Οι 3+1 φόβοι των αγορών που φέρνουν ράλι στα ομόλογα

Οι 3+1 φόβοι των αγορών που φέρνουν ράλι στα ομόλογα

Οι προσδοκίες για άμεσες μειώσεις επιτοκίων διαψεύδονται. Ο πληθωρισμός επιμένει και αυξήθηκε τον Δεκέμβριο σε ΗΠΑ και Ευρωζώνη. Οι επιθέσεις των Χούθι στην Ερυθρά Θάλασσα απειλούν με ακρίβεια στην ενέργεια, στα τρόφιμα και διαταραχές στις εφοδιαστικές αλυσίδες. Την ίδια στιγμή παρατηρούνται αναταράξεις στην κινεζική οικονομία με φόντο το χρέος και το real estate.

Αυτοί είναι οι τέσσερις φόβοι των αγορών και οι λόγοι για τους οποίους παρατηρείται ράλι στις αποδόσεις των ομολόγων. Οι επενδυτές στην ουσία εν μέσω αναταραχών και αβεβαιοτήτων στη διεθνή οικονομία τοποθετούνται μαζικά στα ομόλογα, όπου λειτουργούν ως «μαξιλαράκι» ασφαλείας.

Την ίδια στιγμή η μεταβλητότητα έχει αυξηθεί στα χρηματιστήρια, ενώ η απόδοση του αμερικανικού δεκαετούς ομολόγου ξαναβρέθηκε πάνω από το 4%.

Αύξηση τιμής πετρελαίου και προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες

Η νέα εστία κινδύνου για τις αγορές ακούει στο όνομα «Χούθι». Οι επιθέσεις στην Ερυθρά Θάλασσα έχουν οδηγήσει σε άνοδο τις τιμές ενέργειας, σε εκτίναξη των ναύλων και σε διαταραχές στις εφοδιαστικές αλυσίδες. Η κατάσταση «πιέζει» τον πληθωρισμό, αναζωπυρώνοντας τους φόβους για επιμονή του, άρα και για καθυστέρηση μείωσης των επιτοκίων από τις Κεντρικές Τράπεζες.

Σύμφωνα με την Washington Post, εν μέσω αβεβαιότητας για το πόσο θα διαρκέσουν οι επιθέσεις, κατασκευαστές και έμποροι αισθάνονται ήδη τις οικονομικές επιπτώσεις. Περίπου το 12% του θαλάσσιου εμπορίου διέρχεται υπό κανονικές συνθήκες από τα στενά Μπαμπ αλ-Μαντέμπ, που ελέγχουν την πρόσβαση στην Ερυθρά Θάλασσα, αλλά από τα μέσα Νοεμβρίου ο αριθμός των εμπορευματοκιβωτίων μειώθηκε κατά 70%, σύμφωνα με τους ειδικούς στη ναυτιλία.

Προβλήματα έχουν δημιουργηθεί και στην παραγωγή αυτοκινήτων. Η Tesla διευκρίνισε έτσι πως η παραγωγή της θα ανασταλεί για δύο εβδομάδες στο ευρωπαϊκό εργοστάσιό της, από τις 29 Ιανουαρίου ως τις 11 Φεβρουαρίου.

Το εργοστάσιο της Volvo στη Γάνδη του Βελγίου πρόκειται επίσης να παραμείνει κλειστό για τρεις ημέρες στα μέσα Ιανουαρίου, καθώς έχει έλλειψη κιβωτίων ταχυτήτων, η παράδοση των οποίων έχει καθυστερήσει εξαιτίας «αναπροσαρμογών στις θαλάσσιες οδούς».

Ο μεγάλος πετρελαϊκός «κολοσσός» Shell σταμάτησε όλες τις μεταφορές της μέσω της Ερυθράς Θάλασσας, ανέφερε την Τρίτη η Wall Street Journal, ενώ τον Δεκέμβριο η BP ανακοίνωσε ότι θα διακόψει τις μεταφορές πετρελαίου με δεξαμενόπλοια μέσω της Ερυθράς Θάλασσας.

Επιχειρήσεις έχουν ήδη ανακοινώσει καθυστερήσεις, όπως η γιγάντια σουηδική εταιρεία επίπλων Ikea. «Η κατάσταση στη διώρυγα του Σουέζ θα προκαλέσει καθυστερήσεις», εξηγεί η επιχείρηση σε ηλεκτρονικό μήνυμά της προς το Γαλλικό Πρακτορείο.

Ο παράγοντας Κίνα

Οι επενδυτές «τρέμουν» την οριακή κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην Κίνα. Οι χρεοκοπίες και η «φούσκα» που σκάει στα ακίνητα, το υψηλό χρέος, η ανεργία και η αναιμική ανάπτυξη δημιουργούν αναταράξεις στις διεθνείς αγορές για τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου.

Σήμερα ανακοίνωσε πως η οικονομία της αναπτύχθηκε το 2023 με ρυθμό 5,2%, ο οποίος συγκαταλέγεται στους πιο ασθενικούς των τελευταίων τριών δεκαετιών, αν εξαιρεθεί η περίοδος της πανδημίας του νέου κορονοϊού.

Το Πεκίνο είχε ορίσει στόχο η ανάπτυξη να κυμανθεί «περί το 5%» μετά την αύξηση κατά 3% του ΑΕΠ το 2022, περίοδο κατά την οποία ενέσκηψε κρίση στον τομέα των ακινήτων, η κατανάλωση ήταν άτονη και οι αβεβαιότητες έπληξαν τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου.

Σύμφωνα με το Bloomberg και το NIFD, το χρέος της Κίνας ως προς το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν της (ΑΕΠ), ξεπέρασε το 2023 το 285%.

Καθυστερεί η μείωση των επιτοκίων

Οι αγορές στο τέλος του 2023 τιμολογούσαν μεγάλες πιθανότητες μείωσης των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες. Πλέον με την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί, όπως περιγράφεται ανωτέρω, οι μειώσεις των επιτοκίων φαίνεται πως μετατίθενται για αργότερα. Δηλώσεις αξιωματούχων της Fed και της ΕΚΤ είναι χαρακτηριστικές, ενώ σήμερα η Κριστίν Λαγκάρντ ξεκαθάρισε πως μειώσεις επιτοκίων «ίσως γίνουν το καλοκαίρι».

Η κατάσταση λοιπόν που διαμορφώνεται διαψεύδει τις προσδοκίες των επενδυτών και δείχνε πως ο πληθωρισμός επιμένει και τα επιτόκια θα παραμείνουν υψηλά για περισσότερο χρονικό διάστημα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις αγορές.