ΗΠΑ: Οι δασμοί Τραμπ πλήττουν την αμερικανική βιομηχανία παιχνιδιών
Shutterstock
Shutterstock
Quartz

ΗΠΑ: Οι δασμοί Τραμπ πλήττουν την αμερικανική βιομηχανία παιχνιδιών

Τον Απρίλιο, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, προέβλεπε ότι τα αμερικανόπουλα «θα είναι μια χαρά» με λιγότερα παιχνίδια, ως τίμημα για την επιτυχία των δασμών του.

«Ίσως τα παιδιά να έχουν δύο κούκλες αντί για τριάντα, και ίσως κοστίζουν λίγο περισσότερο», είχε δηλώσει. Λίγο αργότερα, ο ανώτερος σύμβουλος του Λευκού Οίκου, Στίβεν Μίλερ υποστήριξε πως οι Αμερικανοί θα πλήρωναν ευχαρίστως περισσότερα για παιχνίδια «υψηλότερης ποιότητας» εάν αυτά κατασκευάζονταν στις ΗΠΑ.

Όπως αναφέρει η Quartz, καθώς η χώρα μπαίνει στη χριστουγεννιάτικη περίοδο, η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Οι δασμοί πλήττουν πλέον έναν κλάδο που επί δεκαετίες ήταν αφορολόγητος, φέρνοντας τα επίπεδα φορολόγησης στα παιχνίδια πίσω στις δεκαετίες του 1940. Οι εταιρείες παιχνιδιών – μικρές και μεγάλες – αγωνίζονται να αναδιαμορφώσουν τις αλυσίδες εφοδιασμού τους για να αποφύγουν διψήφιους δασμούς, εν μέσω έντονης οικονομικής αβεβαιότητας.

Η Κίνα και το Βιετνάμ, που αντιπροσωπεύουν τη συντριπτική πλειονότητα των αμερικανικών εισαγωγών παιχνιδιών, επιβαρύνονται πλέον με δασμούς 30% και 20% αντίστοιχα. Ο αναλυτής Εντ Γκρέσερ, υπολογίζει ότι μεταξύ Ιανουαρίου και Ιουλίου 2025 επιβλήθηκαν δασμοί 888 εκατ. δολαρίων στις εισαγωγές παιχνιδιών, ενώ άλλες εκτιμήσεις ανεβάζουν το ποσό πάνω από 1 δισ. δολάρια.

Οι συνέπειες είναι ορατές στους ισολογισμούς. Η Mattel κατέγραψε πτώση 6% στις πωλήσεις τρίτου τριμήνου, αυξάνοντας τις τιμές προϊόντων όπως η Barbie. Μικρότεροι επιχειρηματίες βρίσκονται σε ακόμη δυσκολότερη θέση.

Η Τζοάν Καρτίλια, ιδιοκτήτρια καταστήματος με χειροποίητες κούκλες στη Νέα Υόρκη, αναγκάστηκε να απολύσει προσωπικό και να αυξήσει τις τιμές κατά 20%, ενώ οι πωλήσεις της βυθίστηκαν 60%. Όπως λέει, δεν υπάρχει καμία υποδομή ή εργατικό δυναμικό στις ΗΠΑ για να υποστηρίξει εγχώρια παραγωγή τέτοιας κλίμακας.

Παρόμοια προβλήματα αντιμετωπίζει και η αγορά επιτραπέζιων παιχνιδιών. Η Λιν Ποτιέν, ιδιοκτήτρια του GameBoard στο Ουισκόνσιν, περιγράφει μια διαρκή αναστάτωση λόγω εταιρικών λουκέτων και ελλείψεων προϊόντων, που την ανάγκασε να ακυρώσει επενδυτικά σχέδια. Όπως τονίζει, ο κλάδος «εξαρτάται πλήρως από εισαγωγές», επειδή δεν υπάρχει εγχώρια βιομηχανική βάση.

Παρά τις αντιξοότητες, πολλοί επαγγελματίες προσπαθούν απλώς «να αντέξουν», αναμένοντας σταθεροποίηση σε μια αγορά που μεταβάλλεται απρόβλεπτα υπό το βάρος των δασμών.