Ιστορική χαρακτήρισε τη χθεσινή Σύνοδο στην Αίγυπτο ο υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, ενώ υπογράμμισε χαρακτηριστικά πως «και μόνο το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή έχουν απελευθερωθεί οι επί δύο χρόνια κρατούμενοι- όμηροι αποτελεί μία νίκη της λογικής, αποτελεί μία νίκη του δικαίου».
Μιλώντας νωρίτερα σήμερα στον «Αθήνα 9,84», ο κ. Γεραπετρίτης ανέφερε πως θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι η ειρήνη θα παραμείνει ενεργή και θα περάσουμε στην δεύτερη φάση που περιλαμβάνει τη σταδιακή αποχώρηση στρατευμάτων και την εγκατάσταση μίας νέας διοίκησης στην Παλαιστινιακή Αρχή.
Έτσι, σημείωσε θα οδηγηθούμε «στην ίδρυση ενός παλαιστινιακού κράτους στην περιοχή το οποίο θα μπορεί να συμβιώνει βιώσιμα σε συνθήκες ασφάλειας με το Ισραήλ».
«Εμείς μεριμνούμε έτσι ώστε η Ελλάδα να διατηρεί ένα ισχυρό διπλωματικό και διεθνές αποτύπωμα, να είναι ένας πυλώνας σταθερότητας στην περιοχή και στον κόσμο, να έχει μεγάλη στρατηγικές συμμαχίες με όλους τους διεθνείς δρώντες, έτσι ώστε να μην απαιτείται η οποιαδήποτε έξωθεν παρέμβαση για την επίλυση των θεμάτων μας. Είναι σημαντικό πάντως να πούμε ότι η Ελλάδα έχει φροντίσει με την εξωτερική πολιτική της ώστε να μην έχει ανοικτά μέτωπα», τόνισε χαρακτηριστικά.
Ανέφερε πως ήταν λίγοι οι παγκόσμιοι ηγέτες που βρέθηκαν στο Σαρμ Ελ Σέιχ και είναι σημαντικό ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός, όπως και ο Κύπριος πρόεδρος βρέθηκαν εκεί, παρόντες σε αυτή την ιστορική στιγμή.
Η χώρα μας, πρόσθεσε, έχει στρατηγική της προσέγγισης με όλα τα μέρη της ευρύτερης περιοχής, δηλαδή είναι στρατηγικός εταίρος του Ισραήλ αλλά έχει και άριστες σχέσεις με όλα τα αραβικά κράτη, περιλαμβανομένης της Παλαιστινιακής Αρχής. Ο ίδιος άλλωστε αργότερα σήμερα έχει συνάντηση με την υπουργό Εξωτερικών της Παλαιστινιακής Αρχής, λίγες ώρες μετά την υπογραφή της συμφωνίας.
Επεσήμανε πως «η Ελλάδα αποτελεί γεωγραφικά έναν εγγύτατο παίκτη στην Μέση Ανατολή, τα ενδιαφέροντά μας είναι πάρα πολύ χρήσιμα και σημαντικά για την ευρύτερη σταθερότητα της περιοχής και αποτελεί ένα πάρα πολύ ουσιαστικό μέρος των διεθνών οργανισμών, πέρα από την Ευρωπαϊκή Ένωση».
«Η Ελλάδα θα είναι παρούσα τόσο στο κεφάλαιο το ανθρωπιστικό, δηλαδή στην παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας, στην διαχείριση όλων των πόρων που αφορούν την τα ανθρωπιστικά, καθώς επίσης και στην ανοικοδόμηση δηλαδή στην επόμενη μέρα της Γάζας» πρόσθεσε.
«Προσώρας δεν τίθεται ζήτημα στρατιωτικής συμμετοχής της Ελλάδας στην Ουκρανία»
Αναφορικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία, σημείωσε πως η χώρα μας έχει ταχθεί εξαρχής υπέρ της Ουκρανίας απέναντι στη ρωσική επιθετικότητα. «Ήταν μία επιλογή ευθύνης για τη χώρα μας, θεωρώ ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό για μία χώρα όπως η Ελλάδα η οποία ανέκαθεν τάσσεται με την καθολική εφαρμογή του διεθνούς δικαίου και κατά οποιασδήποτε μορφής αναθεωρητισμού, να συντάσσεται με τον αμυνόμενο και όχι με τον επιτιθέμενο, έτσι ώστε να διατηρεί το πολιτικό και ηθικό της συμφέρον, να μπορεί να προβάλλει τα θέματα του διεθνούς δικαίου».
Μετά την υπογραφή της χθεσινής συμφωνίας νομίζω ότι η διεθνής πολιτική σκηνή θα στρέψει τα βλέμματα της στην Ουκρανία, επεσήμανε, ενώ πρόσθεσε πως «αυτή τη στιγμή δεν διαφαίνεται ότι υπάρχουν οι συνθήκες εκείνες που θα οδηγούσαν σε άμεσο τερματισμό των εχθροπραξιών».
«Η Ελλάδα επίσης θα είναι παρούσα, όχι με στρατιωτικά μέσα αλλά θα είναι παρούσα σε ό,τι αφορά την κατάσταση την ανθρωπιστική και την ανασυγκρότηση της Ουκρανίας και βεβαίως όποτε ζητηθεί διπλωματικά η πολιτικά εμείς θα σταθούμε στο πλευρό της Ουκρανίας».
«Προσώρας δεν τίθεται ζήτημα στρατιωτικής συμμετοχής της Ελλάδας», σημείωσε χαρακτηριστικά ο υπουργός Εξωτερικών και πρόσθεσε: «Είναι εξαιρετικά πρώιμο. Δεν βρισκόμαστε καν στη φάση του ειρηνευτικού σχεδίου, πολλώ δε μάλλον για τις εγγυήσεις ασφαλείας θα τεθούν στην Ουκρανία».
Ανέφερε πως είναι εξαιρετικά σύνθετο το ζήτημα το οποίο τίθεται σε σχέση με τα εισοδήματα τα οποία λαμβάνονται από παγωμένα έσοδα της Ρωσίας. Αυτά τα επιπλέον έσοδα τίθεται ζήτημα αν θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την ενίσχυση και την ανθεκτικότητα της Ουκρανίας, αλλά υπάρχουν σημαντικά νομικά ζητήματα τα οποία θα πρέπει να επιλυθούν, δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή είναι επαρκές νομικό πλαίσιο.
«Είναι εξαιρετικά σημαντικό και κρίσιμο σε τέτοιους δύσκολους καιρούς η Ευρώπη να έχει τη δυνατότητα να αμύνεται αυτοτελώς. Και γι' αυτό το λόγο η πρωτοβουλία η οποία έχει αναλάβει ο Έλληνας πρωθυπουργός με άλλους ευρωπαίους ηγέτες στο να υπάρξει ένας ενιαίος αμυντικός σχεδιασμός προχωρεί και είναι εξαιρετικά κρίσιμη υλοποίηση του. Ενδεχομένως δεν έχει φτάσει στιγμή να σκεφτούμε και νέους τρόπους χρηματοδότησης του όπως είναι ο κοινός μηχανισμός για την ευρωπαϊκή άμυνα», σημείωσε.
Επιδίωξη λειτουργικής σχέσης με την Τουρκία
Ερωτηθείς για τα ελληνοτουρκικά, ο κ. Γεραπετρίτης ανέφερε πως η Ελλάδα επιδιώκει μία λειτουργική σχέση με την Τουρκία, μία σχέση καλής γειτονίας, καθώς δεν είναι εποχή για να παράγονται κρίσεις.
«Από την άλλη πλευρά, αντιλαμβανόμαστε ότι δεν πρόκειται να αποστούμε από τις θεμελιώδεις μας θέσεις και κυρίως δεν πρόκειται να αποστούμε από πρωτοβουλίες οι οποίες ενισχύουν την διαπραγματευτική σχέση της χώρας μας. Αυτό έχει αποδειχθεί περίτρανα την τελευταία τριετία με πολλές ενέργειες πρωτοβουλίες στο πεδίο και οι οποίες έχουν ουσιαστικά δημιουργήσει ένα πολύ ενισχυμένο πλαίσιο διαπραγμάτευσης για την Ελλάδα».
Σημείωσε πως η ακύρωση της συνάντησης μεταξύ των δύο ηγετών δεν ασκεί επιρροή στις σχέσεις των δύο χωρών. «Εκείνο το οποίο έχουμε κατακτήσει είναι η συγκυρία να μην επιδρά αρνητικά στο πλαίσιο του διαλόγου με την Τουρκία. Αυτό που προσθέτει αξία σήμερα στον διάλογο Ελλάδας Τουρκίας είναι ότι είναι δομημένος. Ότι δηλαδή έχει χτιστεί σε μία πολύ συγκεκριμένη μεθοδολογία, ότι ακολουθεί διαδικαστικούς κανόνες, ότι έχει συγκεκριμένους πυλώνες».
Σε ό,τι αφορά την ηλεκτρική διασύνδεση, ανέφερε πως η Ελλάδα έχει ταχθεί εξαρχής υπέρ της υλοποίησης του έργου, αλλά έχουν τεθεί ζητήματα οικονομικής και τεχνικής βιωσιμότητας από την πλευρά της Κύπρου.
«Είναι κάτι το οποίο θα πρέπει να διευκρινιστεί και τούτο διότι μπορεί βεβαίως τα εθνικά οφέλη τα οποία παράγονται να είναι εξαιρετικά σημαντικά, αλλά και η τεχνική και οικονομική βιωσιμότητα είναι αναγκαία προϋπόθεση και σε ό,τι αφορά την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση, άρα δεν είναι παράγων τον οποίο μπορείς να τον αγνοήσεις».
Τέλος, σε ό,τι αφορά το SAFE, επεσήμανε ότι «η Ελλάδα με εξαιρετικά επίμονη και συστηματική διπλωματία έχει καταφέρει να περνάει μέσα από την δική μας στάση το ζήτημα της συμμετοχής τρίτων χωρών. Δεν προβλεπόταν εξαρχής, εμείς το καταφέραμε να έχουμε πλέον ένα δικαίωμα αντιρρήσεις απέναντι σε οποιαδήποτε συμμετοχή τρίτου κράτους μέλους».
«Η δική μας θέση είναι πάρα πολύ διαυγής. Ενόσω υφίσταται τυπικά η απειλή πολέμου, ενώ δηλαδή υπάρχει ένα ψήφισμα του τουρκικού κοινοβουλίου για απειλή πολέμου έναντι άσκησης ενός νόμιμου δικαιώματος της Ελλάδας να διευρύνει τα χωρικά της ύδατα, είναι προφανές ότι δεν μπορεί να υπάρξει καμία συζήτηση. Άρα είναι προφανές ότι είναι αναγκαία η άρση του casus belli για να προχωρήσει οποιαδήποτε συζήτηση. Το αν αυτή θα είναι ικανή συνθήκη αυτό θα το δούμε σε μεταγενέστερο στάδιο», κατέληξε.