Τι απέγινε «η μετοχή του Τραμπ» μετά το εκκωφαντικό +1660%

Τι απέγινε «η μετοχή του Τραμπ» μετά το εκκωφαντικό +1660%

Όταν τον περασμένο Οκτώβριο ο τέως πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ανακοίνωνε τη βούληση του για τη δημιουργία ενός ψηφιακού ενημερωτικού μέσου με την επωνυμία «Truth Social» που θα εισαγόταν στο Χρηματιστήριο μέσω ενός οχήματος SPAC και συγκεκριμένα της Digital World Acquisition (Nasdaq: DWAC), η μετοχή της είχε απογειωθεί από τα $9,96 στα $175. Και αυτό δίχως να έχει παρουσιαστεί μια στρατηγική μελέτη, ένα επιχειρηματικό πλάνο ή ακόμα και η ομάδα των ιδρυτικών στελεχών. Σήμερα, μετά από 2 σχεδόν μήνες ακολουθούμε τα ίχνη της DWAC. 

Η τιμή της μετοχής της DWAC έχει ισορροπήσει σε επίπεδα άνω των $50. 

Επιχειρηματικά, η προσωπική δέσμευση του Ντόναλντ Τραμπ, ότι στα τέλη Νοεμβρίου θα είναι διαθέσιμη μια δοκιμαστική (beta) έκδοση της Truth Social, δεν εκπληρώθηκε.  

Ωστόσο ανακοινώθηκε ότι τη θέση του CEO του νέου σχήματος, θα καταλάβει ο Ρεπουμπλικάνος Γερουσιαστής Ντέβιν Νούνες, που ήδη παρέδωσε την έδρα του στη Γερουσία.  Ας σημειωθεί ότι ο Γερουσιαστής δεν έχει σχετική εμπειρία με τα μέσα ψηφιακής κοινωνικής δικτύωσης, αλλά είναι πιστός ακόλουθος του πρώην προέδρου των ΗΠΑ.

Η μόνη συμφωνία που έχει υπάρξει, αφορά την έναρξη συνεργασίας της εταιρείας «Trump Media & Technology Group» (TMTG), με τη εταιρεία Rumble Inc., που δραστηριοποιείται στο χώρο του cloud, του video και του streaming. Σύμφωνα με την ανακοίνωση, η Rumble θα προσφέρει την ψηφιακή υποδομή στο συνδρομητικό κανάλι TMTG+ και ταυτόχρονα θα υποστηρίζει τις παραγωγές του «Truth Social».

Όπως έχει δηλώσει ο Ντόναλντ Τραμπ, το «Truth Social» θα είναι το όπλο του ομίλου TMTG στο χώρο των ψηφιακών κοινωνικών δικτύων, που σκοπεύει να αντικαταστήσει τόσο το facebook, όσο και το twitter. Ως γνωστόν εδώ και μήνες τα δυο προαναφερθέντα ψηφιακά μέσα κοινωνικής δικτύωσης, έχουν αποβάλει τον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ.

Με την χρηματιστηριακή αξία της DWAC να βρίσκεται στα $2 δισ. με αρχικά εισφερθέντα κεφάλαια $293 εκατ., ο Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε ότι συγκέντρωσε κεφάλαια ύψους $ 1 δισ. από επενδυτές που δεν κατονόμασε, στα πλαίσια των παρουσιάσεων του επιχειρηματικού του σχεδίου και της εισόδου της εταιρείας στο Χρηματιστήριο.

Οι επενδυτές που παραμένουν άγνωστοι, προχώρησαν σε επένδυση «private investment in public equity» (ΡΙΡΕ), όπως λέγεται η ιδιωτική τοποθέτηση σε μετοχικά κεφάλαια εισηγμένων εταιρειών, στην τιμή των $34,36. Σε τιμή μειωμένη κατά σχεδόν 35% από την τρέχουσα τιμή της μετοχής στο Χρηματιστήριο. 

Όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο ρόδινα. Οι εποπτικές αρχές «Securities & Exchange Commission» (SEC) και «Financial Industry Regulatory Authority» (FIRA), διερευνούν τις χρηματιστηριακές συναλλαγές των μετοχών της DWAC καθώς και τις επικοινωνίες που έχουν πραγματοποιηθεί και τα έγγραφα που έχουν διακινηθούν μεταξύ της Digital World και του Trump Media Technology Group. 

Η έρευνα ξεκίνησε μετά από καταγγελίες της Γερουσιαστού των Δημοκρατικών, Ελίζαμπεθ Γουόρεν. Σύμφωνα με τις καταγγελίες, είχαν προηγηθεί επαφές, εκτενείς συζητήσεις και διαπραγματεύσεις, ανάμεσα στον CEO της DWAC και τον Ντόναλντ Τραμπ, πολύ πριν η DWAC εισέλθει στο Χρηματιστήριο. Σύμφωνα με την αμερικανική χρηματιστηριακή νομοθεσία, απαγορεύεται ρητά η έναρξη συνομιλιών ανάμεσα σε SPACs και υποψήφιους στόχους συγχωνεύσεων, προτού να εισαχθούν οι μετοχές των SPACs στο Χρηματιστήριο.

Η αλήθεια είναι ότι η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς στη Νέα Υόρκη (SEC), έχει κάνει αρκετές φορές τα κλειστά μάτια στις διαδικασίες των SPACs, με αποτέλεσμα να υπάρχουν αρκετές καταγγελίες για στημένες συναλλαγές. Όμως τώρα, η SEC καλείται να λάβει συγκεκριμένη θέση, ειδικά για τη σχέση του Ντόναλντ Τραμπ με το SPAC της DWAC, λόγω και του γεγονότος ότι η τελευταία ελέγχεται από μετόχους συμφερόντων του Προέδρου της Βραζιλίας και στενού φίλου του Ντόναλντ Τραμπ,  Ζαΐρ Μπολσονάρο.

Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.