Οι κλασικοί δείκτες των αναλυτών ανησυχούν τους σοβαρούς επενδυτές
Shutterstock
Shutterstock
Wall Street

Οι κλασικοί δείκτες των αναλυτών ανησυχούν τους σοβαρούς επενδυτές

Πίσω από την ασταμάτητη ανοδική κίνηση των χρηματιστηρίων, κρύβεται η ανερχόμενη και μη αμελητέα πλέον δύναμη των ιδιωτών μικροεπενδυτών και των χρηματιστηριακών «influencers».

Οι πρώτοι εκτιμούν ότι με όπλα το πληκτρολόγιο τους και την αμεσότητα της επαφής τους με τις αγορές, μέσω των διαδικτυακών πλατφορμών trading, έχουν τη γνώση και τη δύναμη για εξουσιάσουν και να καθορίσουν τα πάντα. Και οι δεύτεροι, μέσω των ψηφιακών μέσων κοινωνικής δικτύωσης όπως το Tik Tok, το Facebook, το Viber και το Instagram, εκτιμούν και ίσως να το επιτυγχάνουν ως ένα βαθμό, να επηρεάζουν τους ακόλουθους τους, παρέχοντας τους «πληροφορίες» και «αναλύσεις».

Αν και τα κέρδη είναι πάντα ευπρόσδεκτα, οι επενδυτές πρέπει να προσέχουν την αγορά, ειδικά όταν είναι υπερβολικά υπερτιμημένη. Όταν μια αγορά είναι υπερτιμημένη, αυτό σημαίνει ότι τα παρόντα και μελλοντικά κέρδη των εταιρειών μπορεί να αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υψηλές, «φουσκωμένες» τιμές από τις υπερβολικές και πολλές φορές εξωπραγματικές προσδοκίες. Αυτό, με τη σειρά του, μπορεί να οδηγήσει σε κατάρρευση και πτώση των μετοχών.

Στις ανησυχίες και στις αμφιβολίες που εκφράζονται σχετικά με τις τιμές των μετοχών και τη σχεδόν ολοκληρωτική απαγκίστρωση των αποτιμήσεων των εισηγμένων εταιρειών από τα θεμελιώδη μεγέθη των ισολογισμών τους, οι απαντήσεις ξεκινούν από το «αυτή τη φορά όλα είναι διαφορετικά» και καταλήγουν ότι το «system is too big to fail», δηλαδή ότι το «σύστημα είναι πολύ μεγάλο για να πέσει.»

Ωστόσο, κάποιοι παραδοσιακοί και ιστορικοί δείκτες, έχουν αρχίσει όχι απλά να βρίσκονται στο κόκκινο, αλλά να έχουν ήδη σημάνει συναγερμό. Ένας από αυτούς τους δείκτες είναι ο αγαπημένος δείκτης του CEO της Berkshire Hathaway, Γουόρεν Μπαφετ, ο οποίος συγκρίνει τη συνολική κεφαλαιοποίηση - χρηματιστηριακή αξία, των μετοχών της Wall Street με το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ) της Οικονομίας των ΗΠΑ. Ένας δείκτης που κατά τον ίδιο, δίνει με ασφάλεια τη γενική εικόνα, επιτρέποντας μακροπρόθεσμες τοποθετήσεις ή ρευστοποιήσεις.

Στο κλείσιμο του Q2 του 2025, η συνολική κεφαλαιοποίηση της αμερικανικής χρηματιστηριακής αγοράς ήταν περίπου $65,5 τρισ. Με δεδομένο ότι το αμερικανικό ΑΕΠ βρίσκεται πέριξ των $30,2 τρισ., ο συγκεκριμένος δείκτης βρέθηκε στο 216%. Ενώ στα τέλη Αυγούστου σύμφωνα με τα στοιχεία της Macromicro, ο δείκτης βρέθηκε στο 213%.

Βλέπουμε ότι «Δείκτης Μπάφετ» είναι σήμερα ασυνήθιστα υψηλός. Με απλά λόγια, ο Γουόρεν Μπάφετ εξηγεί ότι ένα εύρος από 75% έως 90% θεωρείται απολύτως λογικό και οποιοδήποτε ποσοστό πάνω από 120% κρίνεται υπερβολικό, με αποτέλεσμα η αγορά να θεωρείται υπερτιμημένη. Οπότε ο 213% είναι εντελώς εκτός κλίμακας. Ο συγκεκριμένος δείκτης βρίσκεται σήμερα στο υψηλότερο σημείο του από το 1980.

Βρίσκεται σε υψηλότερο επίπεδο ακόμα και από τη φούσκα της τεχνολογίας των dotcom του 2000, όταν είχε φτάσει το 140%. Βρίσκεται υψηλότερα και από τη φούσκα τεχνολογίας μετά την COVID, όταν ανέβηκε στο 202% τον Αύγουστο του 2021. Και στα τέλη Φεβρουαρίου του 2025, λίγο πριν καταρρεύσει και πάλι η αγορά, βρισκόταν στο 205%. Και στις τρεις αυτές περιπτώσεις είχαν ακολουθήσει μεγάλες βυθίσεις της αγοράς, κραχ ή και bear markets. Με το 213% τι μπορεί άραγε να περιμένουμε; Κάτι το διαφορετικό;

Ποιον άλλον δείκτη χρησιμοποιούν οι παραδοσιακοί επενδυτές για να αποτιμήσουν τις εταιρείες στις οποίες κατέχουν μετοχές. Ο απλούστερος τρόπος να εκτιμηθεί αν μια μεμονωμένη μετοχή είναι υπερτιμημένη ή υποτιμημένη είναι ο λόγος τιμής προς κέρδη (P/E). Η λογική σχέση P/E ποικίλλει ανάλογα με τον κλάδο και με την εταιρεία. Μια εταιρεία υψηλής ανάπτυξης όπως η Nvidia θα έχει σχεδόν πάντα υψηλότερο P/E από μια τράπεζα, όπως η JPMorgan. Με διαφορετικό Ρ/Ε αποτιμάται μια εταιρεία της κυκλική οικονομίας και με διαφορετικό μια εταιρεία με ισχυρή έρευνα και καινοτόμα προϊόντα.

Αφού είναι όλα σχετικά, τι πρέπει να προσέχουμε; Την ιστορική πορεία του λόγου Ρ/Ε και τον πρόσφατο ιστορικό μέσο όρο της μετοχής ή του κλάδου.

Έτσι, αν μια μετοχή έχει συνήθως λόγο P/E στο 30 και τώρα διαπραγματεύεται σε 50 ή 60 φορές τα κέρδη της , τότε αυτό είναι πιθανώς μια «red flag» (κόκκινη σημαία) που πρέπει να διερευνηθεί. Για να συγκρίνουμε τις τρέχουσες καταστάσεις, πρέπει να γνωρίζουμε ότι το τρέχον P/E του τεχνολογικού δείκτη Nasdaq Composite είναι περίπου 36. Ασυνήθιστα υψηλά, όταν ιστορικά έχει κυμανθεί ανάμεσα στο 25 και στο 30.

Εάν μάλιστα αποπειραθούμε να προσεγγίσουμε τον προσαρμοσμένο με τον πληθωρισμό 10ετή δείκτη «P/E Shiller», που είναι πιο γνωστός ως CAPE (Cyclically Adjusted Price-to-Earnings Ratio), αυτός βρίσκεται στο 39, που επίσης δείχνει υπερτιμημένο. Την τελευταία φορά που αυτός ο δείκτης είχε προσεγγίσει το 39, ήταν το 2021, όταν και είχε ακολουθήσει το bear market του 2022. Γενικότερα ο μέσος όρος του CAPE κυμαίνεται ιστορικά γύρω στο 15-20. Τιμές κοντά ή πάνω από 30 θεωρούνται υψηλές και μπορεί να σηματοδοτούν υπερτίμηση των τιμών και την εκδήλωση φούσκας.

Αρκεί η μελέτη δυο δεικτών για να οδηγηθούν οι επενδυτές σε συμπεράσματα για το εάν τα χρηματιστήρια και οι μετοχές βρίσκονται σε υποτιμημένα ή υπερτιμημένα επίπεδα; Ίσως, όχι, αλλά αποτελούν σημαντικές ενδείξεις, έστω για τους επενδυτές οι οποίοι δεν αναζητούν κάτι βαθύτερο. Ωστόσο, επισημάνουν τον κίνδυνο, χωρίς ωστόσο να μπορούν να προβλέψουν τη χρονική στιγμή της διόρθωσης.

Πάντως, σε μια παγκόσμια αγορά στην οποία ανεβαίνουν τα πάντα, δηλαδή και οι μετοχές και τα ομόλογα και ο χρυσός και το ασήμι και τα κρυπτονομίσματα και οτιδήποτε ανήκει στο ψηφιακό οικοσύστημα της τεχνητής νοημοσύνης, οι επενδυτές πρέπει να είναι πιο υποψιασμένοι, και να προσπαθούν να συνδυάζουν όλες τις ειδήσεις από όλα τα «μέτωπα». Καθώς πολλά από όσα συμβαίνουν είναι εντελώς αντιφατικά μεταξύ τους και δε βοηθούν στην εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων. Ωστόσο, εκεί έχει σημασία το τι επιλέγουν και πράττουν οι μεγάλοι παίκτες των αγορών.