία από τις μεγαλύτερες στρατιωτικές τους βάσεις, παρουσιάζοντάς το ως «πρόγραμμα αυτοχρηματοδότησης».

Εν ολίγοις, χρυσός, ναρκωτικά και ψηφιακά νομίσματα αποτελούν το ανθεκτικό πολεμικό ταμείο των FANB, που τροφοδοτεί την επιβίωση του καθεστώτος και συνδέει άμεσα τα συμφέροντα των αξιωματικών με την παράνομη οικονομία.

Αντιστάθμιση κυρώσεων και γεωπολιτική αξιοποίηση 

Τα εγχώρια και διεθνή δίκτυα εσόδων μειώνουν την αποτελεσματικότητα των αμερικανικών κυρώσεων επί της PDVSA και του κρατικού προϋπολογισμού. Οι αδιαφανείς συναλλαγές πετρελαίου, η εμπορία χρυσού και οι ροές κρυπτονομισμάτων διατηρούν τη ρευστότητα εντός ενός πλαισίου συνεχούς προμήθειας. Ταυτόχρονα, διεθνοποιούν τη σύγκρουση: τα ρωσικά, ιρανικά και τουρκικά συμφέροντα αυξάνουν το πιθανό κόστος μιας αμερικανικής κλιμάκωσης.

Για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής στη Δύση, η επιτυχία απαιτεί στοχευμένες κινήσεις: πλήγματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες, στα δίκτυα εμπορίας πολύτιμων μετάλλων και στις εταιρείες-βιτρίνες, ενώ ταυτόχρονα πρέπει να προσφερθούν αξιόπιστες εγγυήσεις μετάβασης στις στρατιωτικο-οικονομικές ελίτ της χώρας, αν μια ομαλή αλλαγή καθεστώτος είναι αυτό που επιδιώκεται. 
Χωρίς την αντιμετώπιση των οικονομικών θεμελίων των FANB, οι αποκλειστικά κατασταλτικές στρατηγικές κινδυνεύουν να οδηγήσουν είτε σε αδιέξοδο είτε σε επικίνδυνη κλιμάκωση.

Τελικά, η ανθεκτικότητα του βενεζουελανικού στρατού είναι οικονομική πριν γίνει στρατιωτική· η αντιμετώπισή του απαιτεί οικονομική ευφυΐα, πολυμερή συνεργασία και ρεαλισμό απέναντι στα παγκόσμια δίκτυα που στηρίζουν τη βιωσιμότητα των αυταρχικών καθεστώτων. 


* Ο Ιωάννης Σιδηρόπουλος, LL.M (LSE, UvA) είναι δικηγόρος, Non-resident Fellow, Διπλωματική Ακαδημία Πανεπιστημίου Λευκωσίας, Senior Fellow, Strategy International think tank.