Δεν αναφέρομαι στις κλασικές δημοσκοπήσεις στις οποίες καταγράφεται η δύναμη των υπαρχόντων κομμάτων. Εδώ, λίγο-πολύ, τα ευρήματα είναι παραπλήσια με λογικά αποδεκτές αποκλίσεις. Αναφέρομαι στις άλλες που μετράνε κόμματα που δεν έχουν καν ιδρυθεί. Κόμματα που τα μετράνε οι δημοσκόποι με μόνο δεδομένο το όνομα του ηγέτη τους. Και για σιγουριά, διότι γνωρίζουν πως ουσιαστικά μετράνε αέρα κοπανιστό, δίνουν ένα εύρος της τάξεως των 10 plus μονάδων. Μάλιστα το κόμμα Καρυστιανού το μετράνε μέχρι το 30% plus.
Εννοείται πως όσο αντιδεοντολογικό είναι αυτό που κάνουν, εξίσου αντιδεοντολογικό θα ήταν αν μετρούσαν τα τρία αυτά κόμματα ( Καρυστιανού, Σαμαρά, Τσίπρα) μαζί με τα άλλα. Όμως θα ήταν πιο έντιμο. Τώρα οι δημοσκόποι καταλήγουν σε τραγελαφικά ποσοστά για τα υπό ίδρυση κόμματα και διακυβεύουν όχι μόνον την αξιοπιστία τους, αλλά και τη σοβαρότητά τους.
Μήπως υπηρετούν σκοπιμότητες αυτές οι μετρήσεις; Μήπως θέλουν να δημιουργήσουν κλίμα για καθένα από αυτά τα τρία κόμματα; Η απάντηση είναι καταφατική. Σπρώχνουν, αποθαρρύνουν ή ενθαρρύνουν, ανάλογα…Διότι τι νόημα έχει να μετράς ένα κόμμα που δεν έχει πρόγραμμα και δεν γνωρίζεις τα στελέχη του; Αρκεί η φωτογραφία του αρχηγού; Πώς τοποθετούνται οι ερωτώμενοι; Όλα αυτά είναι σε γνώση των δημοσκόπων και όμως προχωρούν σε τέτοιους είδους δημοσκοπήσεις.
Όπως προανέφερα θα ήταν πιο έντιμο αν πλάι στα υπάρχοντα κόμματα να έβαζαν και τα υπό ίδρυση, ώστε να είχαμε πολύ πιο σαφή εικόνα για το γενικότερο πολιτικό τοπίο, μακριά από τα αξιολύπητα, για τους δημοσκόπους, ευρήματα του τύπου «από 8-20% ή από 10-32%». Η προδιάθεση δεν αποτελεί πολιτική τάση. Πολιτική τάση χωρίς ασφαλή δεδομένα δεν μπορεί να καταγραφεί. Και τα ασφαλή δεδομένα τα συνθέτουν οι αρχές και το πρόγραμμα, τα στελέχη και ο τρόπος εκφοράς του πολιτικού λόγου. Αν δεν είναι γνωστά αυτά τα στοιχεία, τι μετράνε οι δημοσκόποι;
Είναι γεγονός αναμφισβήτητο πως η ίδρυση αυτών των κομμάτων-ίσως για την κυρία Καρυστιανού να υπάρχουν ερωτηματικά για τις προθέσεις της-θα αναδιατάξει όλο το πολιτικό σκηνικό. Όταν ιδρυθούν, και μόνον τότε, θα έχουμε μια ασφαλή εικόνα για τη δύναμή τους, για τους χώρους από τους οποίους αντλούν ψηφοφόρους, πόσο θα επηρεάσουν τις συσπειρώσεις των σχετικά πολιτικά όμορων κομμάτων και φυσικά και για τη δημοτικότητα των ηγετών τους. Θα ρευστοποιήσουν έτι περαιτέρω την υπάρχουσα πολιτική κατάσταση ή μήπως δια της απορροφήσεως μικροτέρων κομμάτων θα τη σταθεροποιήσουν;
Προφανώς τα δύο σίγουρα υπό ίδρυση κόμματα ( Σαμαρά και Τσίπρα) έχουν άλλους στρατηγικούς στόχους, άλλες δυσκολίες το καθένα και πιθανόν ο βαθμός που θα επηρεάσει το κάθε κόμμα τη μεγάλη εικόνα να είναι θεαματικά διαφορετικός. Πάντως, για να κλείσω αυτό το άρθρο από εκεί που το ξεκίνησα, μόνον όταν ανακοινωθεί η ίδρυσή τους η καταγραφή της δύναμής τους θα είναι αξιόπιστη. Και θα δοκιμαστεί και η αντοχή τους στον χρόνο, στην πίεση των γεγονότων.
Υ.Γ. Η ΔΗΜΑΡ, όταν ιδρύθηκε το καλοκαίρι του 2010, στις πρώτες δημοσκοπήσεις έπαιρνε 18% και στις εκλογές του Ιουνίου 2012 τελικά πήρε 6,11%. Ακόμα πιο θεαματικές ήταν οι πρώτες μετρήσεις για το κόμμα Αβραμόπουλου, το οποίο ουδέποτε κατέβηκε σε εκλογές.