Νέο περιβάλλον, με αναζήτηση νέων ισορροπιών, διαμορφώνεται ήδη από την πρώτη στιγμή της ανακοίνωσης της συμφωνίας Τραμπ για τη Γάζα, καθώς είναι σαφές ότι ο Ν. Τραμπ αυτή τη φορά δεν αρκείται σε μια απλή εκεχειρία, αλλά θέλει να κτίσει στα θεμέλια των Συμφωνιών του Αβραάμ το όραμά του για τη Νέα Μέση Ανατολή.
Ένα όραμα το οποίο βεβαίως κανείς δεν γνωρίζει, παρά τις συγκεχυμένες και αποσπασματικές αναφορές του ίδιου του Αμερικανού προέδρου, από μια περιοχή ευημερίας και συνύπαρξης διαφορετικών θρησκειών και εθνοτήτων, μέχρι τη μετατροπή της Γάζας σε πολυτελές θέρετρο της Μέσης Ανατολής...
Η ολοκλήρωση των Συμφωνιών του Αβραάμ, με τις έμμεσες αναφορές στη Διακήρυξη του Σαρμ Ελ Σέιχ, θα σημαίνει την πλήρη πλέον αναγνώριση της ύπαρξης του Ισραήλ. Και στη διαδικασία αυτή υπάρχουν δύο κομβικά σημεία: η αναγνώριση του Ισραήλ από τη Σαουδική Αραβία αλλά και από το Ιράν.
Δεν ήταν τυχαίο ότι ο Ν. Τραμπ εξέπληξε τους πάντες όταν εξέφρασε την επιθυμία να προσκληθεί στο Σαρμ Ελ Σέιχ και η Τεχεράνη, η οποία βεβαίως αρνήθηκε την πρόσκληση, όχι μόνο επειδή δεν ήθελε να ταυτιστεί με όλους αυτούς τους Άραβες και μουσουλμάνους που συνδιαλέγονται με τον Τραμπ, τον μεγαλύτερο υποστηρικτή του Ισραήλ, αλλά και επειδή ακόμη είναι νωπές οι μνήμες από την επίθεση εναντίον των πυρηνικών εγκαταστάσεών της.
Ωστόσο, η διεύρυνση των Συμφωνιών του Αβραάμ, έστω και με τις υπόλοιπες αραβικές και μουσουλμανικές χώρες, θα είναι ένα σημαντικό βήμα και ταυτόχρονα θα διευκολύνει τα μεγάλα επιχειρηματικά σχέδια που έχει στο μυαλό του ο Ν. Τραμπ.
Οι μεγάλοι διάδρομοι από την Ινδία και τη Νοτιοανατολική Ασία προς την Ευρώπη και την Ανατολική και Βόρεια Αφρική, μέσω των χωρών του Κόλπου, θα επιχειρήσουν να ανατρέψουν το «μονοπώλιο» της Κίνας, σε μια περίοδο που ο εμπορικός πόλεμος Ουάσιγκτον–Πεκίνου κλιμακώνεται.
Αν και ακόμη είναι πολύ νωρίς για να γίνονται αυτού του είδους οι σχεδιασμοί, καθώς το μόνο που υπάρχει επί του πεδίου είναι μια συμφωνία εκεχειρίας και ανταλλαγής ομήρων με τους φυλακισμένους Παλαιστινίους, και η ισχυρή αποφασιστικότητα του Ν. Τραμπ να γράψει τη δική του «χρυσή σελίδα» στην ιστορία της Μέσης Ανατολής.
Όμως τα επόμενα βήματα θα είναι εξαιρετικά δύσκολα: ο αφοπλισμός της Χαμάς και η απόσυρση των Ισραηλινών δυνάμεων, η κάλυψη του κενού ασφάλειας που θα δημιουργηθεί, η αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής τραγωδίας και η έναρξη της ανασυγκρότησης της Γάζας.
Μείζον ζήτημα είναι ποιος θα αναλάβει τη διοίκηση της Γάζας, καθώς ακόμη και αν συγκροτηθεί αυτό το Συμβούλιο της Ειρήνης που ανακοίνωσε ο Ν. Τραμπ, θα πρέπει να δημιουργηθεί και ένα παλαιστινιακό κέντρο διοίκησης, το οποίο θα προετοιμαστεί υπό διεθνή εποπτεία και κηδεμονία ώστε να διαχειριστεί τις τύχες της Λωρίδας της Γάζας.
Παράλληλα, θα πρέπει να εκπαιδευτεί και μια παλαιστινιακή δύναμη, η οποία, υπό την εποπτεία διεθνούς δύναμης ασφαλείας, θα αναλάβει τον έλεγχο και την επιβολή της τάξης στη Γάζα.
Ένας πολύ μακρύς δρόμος, τον οποίο όμως οι εμπλεκόμενοι θα υποχρεωθούν να ακολουθήσουν, καθώς ο Ν. Τραμπ έδειξε και στο Σαρμ Ελ Σέιχ ότι δεν θα δεχθεί ούτε θα ανεχθεί παρεκκλίσεις που θα υπονομεύσουν το σχέδιό του…
Αυτό, όμως, που δεν ειπώθηκε στη Διακήρυξη του Σαρμ Ελ Σέιχ είναι η προοπτική της λύσης των δύο κρατών. Αλλά πραγματική ειρήνευση στην περιοχή δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την οριστική ρύθμιση του Παλαιστινιακού.
Δυστυχώς, δεν υπάρχουν εναλλακτικές πέραν της λύσης των δύο κρατών. Ούτε η δημιουργία ενός ενιαίου συνεταιρικού κράτους Ισραηλινών και Παλαιστινίων, ούτε η συντήρηση του σημερινού επικίνδυνου «ερμαφρόδιτου» πλαισίου μπορούν να αποτελέσουν λύσεις.
Και παρά την αντίληψη που ίσως επικρατεί στον Λευκό Οίκο, ότι η ανοικοδόμηση της Γάζας και η «ευημερία» θα είναι το κίνητρο για να εγκαταλειφθούν η βία και η αντιπαλότητα, είναι σαφές ότι χωρίς την επίλυση του πολιτικού ζητήματος του Παλαιστινιακού δεν θα υπάρξει μόνιμη ειρήνευση στην περιοχή.
Μέσα σε αυτό το δύσκολο περιβάλλον, πάντως, διαμορφώνονται και νέες ισορροπίες στην περιοχή.
Ο Αιγύπτιος πρόεδρος Αμπντέλ Φατάχ αλ-Σίσι είναι από τους «κερδισμένους» αυτής της κρίσης, καθώς είδε να αναγνωρίζεται η δύσκολη αποστολή που είχε αναλάβει: να προστατεύσει τους Παλαιστινίους, να διευκολύνει την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας από το Σινά και να σταθεί εμπόδιο στις ιδέες περί εκδίωξής τους από τη Γάζα.
Παράλληλα, διατήρησε, έστω και με μεγάλο κόστος, ανοικτό τον δίαυλο επικοινωνίας με το Ισραήλ, αλλά και με τη Χαμάς και τον αραβικό κόσμο.
Είχε πρωταγωνιστικό ρόλο σε όλη τη διάρκεια της κρίσης, με τις Μυστικές Υπηρεσίες της Αιγύπτου να διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στις διαπραγματεύσεις με τη Χαμάς, αλλά και με τους υπόλοιπους Άραβες.
Ο αλ-Σίσι επιβεβαίωσε τον ηγετικό και ισορροπιστικό ρόλο του στον αραβικό και μουσουλμανικό κόσμο, αποκαθιστώντας ταυτόχρονα και μια πολύ καλή σχέση πλέον με τον πρόεδρο Τραμπ — σχέση που έχει ανάγκη για λόγους όχι μόνο οικονομικούς αλλά και στρατιωτικούς.
Το Κατάρ παραμένει ένας από τους στενότερους συμμάχους των ΗΠΑ στην περιοχή, και η Ουάσιγκτον δεν δείχνει να ενοχλείται ιδιαίτερα από το γεγονός ότι η Ντόχα δεν συνομιλούσε απλώς, αλλά στήριζε ανοιχτά τη Χαμάς.
Από τους «κερδισμένους», φυσικά, στην πρώτη γραμμή είναι και η Τουρκία.
Η Άγκυρα, αν και ήταν από εκείνους που κράτησαν την πιο επιθετική και εχθρική στάση έναντι του Ισραήλ και του Νετανιάχου, τελικά όχι μόνο αποτέλεσε μέρος της λύσης, αλλά βρέθηκε δίπλα στον Ν. Τραμπ στο τραπέζι των εγγυητών της συμφωνίας.
Με ρόλο πλέον κατοχυρωμένο, η Τουρκία αναμένει να επιστρέψει ως διάδοχος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, έναν αιώνα μετά τη διάλυσή της, στα παλαιστινιακά εδάφη.
Η εξέλιξη αυτή της ανοίγει τον δρόμο για εμβάθυνση των σχέσεων με τον Τραμπ, και μένει να φανεί εάν αυτό θα είναι αρκετό για να μπορέσει να διεκδικήσει ανταλλάγματα από την Ουάσιγκτον.
Δημιουργούνται, πάντως, προϋποθέσεις ώστε η κοινή αυτή επιδίωξη για ειρήνευση και ανοικοδόμηση της Γάζας να φέρει πιο κοντά την Άγκυρα και με το Κάϊρο, με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό για τους συσχετισμούς στην Ανατολική Μεσόγειο.
Παράλληλα, όμως, δημιουργεί και ανταγωνισμούς, καθώς η εξέλιξη αυτή πιθανόν να ανοίγει την όρεξη της Τουρκίας για διευρυμένο περιφερειακό και ηγετικό ρόλο στον μουσουλμανικό κόσμο, κάτι που δεν είναι καθόλου επιθυμητό για τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Σαουδική Αραβία.
Παρά την εξομάλυνση των σχέσεων που έχει επέλθει τα τελευταία χρόνια, βλέπουν να παίρνει το «πάνω χέρι», το δίδυμο «Κατάρ–Τουρκία» με το οποίο είχαν συγκρουστεί σφοδρά στο παρελθόν.
Όσον αφορά το Ισραήλ, όσο συνεχίζεται η εχθρότητα του Ταγίπ Ερντογάν απέναντί του, δεν θα είναι εύκολο να αποδεχθεί την Τουρκία ούτε ως συνομιλητή, ούτε και ως «εγγυητή» των συνόρων του με την Γάζα…
Εξάλλου, και ο ίδιος ο Ερντογάν δύσκολα θα αποδεχόταν να έρθει σε συνεννόηση ή, έστω, να φωτογραφηθεί με τον Μπενιαμίν Νετανιάχου.
Η συμφωνία για τη Γάζα, η οποία υπεγράφη στο Σαρμ Ελ Σέιχ, και το κλίμα ευφορίας που δημιούργησε, δεν σημαίνει ότι τα προβλήματα στη Μέση Ανατολή τελείωσαν, ούτε φυσικά ότι ακόμη και εκείνοι οι ηγέτες που βρέθηκαν δίπλα και γύρω από τον Ντόναλντ Τραμπ έχουν θάψει οριστικά τις δικές τους προσωπικές και εθνικές φιλοδοξίες και ανταγωνισμούς για το μέλλον της περιοχής.