Οι πολιτικές αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής είναι πολύ διαδεδομένες σε όλο το δυτικό επιχειρηματικό οικοσύστημα. Πρωταγωνίστριες στην υιοθέτηση των σχετικών κατευθυντήριων γραμμών είναι οι τράπεζες, οι οποίες ακολουθούν πιστά όλες τις συστάσεις από την Επιτροπή της Βασιλείας έως το Διεθνές Συμβούλιο Προτύπων Αειφορίας (ISSB).
Και ενώ για τις δυτικές τράπεζες οι κλιματικοί κίνδυνοι πιθανά να έχουν έναν υποθετικό χαρακτήρα, στις ισλαμικές τράπεζες τα πράγματα είναι διαφορετικά.
Οι ισλαμικές τράπεζες είναι πράγματι εκτεθειμένες στην κλιματική κρίση, η οποία αποτελεί έναν σημαντικό παράγοντα στη αποτίμηση του ρίσκου, καθώς και στη αξιολόγηση και διαχείριση των κινδύνων που συνοδεύουν τις τραπεζικές εργασίες και δραστηριότητες.
Τα τραπεζικά δάνεια και η κίνδυνοι στη σκιά του ισλαμικού νόμου
Οι ισλαμικές τράπεζες εκτίθενται σε διαφορετικούς κινδύνους από τις δυτικές, λόγω της φύσης των συμβάσεων τους. Οι οποίες πρέπει να συμμορφώνονται με τον ισλαμικό νόμο (Σαρία).
- Για παράδειγμα, στις συμβάσεις τύπου «ijarah», που είναι συμφωνίες μίσθωσης με δικαίωμα αγοράς για περιουσιακά στοιχεία όπως ακίνητα ή εξοπλισμοί, η τράπεζα διατηρεί τη νομική ιδιοκτησία πάνω στα περιουσιακά στοιχεία, μέχρι την τελική και πλήρη αποπληρωμή της μίσθωσης.
Εκθέτοντας με αυτόν τον τρόπο, την ίδια την τράπεζα στον κίνδυνο από φυσικές καταστροφές και όχι τον «μισθωτή».
- Σε άλλα τραπεζικές συμβάσεις όπως είναι οι «musharakah», οι τράπεζες και οι πελάτες είναι συνεταιρίζονται ουσιαστικά στις διαδικασίες αγοράς και μεταπώλησης αγαθών, και έτσι μοιράζονται τόσο τα κέρδη, όσο και ζημιές, επωμιζόμενοι ταυτόχρονα και τους κινδύνους από την κλιματική κρίση.
Όπως για παράδειγμα, από τις διακυμάνσεις των τιμών προϊόντων που είναι ευάλωτα απέναντι στα φυσικά φαινόμενα όπως είναι ο καφές, το κακαό, ή το ελαιόλαδο.
- Αλλά και στις συμβάσεις, τύπου «istisna» που αφορούν κυρίως χρηματοδοτήσεις κατασκευαστικών έργων, ο κίνδυνος από ζημίες λόγω πλημμυρών και καταιγίδων για παράδειγμα, ή από καθυστερήσεις στην εκτέλεση των έργων λόγων φυσικών καταστροφών, πέφτει πάνω στις τράπεζες.
Επομένως ο κίνδυνος και το ρίσκο για τις αραβικές τράπεζες που ακολουθούν τον ισλαμικό νόμο δεν έχουν μόνο χρηματοοικονομικά χαρακτηριστικά, όπως είναι για παράδειγμα η μη αποπληρωμή κάποιων τοκοχρεωλυτικών δόσεων.
Αντίθετα το ρίσκο τους αφορά το σύνολο της επιχειρηματικής δραστηριότητας, που μπορεί να είναι μια κατασκευή ή μια εμπορική συναλλαγή.
Στο παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα υπάρχουν διάφορα χρηματοοικονομικά εργαλεία, όπως είναι το hedging, τα futures, τα swaps ανάμεσα σε επιτόκια, τα οποία αντισταθμίζουν τους σχετικούς κινδύνους. Όμως ο Ισλαμικός νόμος, απαγορεύει στις αραβικές τράπεζες, τη χρήση τους.
Με αποτέλεσμα οι «λογιστικές και κεφαλαιακές προβλέψεις» απέναντι σε αυτούς τους κινδύνους, να δημιουργούν επιπλέον τραπεζικά κόστη.
Τα ισλαμικά ομόλογα
Σε μια προσπάθεια να αντιμετωπίζουν τα συγκεκριμένα κεφαλαιακά προβλήματα, οι τράπεζες οδηγούνται στη έκδοση ομολόγων. Τα ομόλογα αυτά είναι ειδικά ισλαμικά ομόλογα, τα γνωστά «sukuk».
Σύμφωνα με το Συμβούλιο Ισλαμικών Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών (IFSB), μέσα στο 2024, οι εκδόσεις των ομολόγων «sukuk» ξεπέρασαν τα 230 δισ. δολάρια.
Τα «sukuk» χρησιμοποιούνται κυρίως για τη χρηματοδότηση υποδομών, οπότε η απόδοσή τους μπορεί να εξαρτάται από περιουσιακά στοιχεία, όπως είναι ακίνητα, λιμάνια, βιομηχανικές μονάδες, μηχανήματα, μονάδες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, που είναι ευάλωτα στους κλιματικούς κινδύνους όπως φυσικές καταστροφές ή περιβαλλοντικές υποβαθμίσεις, που μπορούν να επηρεάσουν την αξία ή την απόδοση των υποκείμενων στοιχείων, με αποτέλεσμα να εκτίθενται οι εκδότες και οι κάτοχοι των ομολόγων, σε ένα επιπλέον ρίσκο πέραν του πιστωτικού.
Επομένως οι επενδυτές κάτοχοι των ομολόγων «sukuk», οι οποίοι «λαμβάνουν πληρωμές», (διότι απαγορεύεται να εισπράττουν τόκους) από τα έσοδα των εκδοτών των «sukuk», είναι εκτεθειμένοι σε πολλαπλάσιους κινδύνους έναντι των επενδυτών σε δυτικά ομόλογα.
Δηλαδή εκτός από το συστημικό ρίσκο, το πολιτικό ρίσκο, το συναλλαγματικό ρίσκο, το «επιτοκιακό» ρίσκο το οποίο εξαρτάται από τα έσοδα του εκδότη και τον κίνδυνο της αποεπένδυσης, οι κάτοχοι των «sukuk» αντιμετωπίζουν τον κλιματικό κίνδυνο, που μπορεί να πυροδοτήσει μια αθροιστική έκρηξη ρίσκου.
Επομένως οι αραβικές αγορές κεφαλαίων, ομολόγων και τραπεζικών υπηρεσιών, πρέπει να αναζητήσουν τον τρόπο δημιουργίας ενός νομικού και ρυθμιστικού πλαισίου.
Το οποίο από τη μια πλευρά να μην συγκρούεται με τον ισλαμικό νόμο, και από την άλλη να μειώνει τον κίνδυνο από την κλιματική κρίση, που όπως είδαμε πλήττει άμεσα το αραβικό χρηματοπιστωτικό σύστημα.