Όταν ο Γάλλος πρωθυπουργός προτείνει την κατάργηση δύο επίσημων κρατικών αργιών για να μειωθεί το έλλειμμα του προϋπολογισμού, τα πράγματα είναι αρκετά δύσκολα. Για την γαλλική οικονομία που αυτή την στιγμή έχει με διαφορά το μεγαλύτερο ετήσιο έλλειμμα προϋπολογισμού στην Ευρωζώνη και για τον πρωθυπουργό Μπαϊρού και τον υπουργό οικονομικών Λομπάρντ, οι οποίοι καλούνται να βρουν λύσεις για την μείωση των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού και γενικότερα του δημοσίου χρέους, χωρίς να πέσει η κυβέρνηση, χωρίς να κατέβει ο κόσμος στους δρόμους και χωρίς να προκληθεί αναταραχή στις αγορές ομολόγων.
Όπως ανέφερε χθες το Bloomberg, το προχθεσινό σχέδιο του πρωθυπουργού για την μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος κατά 43,8 δισεκατομμύρια ευρώ μέσα στο 2026 μπορεί να βάλει σε κίνδυνο την κυβέρνηση η οποία δεν διαθέτει κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Έτσι, δεν μπορούν να αποκλειστούν οι προτάσεις μομφής από κόμματα της αντιπολίτευσης, ορισμένα από τα οποία έχουν ήδη απορρίψει τις προτάσεις του πρωθυπουργού.
Ο υπουργός Λομπάρντ πάντως είναι αισιόδοξος και δήλωσε πως θα μιλήσει σε όλα τα κόμματα γιατί πρόκειται περί ενός ζητήματος εθνικού ενδιαφέροντος. Είπε επίσης πως η κυβέρνηση θα εξηγήσει, θα συζητήσει, θα βελτιώσει το σχέδιο και πρόσθεσε πως υπάρχουν σημαντικές πιθανότητες για επίτευξη συμφωνίας με το Σοσιαλιστικό κόμμα.
Υποστήριξε επίσης πως είναι προς το εθνικό συμφέρον της Γαλλίας η τακτοποίηση των δημοσίων οικονομικών της χώρας πριν τις προεδρικές εκλογές του 2027. Η προχθεσινή παρουσίαση των προτάσεων είναι το πρώτο βήμα προς την κατάρτιση του προϋπολογισμού του 2026 αλλά υπάρχει αρκετός δρόμος ακόμα, αφού το κοινοβούλιο θα συνεδριάσει ξανά προς το τέλος του Σεπτεμβρίου.
Ο πρωθυπουργός παραδέχθηκε πως η κατάσταση δεν είναι ιδανική και δήλωσε πως «η κυβέρνηση γνωρίζει πολύ καλά πως είναι στο έλεος των ομάδων της αντιπολίτευσης», προσθέτοντας μάλιστα πως αμφιβολίες υπάρχουν και για την στήριξη κάποιων από τα κόμματα που τον υποστηρίζουν. Υπογράμμισε όμως πως «είναι το καθήκον της κυβέρνησης, η οποία έχει την θέληση και την επιθυμία να ξεπεράσει τα εμπόδια και να δώσει στην χώρα έναν λόγο να ζει και να πιστεύει».
Ο στόχος είναι η μείωση του ελλείμματος του προϋπολογισμού από το 5,4% του ΑΕΠ που προβλέπεται για το 2025 στο 4,6% για το 2026, ανοίγοντας τον δρόμο για την επιστροφή κάτω από το ευρωπαϊκό όριο του 3% μέχρι το 2029, ενώ το 2024 είχε φθάσει στο 5,8% του ΑΕΠ, δηλαδή σχεδόν στο διπλάσιο του ευρωπαϊκού ορίου. Η εξοικονόμηση των 43,8 δισεκατομμυρίων Ευρώ προβλέπεται να γίνει με διάφορους τρόπους, πέρα από την κατάργηση των αργιών. Την μείωση των εξόδων των αυτοδιοικητικών αρχών κατά 5,3 δις. Την αύξηση των δαπανών του δημόσιου ασφαλιστικού συστήματος κατά 4,5 δις αντί για 10 δις που ήταν η αρχική πρόβλεψη.
Την αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης για πολίτες με πολύ υψηλά εισοδήματα. Την αναπλήρωση μόνο των 2/3 των στελεχών του δημοσίου τομέα που θα αποχωρήσουν λόγω συνταξιοδότησης. Την μείωση του προσωπικού σε δημόσιες επιχειρήσεις μέσω συγχωνεύσεων. Το «πάγωμα» δαπανών κοινωνικής πρόνοιας και εξόδων για συντάξεις που θα αποφέρει 7,1 δις. Αυτή η δέσμη μέτρων θυμίζει σε κάποιους από εμάς τα μνημόνια της προηγούμενης δεκαετίας και είναι βέβαιο πως δεν θα αρέσει καθόλου στους περισσότερους Γάλλους πολίτες.
Η κυβέρνηση όμως δεν έχει πολλές επιλογές, αφού πρέπει ταυτόχρονα να μειώσει το έλλειμμα του προϋπολογισμού και να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες τα επόμενα χρόνια, την στιγμή που η αύξηση των επιτοκίων από το 2022 και μετά έχει ανεβάσει τις δαπάνες εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους. Μπορεί ο Μπαϊρού να επαναλαμβάνει πως το μεγάλο δημόσιο χρέος και το μεγάλο έλλειμμα αποτελούν θανάσιμο κίνδυνο για την χώρα αλλά δεν είναι καθόλου βέβαιο πως η πλειοψηφία των βουλευτών θα του δώσει την δυνατότητα να εφαρμόσει αυτό το πακέτο μέτρων.
Τα νέα από την Γαλλία ήρθαν περίπου έναν χρόνο από το σοκ προκλήθηκε μετά την προκήρυξη πρόωρων βουλευτικών εκλογών από τον πρόεδρο Μακρόν και την αναταραχή στις αγορές ομολόγων και μετοχών που ακολούθησε την απόφασή του. Τότε είχαμε δει μία σημαντική πτώση στις χρηματιστηριακές αγορές και σημαντικά προβλήματα στα κρατικά ομόλογα της Γαλλίας, με τις αποδόσεις τους να αυξάνονται απότομα και να παρασύρουν μαζί τους και τα κρατικά ομόλογα άλλων μελών της Ευρωζώνης. Ο φόβος των επενδυτών ήταν πως το μεγάλο δημόσιο χρέος της χώρας, της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα μπορούσε να δημιουργήσει μία μεγάλη κρίση στα ομόλογα που θα θύμιζε τις αντίστοιχες κρίσεις τα πρώτα χρόνια της προηγούμενης δεκαετίας.
Πέρυσι, η διαφορά (spread) μεταξύ των αποδόσεων των γαλλικών και των γερμανικών κρατικών ομολόγων δεκαετούς διάρκειας είχε κινηθεί έντονα ανοδικά, ξεπερνώντας και το 0,90%. Η εκκολαπτόμενη νέα πολιτική κρίση στην χώρα επανέφερε άμεσα τις συζητήσεις για την επικίνδυνη δημοσιονομική κατάσταση αλλά μέχρι στιγμής δεν φαίνεται να έχει σημαντική επίδραση στις αγορές αφού το παραπάνω spread δεν ξεπέρασε το 0,70%. Χαρακτηριστικά της σκέψης όσων ανησυχούν έντονα για την κατάσταση στην Γαλλία είναι όσα έγραψε σε χθεσινό του σημείωμα ο Francesco Pesole, στέλεχος της ολλανδικής ING Groep NV. Όπως διαβάσαμε στο Bloomberg, κατά τον Pesole και την ομάδα του ο γαλλικός προϋπολογισμός αποτελεί μία ωρολογιακή βόμβα για το Ευρώ και την Ευρωζώνη.
Ο Pesole ανέφερε πως η υπόθεση του γαλλικού δημοσιονομικού ελλείμματος είχε περάσει τελευταία στο περιθώριο αλλά οι εξελίξεις μας υπενθυμίζουν πως αποτελεί μία ωρολογιακή βόμβα για το επενδυτικό συναίσθημα στην Ευρωζώνη. Στο σημείωμά του έγραψε επίσης πως τους επόμενους μήνες θα μπορούσαμε να δούμε στην αγορά συναλλάγματος αρνητικές εξελίξεις για το Ευρώ.
Ακούγοντας τις εκτιμήσεις των στελεχών της ING θυμηθήκαμε και εμείς πως αν οι αγορές αρχίσουν πραγματικά να φοβούνται για την εξέλιξη των πραγμάτων στην Γαλλία, θα μπορούσαμε να δούμε μία σημαντική άνοδο των αποδόσεων των γαλλικών ομολόγων που με την σειρά της θα έπληττε και τα ομόλογα των υπόλοιπων κρατών της Ευρωζώνης. Σε μία τέτοια περίπτωση, θα βλέπαμε σημαντική επιβάρυνση των επιχειρήσεων που έχουν μεγάλο δανεισμό, γενική αύξηση του κόστους δανεισμού και τελικά επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας στην Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Δεν συμφωνούν όμως όλοι με αυτή την αρνητική θεώρηση των πραγμάτων. Αναλυτές του Bloomberg ανέφεραν σχετικά με τα γαλλικά κρατικά ομόλογα πως διαπραγματεύονται εδώ και καιρό με ένα σημαντικό ασφάλιστρο κινδύνου (risk premium) και οι αποδόσεις τους είναι μεγαλύτερες από τα ομόλογα της Ισπανίας και της Πορτογαλίας. Πρόσθεσαν επίσης πως έχουν ήδη ενσωματώσει πολλά αρνητικά νέα και δεν προκύπτει λόγος άμεσης χειροτέρευσης.
Ο Fabio Lisanti της Citi, ανέφερε στην τηλεόραση του διεθνούς πρακτορείου πως η αντίδραση των αγορών είναι μετρημένη καθώς τα πιο πολλά νέα ήταν αναμενόμενα. Ο ίδιος μάλιστα πρόσθεσε πως το επίπεδο του Γαλλικού δημοσίου χρέους είναι υγιές σε σύγκριση με χώρες όπως οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο και πως οι χώρες της Ευρώπης θα συνεχίσουν να αναπτύσσονται λόγω της επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής και των αυξημένων δαπανών για την άμυνα.
Είναι προφανές πως αυτή την στιγμή υπάρχουν δύο «σχολές» σκέψης σχετικά με την κατάσταση της γαλλικής οικονομίας. Οι ανησυχίες της πρώτης σχολής, όπως περίπου τις εκφράζει η ING είναι απόλυτα λογικές αλλά η μέχρι στιγμής μάλλον ψύχραιμη αντίδραση των αγορών δείχνει πως συντάσσονται με τις εκτιμήσεις των αναλυτών του Bloomberg και της Citi. Αυτό είναι βέβαια παρήγορο αλλά σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει πως οι επενδυτές αδιαφορούν για το τι γίνεται στην Γαλλία. Αν σε μερικές εβδομάδες φανεί πως τα πράγματα σκουραίνουν για την γαλλική κυβέρνηση, οι περσινές ανησυχίες των αγορών μπορούν να έρθουν πάλι στην επιφάνεια σε μερικά δευτερόλεπτα. Ας μην το ξεχάσουμε.