Η κρίση Ινδίας - Πακιστάν και οι επιπτώσεις στην Ασία

Η κρίση Ινδίας - Πακιστάν και οι επιπτώσεις στην Ασία

Η περιοχή του Κασμίρ, μία από τις πιο αμφισβητούμενες στον κόσμο, βρίσκεται και πάλι στο επίκεντρο της διεθνούς ανησυχίας. Αυτός ο νέος γύρος βίας δεν πλήττει μόνο τα δύο κράτη, αλλά έχει σοβαρές επιπτώσεις για ολόκληρη τη Νότια Ασία, μια περιοχή ήδη γεμάτη γεωπολιτικές εντάσεις και στρατηγικές ανακατατάξεις. Η Ινδία και το Πακιστάν, δύο πυρηνικές δυνάμεις, έχουν εμπλακεί σε τέσσερις πολέμους από το 1947, και η διαμάχη τους για το Κασμίρ έχει διαρκέσει σχεδόν 80 χρόνια. Το ενδεχόμενο ενός νέου πολέμου, με πυρηνικές δυνατότητες, προκαλεί τεράστιους φόβους για την ασφάλεια και τη σταθερότητα σε όλη την περιοχή.

Η ένταση μεταξύ των δύο χωρών επηρεάζει άμεσα και τις γειτονικές τους χώρες, οι οποίες παρακολουθούν με ανησυχία την εξέλιξη των γεγονότων. Η Κίνα, για παράδειγμα, η οποία έχει στενές στρατηγικές και οικονομικές σχέσεις με το Πακιστάν και την περιοχή του Κασμίρ, έχει εκφράσει ανησυχία για την κλιμάκωση των συγκρούσεων και τονίζει την ανάγκη για μια ειρηνική διευθέτηση της διαφοράς. Η Κίνα, παρά τις οικονομικές της συνεργασίες με την Ινδία, παραμένει εδαφικά εμπλεκόμενη στο Κασμίρ, καθώς το 1962 είχε πολεμήσει με την Ινδία για τον έλεγχο της περιοχής του Aksai Chin έναν διαφιλονικούμενο τομέα στα βόρεια της Ινδίας.

Από την πλευρά της, η Ρωσία, η οποία παραδοσιακά διατηρεί στενές σχέσεις με την Ινδία, έχει εκφράσει την ανησυχία της για την κλιμάκωση της σύγκρουσης και επαναλαμβάνει τη θέση της για την ανάγκη διαλόγου και διπλωματικών προσπαθειών για την αποφυγή μιας περαιτέρω κλιμάκωσης. Ωστόσο, η Ρωσία προτιμά να παραμείνει ουδέτερη, προσπαθώντας να διατηρήσει καλές σχέσεις και με τις δύο πλευρές, γνωρίζοντας ότι η διατήρηση της ισορροπίας στην περιοχή είναι ζωτικής σημασίας για την ασφάλεια της ίδιας.

Ακόμη πιο περίπλοκη γίνεται η κατάσταση με την εμπλοκή των ΗΠΑ, οι οποίες έχουν στρατηγικές συμμαχίες και με τις δύο χώρες. Οι ΗΠΑ, ενώ υποστηρίζουν την Ινδία σε πολλά διεθνή φόρουμ και συνεργάζονται στενά με αυτήν στον τομέα της άμυνας, έχουν επίσης συμφωνίες με το Πακιστάν, ιδιαίτερα σε θέματα κατά της τρομοκρατίας και της σταθερότητας στην περιοχή. Η Ουάσιγκτον, λοιπόν, καλεί και τις δύο πλευρές σε διάλογο και αποφυγή περαιτέρω βίαιων ενεργειών, επισημαίνοντας τη σημασία της σταθερότητας στην περιοχή για την παγκόσμια ασφάλεια.

Η Ινδία και το Πακιστάν δεν είναι οι μόνοι που ανησυχούν για τις εξελίξεις. Το Αφγανιστάν, το οποίο συνορεύει και με τις δύο χώρες, παρακολουθεί την κατάσταση με φόβο, καθώς μια κλιμάκωση της βίας μπορεί να αποσταθεροποιήσει περαιτέρω την περιοχή. Η ήδη τεταμένη κατάσταση στο Αφγανιστάν, μετά την αποχώρηση των δυτικών δυνάμεων και την επανεμφάνιση των Ταλιμπάν στην εξουσία, καθιστά το Αφγανιστάν ευάλωτο σε διασυνοριακές συγκρούσεις και προσφυγικές ροές.

Στο Ιράν, το οποίο έχει ενδιαφέρον για την ασφάλεια της περιοχής και τη σταθερότητα των γειτονικών κρατών, υπάρχει ανησυχία για την επίδραση ενός νέου πολέμου στην περιοχή του Κασμίρ. Η Τεχεράνη έχει παραδοσιακά καλές σχέσεις με το Πακιστάν, αλλά και εμπορικούς και διπλωματικούς δεσμούς με την Ινδία, και επιδιώκει να διατηρήσει την ειρήνη και την ισορροπία στην περιοχή.

Η Τουρκία, αν και επικεντρώνεται περισσότερο στην ενίσχυση των στρατηγικών της σχέσεων με το Πακιστάν, πιθανότατα θα επιχειρήσει να διατηρήσει καλές σχέσεις και με την Ινδία για να μην υπονομεύσει τις εμπορικές και οικονομικές της συμφωνίες στην περιοχή.

Η Τουρκία θα προσπαθήσει να επηρεάσει τις εξελίξεις μέσω διπλωματικών προσπαθειών, ενδεχομένως προσφέροντας τις υπηρεσίες της για διαμεσολάβηση σε μια πιθανή συμφωνία ειρήνης ή για την αποδοχή του διαλόγου, πάντα όμως με ένα ισχυρό ενδιαφέρον για την υποστήριξη του Πακιστάν.

Η κατάσταση γενικά στην ευρύτερη περιοχή είναι εξαιρετικά εύθραυστη. Το Κασμίρ παραμένει το πιο επικίνδυνο γεωπολιτικό ρήγμα της Ασίας, και κάθε νέα επίθεση ενδέχεται να οδηγήσει σε ανεξέλεγκτες εξελίξεις. Οι επόμενες ημέρες και οι διπλωματικές πρωτοβουλίες θα κρίνουν αν η «Επιχείρηση Sindoor» θα εξελιχθεί σε ολομέτωπη σύγκρουση ή αν η διεθνής κοινότητα θα κατορθώσει να συγκρατήσει μια νέα πυρηνική απειλή.

Η διεθνής κοινότητα, με επικεφαλής τον ΟΗΕ, και οι μεγάλες δυνάμεις πρέπει να εντείνουν τις προσπάθειες για την αποτροπή του πολέμου, ενθαρρύνοντας τον διάλογο και την ειρηνική επίλυση της διαφοράς. Απέναντι στις απειλές και τις προκλήσεις της περιοχής, ο δρόμος της διπλωματίας είναι ο μόνος που μπορεί να οδηγήσει σε μια βιώσιμη ειρηνική λύση, αποφεύγοντας τη διάλυση της ήδη εύθραυστης ασφάλειας στη Νότια Ασία.


* Αντιπτέραρχος (Ι) εα. Κωνσταντίνος Ιατρίδης , Επίτιμος Διοικητής ΔΑΥ, Επίτιμος Πρόεδρος Ένωσης Αποστράτων Αξιωματικών Αεροπορίας, Αμυντικός Αναλυτής