To κλίμα στη Wall Street έχει αλλάξει άρδην. Η έντονη μεταβλητότητα του Απριλίου που ήταν αποτέλεσμα κατά κύριο λόγο της επιβολής δασμών από την πλευρά του Λευκού Οίκου σε φίλους, σε εμπορικούς εταίρους, αλλά και σε εχθρούς των ΗΠΑ, υποχώρησε, ανοίγοντας εκ νέου το δρόμο στους αισιόδοξους ταύρους.
Οι αμερικανικές μετοχές αφού πέρασαν και επίσημα -έστω και σύντομα-σε ένα περιβάλλον bear - market, μετά την ανακοίνωση των δασμών κατά τη διάρκεια της «Liberation day» (Ημέρα Απελευθέρωσης) που είχε ορίσει ο πρόεδρος Τραμπ στις 2 Απριλίου, έχουν επιστρέψει σε ανοδική τροχιά. Με αποτέλεσμα ο δείκτης S&P 500 να βρίσκεται μόλις μια ανάσα χαμηλότερα από το ξεκίνημα του 2025.
Η ψυχολογική διάθεση των επενδυτών με βάση τον δείκτη CNN Fear & Greed Index, έχει επιστρέψει μετά από ένα μήνα μεγάλων βασάνων στον χώρο της «απληστίας», όπως βλέπουμε και στο ακόλουθο γράφημα.
Οι 57 μονάδες του δείκτη, απέχουν αρκετά από τις 41 μονάδες στις οποίες βρισκόταν ο δείκτης την περασμένη εβδομάδα και πολύ μακριά από τις 3 μονάδες και τον «υπερβολικό φόβο» που επικρατούσε ένα μήνα πριν, όπως βλέπουμε στο ακόλουθο πίνακα.
Ουσιαστικά ο CNN Fear & Greed Index, όπως παρατηρούμε και στο ακόλουθο γράφημα επέτρεψε σε τιμές αισιοδοξίας και απληστίας, δηλαδή σε τιμές υψηλότερες από το 50, μετά από πέντε ολόκληρους μήνες. Αφού ο ερχομός του νέου Αμερικανού προέδρου από μόνος του και πριν καν από την εξαγγελία της επιβολής δασμών, είχε σπείρει τον πανικό στην επενδυτική κοινότητα της Wall Street, ήδη από τον περασμένο Δεκέμβριο.
Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι παρά τη θετική αλλαγή του κλίματος και την επιστροφή της αισιοδοξίας, οι insiders της Wall Street, δηλαδή οι μεγαλομέτοχοι και τα υψηλά διοικητικά στελέχη των εισηγμένων εταιρειών συνεχίζουν να πωλούν τις μετοχές τους για δωδέκατο συναπτό μήνα, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Αμερικανικής Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (SEC). Όπως παρατηρούμε και στον ακόλουθο πίνακα, το κόκκινο χρώμα των πωλητών κυριαρχεί. Η τάση των insiders, ουσιαστικά υπογραμμίζει τις υψηλές αποτιμήσεις των μετοχών.
Παρά τις συνεχιζόμενες ανησυχίες για τους δασμούς, αφού κανείς δεν γνωρίζει το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων που συνεχίζονται, αλλά και των πιέσεων που ασκούνται, οι αγορές ανέκαμψαν από τα χαμηλά επίπεδα του Απριλίου. Οι επενδυτές έχουν ανακτήσει την εμπιστοσύνη τους στις μετοχές χάρη στα ισχυρά εταιρικά κέρδη που ανακοινώνονται. Στηρίζοντας την αισιοδοξία τους στην ελπίδα ότι το περιβάλλον του προέδρου των ΗΠΑ θα αναλάβει πρωτοβουλίες για να αποτρέψει περαιτέρω πτώση των αγορών και ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα σύντομα θα μειώσει τα επιτόκια της.
Εταιρικά κέρδη πρώτου τριμήνου (Q1)
Στα καθαρά χρηματιστηριακά δεδομένα, τα ισχυρά κέρδη του Q1, τα οποία εμφάνισαν οι εταιρίες των «Magnificent 7», δηλαδή των κορυφαίων ψηφιακών και τεχνολογικών εταιρειών, ενθαρρύνουν τους επενδυτές μεγιστοποιώντας τις προσδοκίες της. Ωστόσο, τους ρυθμούς αύξησης της κερδοφορίας τους, δεν ακολουθεί το σύνολο των μετοχών που συνθέτουν τον S&P 500. Ο στόχος για την αύξηση της κερδοφορίας τους μέσα στο 2025, που είχε τεθεί από τους αναλυτές δε φαίνεται ότι θα επιτευχθεί. Και μάλιστα σε πρόσφατη έκθεση που δημοσίευσε η Apollo Global Management, αναφέρεται ότι κατά μέσο όρο οι εταιρείες του S&P 500 θα εμφανίσουν την μεγαλύτερη μείωση των κερδών τους ανά μετοχή (EPS), από το καταστροφικό δεύτερο τετράμηνο (Q2) του 2020.
Δασμοί
Όπως προαναφέραμε οι αγορές αναμένουν ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ θα αναλάβει εκ νέου δράση για να αποφύγει μια νέα πτωτική κίνηση της χρηματιστηριακής αγοράς. Σε αυτή την εκτίμηση συνηγορεί η πρόσφατη υπαναχώρηση του Λευκού Οίκου και οι εξαιρέσεις στους δασμούς, που ήταν αποτέλεσμα της σύσσωμης αντίδρασης του επιχειρηματικού κόσμου των ΗΠΑ, των κορυφαίων παραγόντων της Wall Street και των βασικών χρηματοδοτών της προεκλογικής εκστρατείας Τραμπ. H συγκεκριμένη προεδρική υπαναχώρηση όσον αφορά την άμεση ισχύ των δασμών είχε συγκρατήσει τον S&P 500 πάνω από τις 4835 μονάδες, δίνοντας ώθηση για την επιστροφή του στα επίπεδα άνω των 5600 μονάδων.
Ελάχιστα όμως στην ουσία έχουν αλλάξει από τις 2 Απριλίου. Παρά την προσωρινή αναστολή των δασμών ανάμεσα στις ΗΠΑ και στους εμπορικούς εταίρους τους σε όλον των κόσμο, για να διευκολυνθούν οι εμπορικές διαπραγματεύσεις, το σχέδιο του Λευκού Οίκου εξακολουθεί να διατηρεί τον εφαρμοζόμενο δασμολογικό συντελεστή αισθητά υψηλότερα, σε σύγκριση με τον προηγούμενο της τάξης του 3%. Ενώ ταυτόχρονα το εμπόριο με την Κίνα, ουσιαστικά είναι παγωμένο.
Το καλό σενάριο, που είναι το κυρίαρχο σήμερα, αναφέρεται σε επιτυχή κατάληξη των διαπραγματεύσεων και στη μη επιβολή δασμών ανάμεσα τους εμπορικούς εταίρους. Σενάριο το οποίο θα αποτρέψει το ενδεχόμενο ύφεσης και την εκτόξευση του πληθωρισμού.
Επιτόκια Fed
H πιθανότητα χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής από την πλευρά της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) βρίσκεται εκ νέου στο προσκήνιο. Οι χρηματιστηριακοί αναλυτές στις εκθέσεις τους πλέον αναφέρονται σε τέσσερις μειώσεις επιτοκίων από την πλευρά της Fed μέσα στο 2025, από δυο που ανέμεναν στις προηγούμενες εκθέσεις τους μέσα στον Απρίλιο. Παρ’ όλο που η Fed επιμένει να κρατά τα επιτόκια σταθερά στο επίπεδο του 4,25% και 4,5%. Ακολουθώντας την τακτική του «wait and watch».
Τα πρόσφατα στοιχεία για τον πληθωρισμό και την ανεργία έχουν αυξήσει τις ελπίδες των επενδυτών ότι οι μειώσεις επιτοκίων το 2025 θα επανέλθουν στο τραπέζι. Πιέζοντας την Fed να κινηθεί προς την κατεύθυνση που επιθυμεί και ο Λευκός Οίκος. Μπορεί οι τελευταίες μετρήσεις τόσο για τον "πυρήνα" του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (CPI) όσο και για τον Δείκτη Τιμών Προσωπικών Δαπανών (PCE) να δείχνουν επιβράδυνση του πληθωρισμού, όμως για να λέμε την αλήθεια, αυτή οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στην υποχώρηση του ενεργειακού κόστους, λόγω της κατάρρευσης των τιμών του πετρελαίου. Οπότε η Fed δικαίως είναι επιφυλακτική.
Ανησυχίες και προβληματισμοί
Παράλληλα με τις τρέχουσες εξελίξεις οι οποίες έχουν ενθαρρυντική πνοή, οι επενδυτές της Wall Street φαίνεται να μην έχουν μακροοικονομικές ανησυχίες. Αγνοούν για παράδειγμα την αδύναμη ανάπτυξη των ΗΠΑ, την εξασθένηση της ζήτησης στον βιομηχανικό τομέα, την πίεση στην αγορά εργασίας, την επιβάρυνση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και τη χαμηλή καταναλωτική εμπιστοσύνη η οποία βρίσκεται στα επίπεδα στα οποία είχε βρεθεί κατά τη διάρκεια της κρίσιμης διετίας 2008 - 2009.
Οι επενδυτές παραγνωρίζουν παράλληλα το πρόβλημα με το υπερβολικό χρέος της κυβέρνησης των ΗΠΑ το οποίο συνεχίζει να αυξάνεται και μαζί με αυτό συνεχίζει να αυξάνεται και το κόστος της εξυπηρέτησης αλλά και της αναχρηματοδότησης του, η οποία πλησιάζει. Ο Λευκός Οίκος και το Ρεπουμπλικανικό κόμμα διατηρούν ψηλά στην ατζέντα τους, τόσο το χρέος όσο και τα ελλείμματα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, με τα οποία ασχολείται ο νεοϊδρυθείς μηχανισμός του DOGE.
Ωστόσο, οι αγορές σχεδόν αδιαφορούν για τον «ελέφαντα στο δωμάτιο». Με αποτέλεσμα οι χρηματιστηριακές αποτιμήσεις να έχουν επιστρέψει στα υψηλά του 2025. Δηλαδή σε επίπεδα, που όλοι χαρακτήριζαν εδώ και καιρό, αλλά και προ της «κρίσης των δασμών», ως υπερτιμημένα.
Σύμφωνα με τους ισχυρότερους επενδυτικούς οίκους, οι μακροπρόθεσμοι επενδυτές θα πρέπει να θεωρήσουν ότι το επίπεδο των 5.100-5.300 μονάδων είναι ένα αμυντικό επίπεδο στήριξης του S&P 500 και ένα επίπεδο που προσφέρεται για άνοιγμα νέων θέσεων long, εάν και εφ’ όσον η οικονομία των ΗΠΑ καταφέρει να αποφύγει την ύφεση και δεν φλερτάρει με τον στασιμοπληθωρισμό. Το ερώτημα του $1 εκατ. βέβαια, παραμένει το ποια θα είναι η κατάληξη των διαπραγματεύσεων και ποια η έκβαση του εμπορικού πολέμου.