Ο τίτλος δεν είναι ότι πιο πετυχημένο μπορεί να υπάρξει για το σημερινό άρθρο αλλά θέλει να πει ακριβώς αυτό: Τι συμβαίνει όταν μια επένδυση επιδιώκει να πετύχει πολλαπλούς σκοπούς στοχεύοντας σε βιώσιμες επενδύσεις με υψηλό θετικό κοινωνικό ή περιβαλλοντικό αντίκτυπο. Η επένδυση αυτή περιγράφεται ως«impact investing» λόγω της προτεραιότητας που δίνει στην επίτευξη στόχων παράλληλα με το οικονομικό αποτέλεσμα.
Σε έναν κόσμο όπου η υπεύθυνη επένδυση κερδίζει ολοένα και περισσότερο έδαφος, το impact investing παραμένει μια σχετικά άγνωστη και υποτιμημένη πρακτική στο χρηματοοικονομικό τοπίο. Παρότι εντάσσεται κάτω από την ευρύτερη ομπρέλα των υπεύθυνων επενδύσεων (ESG: Environmental, Social, Governance), διαφέρει ουσιαστικά ως προς τον στόχο του: δεν αρκείται μόνο στην επιδίωξη οικονομικών αποδόσεων ή στην τήρηση κοινωνικών και περιβαλλοντικών προτύπων, αλλά επιδιώκει ενεργά τη δημιουργία θετικού κοινωνικού αποτυπώματος.
Η θεμελιώδης αρχή του impact investing είναι το «τριπλό αποτέλεσμα» (triple bottom line): οικονομικό κέρδος, κοινωνική πρόοδος και περιβαλλοντική βιωσιμότητα. Σε αντίθεση με τους παραδοσιακούς επενδυτές ή ακόμα και με τους πιο «ευαισθητοποιημένους» ESG επενδυτές, οι επενδυτές αυτού του είδους (impact investors) αναζητούν επενδύσεις που αποφέρουν κέρδη και βελτιώνουν τις ζωές των ανθρώπων στις κοινότητες όπου δραστηριοποιούνται.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η χρηματοδότηση μιας ιδιωτικής κλινικής σε μια απομακρυσμένη ή υποβαθμισμένη περιοχή. Ο επενδυτής επιδιώκει απόδοση στο κεφάλαιό του, αλλά ταυτόχρονα η τοπική κοινωνία αποκτά πρόσβαση σε κρίσιμες υποδομές υπηρεσιών υγείας. Μια επένδυση που αποδίδει όχι μόνο στο χαρτοφυλάκιο, αλλά και στο κοινωνικό σύνολο.
Ωστόσο, το impact investing έχει δεχθεί έντονη κριτική — κυρίως από όσους πιστεύουν ότι η κοινωνική ευθύνη έρχεται εις βάρος των αποδόσεων. Μια νέα, εκτενής μελέτη από τους Josh Lerner, Markus Lithell και Gordon Phillips, η οποία επικεντρώνεται στον χώρο του venture capital στις ΗΠΑ, έρχεται να διαψεύσει αυτήν την υπόθεση.
Οι ερευνητές μελέτησαν δεδομένα από 7.300 ιδιωτικές επιχειρήσεις στις ΗΠΑ, εκ των οποίων 700 είχαν χρηματοδοτηθεί από impact funds, 2.000 από παραδοσιακά VC funds και άλλες 3.600 αποτέλεσαν επενδυτικά κεφάλαια με παρόμοια χαρακτηριστικά (γεωγραφία, μέγεθος, κλάδος) σε βάθος 19 ετών (1192-2021). Το εύρος των δεδομένων, που περιλάμβανε μικροδεδομένα από το Γραφείο Απογραφής των ΗΠΑ (U.S. Census Bureau), είχε πληροφορίες όπως το μέσο επίπεδο εκπαίδευσης των εργαζομένων, η γεωγραφική θέση των επιχειρήσεων, οι μισθοί και η κερδοφορία ανά εργαζόμενο.
Το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό: επιχειρήσεις που έλαβαν «impact επενδύσεις» σημείωσαν αισθητά ταχύτερη αύξηση εσόδων και κερδών σε σχέση με παρόμοιες επιχειρήσεις που δεν έλαβαν καμία εξωτερική χρηματοδότηση. Αυτή η διαφορά γίνεται εμφανής ήδη από το πρώτο με δύο χρόνια μετά την επένδυση. Επιπλέον, παρατηρήθηκε αύξηση της παραγωγικότητας (έσοδα ανά εργαζόμενο) και της κερδοφορίας ανά μισθολογική μονάδα. Οι εργαζόμενοι σε αυτές τις επιχειρήσεις άρχισαν να λαμβάνουν υψηλότερους μισθούς, γεγονός που αποτυπώνει τη θετική αλυσίδα επιδράσεων που προκαλεί η impact επένδυση.
Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός ότι οι impact επενδύσεις κατευθύνονται συχνότερα σε οικονομικά υποβαθμισμένες περιοχές και προωθούν την ένταξη περισσότερων γυναικών ή/και ατόμων με χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο στην αγορά εργασίας. Πρόκειται για μια μορφή χρηματοδότησης που όχι μόνο δεν αγνοεί τις κοινωνικές ανισότητες, αλλά τις αντιμετωπίζει με χειροπιαστό τρόπο.
Η μελέτη προχώρησε και σε μια άμεση σύγκριση με τις αποδόσεις των παραδοσιακών venture capital funds. Τα ευρήματα δείχνουν ότι, ενώ οι εταιρείες που χρηματοδοτούνται από VC αυξάνουν με ταχύτερους ρυθμούς την απασχόληση, η συνολική κερδοφορία και παραγωγικότητα των επιχειρήσεων με impact χρηματοδότηση είναι αντίστοιχη — χωρίς να υπολείπεται. Με άλλα λόγια, οι αποδόσεις για τους επενδυτές των impact funds δεν φαίνεται να υστερούν σε σχέση με εκείνες των συμβατικών VC επενδύσεων.
Το συμπέρασμα είναι σαφές: το impact investing δεν αποτελεί μόνο ένα «ηθικό» ή «κοινωνικά ευαίσθητο» εγχείρημα, αλλά και μια στρατηγική που δεν θυσιάζει την απόδοση στον βωμό της κοινωνικής προσφοράς.
Σε μια εποχή που οι επενδυτές καλούνται να επιλέξουν πού θα τοποθετήσουν τα κεφάλαιά τους με ηθικά και πρακτικά κριτήρια, το impact investing αναδεικνύεται ως μια ισορροπημένη και κερδοφόρα επιλογή — για όλους. Και ίσως ήρθε η ώρα η αγορά να το αντιμετωπίσει όχι ως εξαίρεση, αλλά ως κανόνα.