Στα μέσα του φετινού Μαΐου ο Ντόναλτ Τραμπ υπέγραψε ένα εκτελεστικό διάταγμα με στόχο να συνδέσει τις τιμές των φαρμάκων στις ΗΠΑ με τις διεθνείς τιμές.
Υπενθυμίζουμε εν συντομία ότι ενώ στην Ευρώπη οι τιμές των φαρμάκων ρυθμίζονται αυστηρά από τα κράτη, στις ΗΠΑ οι φαρμακευτικές διαπραγματεύονται ελεύθερα τις τιμές τους.
Το αποτέλεσμα είναι πολλές φορές οι Αμερικανοί να πληρώνουν έως και τρεις φορές περισσότερο για επώνυμα φάρμακα από ότι οι ασθενείς σε άλλα κράτη μέλη του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης. (σ.σ: Περισσότερες λεπτομέρειες μπορείτε να διαβάσετε εδώ).
Ο Τραμπ στοχεύει να μειώσει τις τιμές των φαρμάκων στις ΗΠΑ κατά 30% έως 80% και μάλιστα έχει ήδη κοινοποιήσει τις τιμές στόχους στους φαρμακευτικούς κατασκευαστές.
Εάν οι μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες αρνηθούν να συμμορφωθούν εντός της περιόδου συμμόρφωσης που έχει δώσει ο Ντόναλντ Τραμπ- η περίοδος αυτή λήγει στις 29 Σεπτεμβρίου – και δεν υποβάλουν «δεσμευτικές εγγυήσεις» για τη μείωση των τιμών των φαρμάκων τους στις ΗΠΑ στα επίπεδα που καταβάλλουν άλλες προηγμένες χώρες, τότε ο Υπουργός Υγείας θα προτείνει κανόνες που θα επιβάλλουν την τιμολόγηση που ισχύει στα «Ευνοούμενα Έθνη», ήτοι τα έθνη που έχουν εξασφαλίσει προνομιακές συμφωνίες τιμολόγησης φαρμάκων.
Στην ανάλυση μας τον Μάιο είχαμε εξηγήσει γιατί η νέα πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ στο τέλος της ημέρας είναι πολύ πιθανόν να επιβαρύνει τη φαρμακευτική δαπάνη στην ΕΕ, καθώς οι βιοφαρμακευτικές εταιρείες θα προσπαθήσουν έως έναν μεγάλο βαθμό να αντισταθμίσουν τη μείωση των τιμών εντός των ΗΠΑ με την αύξηση των τιμών των φαρμάκων εκτός ΗΠΑ.
Το θέμα φτάνει σιγά σιγά στην τελική ευθεία με την έναρξη του φθινοπώρου, με την αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου να είναι από τις πρώτες που καλείται να προσφέρει μια καλύτερη συμφωνία στις παγκόσμιες φαρμακευτικές εταιρείες.
Μέχρι στιγμής όμως, οι μακροχρόνιες συζητήσεις για την τιμολόγηση των φαρμάκων μεταξύ των φαρμακευτικών εταιρειών και της βρετανικής κυβέρνησης ναυάγησαν τον περασμένο μήνα χωρίς να υπάρξει συμφωνία.
Στο σημείο αυτό να αναφέρουμε ότι αρκετές παγκόσμιες φαρμακευτικές εταιρείες έχουν αποσύρει ή αναστείλει προσωρινά τις επενδύσεις τους στο Ηνωμένο Βασίλειο εν μέσω της μειωμένης κυβερνητικής υποστήριξης προς τον τομέα.
Αν και οι Merck, AstraZeneca και Eli Lilly είναι μεταξύ εκείνων που επανήλθαν στο τραπέζι του διαλόγου τις τελευταίες ημέρες, το Ηνωμένο Βασίλειο βρίσκεται υπό πίεση να τους προσφέρει μια καλύτερη συμφωνία.
Η πίεση από τις φαρμακευτικές
Βλέπετε, οι φαρμακευτικές εταιρείες παροτρύνουν τις βρετανικές αρχές να πληρώνουν περισσότερα για φάρμακα και να βελτιώσουν το ανταγωνιστικό τοπίο ενόψει της προθεσμίας που λήγει αργότερα αυτόν τον μήνα, βάσει του διατάγματος τιμολόγησης φαρμάκων του Τραμπ για το πλέον ευνοούμενο έθνος (MFN).
Μέχρι να έρθουν σε συμφωνία με τη βρετανική κυβέρνηση, οι εταιρείες έχουν σταματήσει τις προτεινόμενες επενδύσεις στη Βρετανία. Για παράδειγμα η αγγλο-σουηδική φαρμακευτική εταιρεία AstraZeneca ανακοίνωσε ότι διακόπτει μια προγραμματισμένη επένδυση 200 εκατομμυρίων λιρών στην ερευνητική της μονάδα στο Κέιμπριτζ. Πρόκειται για την πιο πρόσφατη αποχώρηση της από τη Βρετανία φέτος, λόγω της μείωσης της κυβερνητικής στήριξης.
Η κίνηση της AstraZeneca έγινε δύο ημέρες αφότου η αμερικανική φαρμακευτική εταιρεία Merck διέκοψε την επένδυση της για ένα ερευνητικό κέντρο αξίας 1 δισεκατομμυρίου λιρών στο Λονδίνο, επικαλούμενη την έλλειψη ανταγωνιστικότητας στο Ηνωμένο Βασίλειο και την «υποτίμηση» καινοτόμων φαρμάκων.
H Eli Lilly έχει δηλώσει επίσης ότι διακόπτει τις επενδύσεις σε εργαστηριακό χώρο στο Ηνωμένο Βασίλειο, εν αναμονή «περισσότερης σαφήνειας σχετικά με το περιβάλλον των βιοεπιστημών του Ηνωμένου Βασιλείου».
Μια μερίδα αναλυτών ενστερνίζεται την άποψη ότι οι φαρμακευτικοί κολοσσοί έχουν συντονιστεί προκειμένου να πιέσουν στον μέγιστο βαθμό όχι μόνο το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά και άλλες κυβερνήσεις.
Αρκετοί βέβαια αναλυτές υποστηρίζουν ότι η παύση επενδύσεων στη Μ.Βρετανία από τις πολυεθνικές φαρμακευτικές αποτελεί απλά μια διαπραγματευτική τακτική πίεσης και πολλές από αυτές εν τέλει δεν θα αποχωρήσουν εντελώς και θα επανασχεδιάσουν κατά κάποιο τρόπο τις επενδύσεις τους.
Όπως και να έχει, από την ανάληψη των καθηκόντων της νέας κυβέρνησης των ΗΠΑ, η παραγωγή, η καινοτομία και η τιμή για το φάρμακο βρίσκονται υπό συζήτηση σε όλον τον ανεπτυγμένο κόσμο.
Ειδικά όσον αφορά το Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο αν και μέχρι πρότινος ήταν ένα από τα πιο ελκυστικά μέρη για επενδύσεις στον κόσμο, πλέον είναι υποχρεωμένο να κάνει πολλά περισσότερα έναντι να παραμείνει ένα από τα κέντρα της καινοτομίας.
Η πρόσφατη έκθεση του Συνδέσμου της Βρετανικής Φαρμακευτικής Βιομηχανίας έδειξε ότι η κατάταξη της Βρετανίας όσον αφορά τις άμεσες ξένες επενδύσεις στον φαρμακευτικό τομέα είχε μειωθεί από τη δεύτερη θέση το 2017 στην έβδομη το 2023.
Σύμφωνα με την ING το Ηνωμένο Βασίλειο φαίνεται να είναι ένα πρώιμο θύμα της επανατοποθέτησης των επενδυτικών στρατηγικών των φαρμακευτικών εταιρειών σε απάντηση στις αλλαγές που επιβάλλει στην τιμολόγηση των φαρμάκων η κυβέρνηση Τραμπ.
Μήπως όμως είναι θέμα χρόνου και άλλες χώρες να έρθουν αντιμέτωπες με τις ίδιες πιέσεις;
Οι φαρμακευτικές εταιρείες ετοιμάζονται να διαθέσουν ένα αυξανόμενο μέρος του επενδυτικού τους κεφαλαίου προς τις ΗΠΑ, με προφανές κόστος τις επενδύσεις σε ανταγωνιστικές γεωγραφικές περιοχές.
Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι η πρώτη χώρα που καλείται στην Ευρώπη να διαχειριστεί τις νέες συνθήκες στη φαρμακευτική αγορά.
Με την ευκαιρία της τριήμερης επίσκεψης του προέδρου των ΗΠΑ τη Βρετανία, λίγους μήνες αφότου το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ σύναψαν την εμπορική συμφωνία που μεταξύ άλλων περιγράφει «προνομιακή μεταχείριση» για τα φαρμακευτικά προϊόντα, οι δύο πλευρές θα συζητήσουν τη βελτίωση του «συνολικού περιβάλλοντος» για τον τομέα από τη Βρετανία.
Όπως σημειώνει το CNBC όμως, η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου μπορεί να έχει χαρακτηρίσει τις βιοεπιστήμες ως έναν από τους οκτώ τομείς προτεραιότητας, αλλά μέχρι στιγμής το σχέδιο που αφορά τον συγκεκριμένο τομέα έχει απογοητεύσει πολλούς στον κλάδο. Το πιο πιθανόν είναι να απογοητεύσει και τον Ντόναλτ Τραμπ, ο οποίος κατηγορεί από την πρώτη του θητεία τις ανεπτυγμένες χώρες για ουσιαστική έλλεψη επενδύσεων στον φαρμακο-βιοτεχνολογικό κλάδο, δεδομένου ότι στηρίζονται στην καινοτομία και τη χρηματοδότηση των ΗΠΑ.
Aποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.