Γιατί ο Μπάφετ επενδύει ξανά στην Ιαπωνία
AP Photo/Nati Harnik
AP Photo/Nati Harnik

Γιατί ο Μπάφετ επενδύει ξανά στην Ιαπωνία

Η Berkshire Hathaway επένδυσε τον Αύγουστο του 2020 στην Ιαπωνία, αποκτώντας περίπου το 5% από τις πέντε εταιρείες των εμπορικών οίκων της Ιαπωνίας, γνωστών με το όνομα «sōgō shōsha». Ο λόγος για τις γνωστές στους αναγνώστες της στήλης Mitsubishi, Mitsui & Co, Itochu, Marubeni και φυσικά Sumitomo.

Το 2020 είχαμε αναλύσει τόσο τους λόγους που η Ιαπωνία είχε κερδίσει την καρδιά του Buffet, όσο και το προφίλ των συγκεκριμένων εταιρειών. (σ.σ: Περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ)

Τρία χρόνια μετά, ο «Γκουρού» της Wall ανακοίνωσε ότι είναι εξαιρετικά περήφανος για τη συγκεκριμένη επένδυση και σχεδιάζει να αυξήσει τη συμμετοχή του στις sōgō shōsha εως το ποσοστό του 9,9% στην κάθε μια. Μάλιστα ήδη έχει αυξηθεί η συμμετοχή του πέριξ του 7,4% και το ταξίδι του στην Ιαπωνία στα μέσα Απριλίου είχε σκοπό μεταξύ άλλων να δείξει πόσο υποστηρίζει αυτές τις εταιρείες, αλλά και να έρθει σε στενότερη επικοινωνία με τις διοικήσεις τους.

Ποιες προοπτικές έχει ανακαλύψει πάλι ο «Παππούς των αγορών»;

Οι λόγοι πίσω από τις επιδόσεις του ιαπωνικού χρηματιστηρίου

Το χρηματιστήριο της Ιαπωνίας βρίσκεται στα υψηλά των τελευταίων 33 ετών και πολλοί αναλυτές εκτιμούν ότι το ράλι στην τρίτη μεγαλύτερη αγορά στον κόσμο μόλις ξεκίνησε με οδηγούς:

- τις φθηνές αποτιμήσεις, καθώς η αγορά διαπραγματεύεται με αναλογία τιμής προς κέρδη 17,6 έναντι 27,6 για τον Nasdaq και 22 για τον δείκτη S&P 500 

- τις εταιρικές μεταρρυθμίσεις

- τις εκροές από την Κίνα όπως θα δούμε παρακάτω,

-τα χαμηλά επιτόκια,

- το ασθενέστερο γιεν και φυσικά...

-την ψήφο εμπιστοσύνης για άλλη μια φορά από τον «Παππού των αγορών» Warren Buffet. 

Τα κέρδη του Νikkei προσεγγίζουν το 20% για το έτος, καθιστώντας την επίδοση του ασιατικού χρηματιστηρίου μια από τις καλύτερες, ακριβώς πίσω από τον Nasdaq και το Χρηματιστήριο Αθηνών, το οποίο προηγείται όλων με άνοδο από την αρχή του έτους πέριξ του 28%.

Σύμφωνα μάλιστα με ρεπορτάζ του Reuters, το ενδιαφέρον πολλών διαχειριστών κεφαλαίων για τις ιαπωνικές μετοχές είναι στο υψηλότερο επίπεδο της τελευταίας σχεδόν δεκαετίας και, παρά τη σταθερή εισροή τους τελευταίους έξι μήνες, οι ξένοι επενδυτές παραμένουν ελλιποβαρείς, αφήνοντας περιθώρια για αύξηση των κατανομών. 

Έχει ιδιαίτερο δε ενδιαφέρον η έκθεση της JPMorgan σύμφωνα με την οποία οι ξένοι επενδυτές διοχέτευσαν 5 τρισεκατομμύρια γιεν -37 δισ. δολάρια- σε ιαπωνικές μετοχές τον Απρίλιο. Πρόκειται για ένα μηνιαίο ορόσημο που έχει συμβεί μόνο έξι φορές στην ιστορία της ιαπωνικής αγοράς.

Προφανώς σημαντικό ρόλο παίζει το γεγονός ότι η Ιαπωνία υποκαθιστά κατά κάποιον τρόπο τις αγορές του Χονγκ Κονγκ και της Ταϊβάν, στις οποίες αιωρείται ο φόβος μιας αναπόφευκτης γεωπολιτικής έντασης. 

Ενδεικτική αυτών των φόβων ήταν η ανακοίνωση από το πρώτο τρίμηνο του έτους από τον επενδυτικό όμιλο Berkshire Hathaway του Buffet ότι πούλησε και τις τελευταίες μετοχές που κατείχε στη μεγαλύτερη εταιρεία παραγωγής ημιαγωγών στον κόσμο, την TSMC.

Το γεγονός ότι ο Βuffet αποεπένδυσε τόσο σύντομα από τον κολοσσό των ημιαγωγών της Ταϊβάν θεωρήθηκε ασυνήθιστο, επειδή ακριβώς ο Buffet είναι γνωστός για τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις του. 

Κληθείς να εξηγήσει την απόφασή του σε αναλυτές, ο Buffet δήλωσε ότι πρόκειται πράγματι για μια από τις σημαντικότερες εταιρείες στον κόσμο με την καλύτερη διαχείριση και αναμφισβήτητη υπεροχή στην αγορά, όμως: «Δεν μου αρέσει η τοποθεσία της και αυτό το επανεκτίμησα...Αισθάνομαι καλύτερα για τα κεφάλαια που έχουμε επενδύσει στην Ιαπωνία παρά στην Ταϊβάν».

Το άρωμα των γεωπολιτικών εντάσεων αιωρείται και πάνω από το «αντίπαλο» δέος της Ταϊβάν. Αρκεί κανείς να δει τον δείκτη Hang Seng ο οποίος είναι σχεδόν αμετάβλητος φέτος, παρά τις υψηλές προσδοκίες για το οικονομικό άνοιγμα της Κίνας μετά από τρία ολόκληρα χρόνια αυστηρών μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης. 

Η τάση απομάκρυνσης από την Κίνα και την Ταϊβάν δεν φαίνεται μόνο στους χρηματιστηριακούς δείκτες. 

Η Ιαπωνία είχε τις μεγαλύτερες καθαρές εισροές ξένων επενδυτών τον Απρίλιο με 15 δις δολάρια, ακολουθούμενη από την Ινδία με 1,92 δις δολάρια, σύμφωνα με την Morgan Stanley. Αντίθετα, η Ταϊβάν είχε τις μεγαλύτερες εκροές με 1,7 δις δολάρια, ακολουθούμενη από την Κίνα.

Tο πιο σημαντικό όμως είναι ότι ακόμα και στο σημερινό δύσκολο περιβάλλον, η Ιαπωνία παρουσιάζει μια ιδιαίτερη δυναμική.

Παράδειγμα οι δείκτες PMI με τους οποίους ασχοληθήκαμε χθες.

δείκτης μεταποίησης PMI στην Ιαπωνία ήταν από τους λίγους που επανήλθε υψηλότερα των 50 μονάδων, στις 50,8 μονάδες. Στους δείκτες επίσης που αποτυπώνουν την πορεία των φορτίων και ναύλων σε 12 ναυτιλιακές διαδρομές σε όλο τον κόσμο η Ιαπωνία και πάλι καταγράφει θετικές επιδόσεις. 

Ο Buffet πιστεύει ότι οι επιδόσεις της Ιαπωνίας θα συνεχίσουν να ξεχωρίζουν εξ’ου και σχεδιάζει να κρατήσει τις επενδύσεις του στη χώρα για 10 έως 20 χρόνια. Άλλωστε την αύξηση του ποσοστού του εως το 9,9% σε κάθε έναν από τους εμπορικούς ιαπωνικούς οίκους την είχε προλογίσει ήδη από το 2020 και είχε τονίσει μάλιστα ότι δεν θα προβεί σε μια τέτοια κίνηση χωρίς την έγκριση των διοικητικών συμβουλίων των εταιρειών.

Μάλιστα, ο αντιπρόεδρος μη ασφαλιστικών εργασιών της Berkshire και διάδοχος του Buffet, Γκρεγκ Άμπελ, πρόσθεσε σε πρόσφατη συνέντευξη του ότι ο όμιλος ενδιαφέρεται επίσης για οποιαδήποτε περαιτέρω «αυξανόμενη ευκαιρία» με κάθε μία από τις εταιρείες όσον αφορά τη σύναψη συμφωνιών.

Λίγα λόγια για τις sōgō shōsha 

Όταν είχε επενδύσει ο Buffet το 2020 στις πέντε ιαπωνικές εταιρείες sōgō shōsha, οι περισσότεροι εστίασαν κυρίως στο γεγονός ότι και οι πέντε έχουν συμφέροντα στους κλάδους της ενέργειας και της εξόρυξης . 

Η ουσία όμως βρισκόταν αλλού και για να την κατανοήσουμε θα πρέπει να υπενθυμίσουμε λίγα πράγματα για τις συγκεκριμένες εταιρείες.

Ο Buffet επένδυσε στις πέντε από τις επτά «γενικές εμπορικές εταιρείες» της Ιαπωνίας, ή όπως ονομάζονται στην εγχώρια κοινότητα,  sōgō shōsha.

Οι  «γενικές εμπορικές»  ιαπωνικές εταιρείες έχουν έναν ιδιότυπο επιχειρηματικό μοντέλο που συναντάται ευρέως  μόνο στην Ιαπωνία.

Στις  άλλες χώρες, οι εμπορικές εταιρείες  είναι εξειδικευμένες σε συγκεκριμένους τύπους προϊόντων.

Στην Ιαπωνία όμως, οι sōgō shōsha έχουν πολλές και εξαιρετικά διαφοροποιημένες επιχειρηματικές γραμμές και εμπορεύονται ένα ευρύ φάσμα προϊόντων και υλικών.

Επιπλέον ενεργούν ως διαμεσολαβητής, ασχολούνται  με την εφοδιαστική, την ανάπτυξη εγκαταστάσεων και άλλες υπηρεσίες, καθώς και τη διεθνή εξερεύνηση πόρων, ενώ επιτελούν συγχρόνως το έργο των εισαγωγικών/εξαγωγικών εταιρειών, των τραπεζών, των λογιστικών και δικηγορικών γραφείων.

Εν ολίγοις, πρόκειται για ολοκληρωμένους οργανισμούς με λειτουργίες από την παραγωγή, προώθηση και διανομή προϊόντος μέχρι την χρηματοδότηση, την μεταφορά και την αποθήκευση.

Η  δομή αυτή  τους χαρίζει εξαιρετικά πλεονεκτήματα στο διεθνές εμπόριο, καθώς  έχουν εκτεταμένες δυνατότητες διαχείρισης κινδύνων -μιας και  διαπραγματεύονται σε πολλές αγορές  και διατηρούν υπόλοιπα σε πολλά ξένα νομίσματα - και μπορούν να δημιουργήσουν προσφορά και ζήτηση για τις δικές τους δραστηριότητες.

Τα συστήματα πληροφορικής εσωτερικής αγοράς μεγάλης κλίμακας που διαθέτουν, αλλά και οι πληροφορίες από τους ανθρώπινους πόρους που προέρχονται από τις εμπορικές τους επιχειρήσεις,  τους δίνουν σαφές προβάδισμα στην αναζήτηση νέων επιχειρηματικών ευκαιριών.

Ταυτόχρονα το τεράστιο μέγεθος τους επιτρέπει να παρέχουν κεφάλαια με τη μορφή πίστωσης, χρηματοδότησης και εξαγωγικών υπηρεσιών με χαμηλό κόστος. (σ.σ:extra bonus για την περίοδο αύξησης επιτοκίων που διανύουμε). 

Τέλος, οι Sōgō shōsha είναι από τους εργοδότες με τις υψηλότερες παροχές και αμοιβές στην Ιαπωνία και μαζί με τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, υπήρξαν σταθερά από τους πιο δημοφιλείς εργοδότες για αποφοίτους κορυφαίων ιαπωνικών πανεπιστημίων  για πάνω από τριάντα χρόνια.

Ως εκ τούτου, έχουν στην φαρέτρα τους τα μεγαλύτερα μυαλά της Ιαπωνίας, απαραίτητο εισιτήριο για μια θεαματική ανάπτυξη.

Γιατί τις «ερωτεύτηκε» ο Βuffet

Ο «Παππούς» λοιπόν της Wall Street, παρά τις επιφυλάξεις πολλών άλλων μεγάλων επενδυτών για τις πολύπλοκες δραστηριότητές τους, καθώς και για την αυξανόμενη έκθεσή τους σε κινδύνους στο εξωτερικό, «ερωτεύτηκε» τις Sōgō shōsha για τους εξής λόγους:

-Τις ελεύθερες ταμειακές ροές τους,

-της μερισματικής τους απόδοσης,

-της ομοιότητας τους στην ουσία με τις επενδυτικές τράπεζες που αναζητούν υποτιμημένες καταναλωτικές επιχειρήσεις που θα μπορούσαν να προσφέρουν σταθερή ταμειακή ροή, λειτουργικά κέρδη και  ανάπτυξη.

Στην ουσία ο Buffet αισθάνεται άνετα με αυτή την επένδυση γιατί κατά βάση οι εταιρείες αυτές δεν διαφέρουν πολύ από την  ίδια την Berkshire Hathaway και καθώς συμμετέχουν σε πολλές κοινοπραξίες ανά τον κόσμο, θα μπορούσαν μελλοντικά να της παρέχουν την δυνατότητα για πολλές επιχειρηματικές συμφωνίες. 

Δείτε για παράδειγμα τις προοπτικές που ανοίγονται με την εταιρική σχέση που διαμορφώθηκε μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιαπωνίας, λεπτομέρειες της οποίας μάθαμε το προηγούμενο Σαββατοκύριακο, κατά την πρόσφατη Σύνοδο κορυφής των G-7.

Ο Βρετανός πρωθυπουργός Ρίσι Σουνάκ κατά την προσγείωσή του στην Ιαπωνία, δήλωσε ότι οι ιαπωνικές επιχειρήσεις θα επενδύσουν 18 δις λίρες -22,5 δις δολάρια-στο Ηνωμένο Βασίλειο μέσα στην επόμενη δεκαετία, κυρίως στον τομέα της καθαρής ενέργειας. Ανακοίνωσε επίσης μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα εταιρική σχέση με στόχο την ενίσχυση της ανθεκτικότητας της εφοδιαστικής αλυσίδας των δύο χωρών εν μέσω των φόβων για κινεζική παρέμβαση στην Ταϊβάν.

Η «Συμφωνία της Χιροσίμα» λοιπόν όπως ονομάστηκε, επιδιώκει να εμβαθύνει την οικονομική και την τεχνολογική συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών, των οποίων τα συμφέροντα, όσον αφορά την προστασία της ειρήνης και της ασφάλειας στον Ινδο-Ειρηνικό και της υπεράσπισης του ελεύθερου και δίκαιου εμπορίου, ταυτίζονται στενά.

Ο εμπορικός οίκος Marubeni Corporation θα επενδύσει περίπου 10 δις λίρες στο Ηνωμένο Βασίλειο, κυρίως στην υπεράκτια αιολική ενέργεια.

Η Sumitomo Corporation θα επενδύσει περίπου 4 δις στερλίνες σε υπεράκτια αιολικά έργα στις ακτές του Σάφολκ και του Νόρφολκ, ενώ η Mitsubishi Estate και η Mitsui Fudosan θα επενδύσουν 3,5 δις στερλίνες για την κατασκευή οικονομικά προσιτών κατοικιών και χώρων γραφείων.

Την ίδια στιγμή, η βρετανική ενεργειακή εταιρεία Octopus Energy θα επενδύσει πέριξ του 1,5 δις στερλίνες στην ενεργειακή αγορά Ασίας - Ειρηνικού έως το 2027.

Σε όλες αυτές τις επενδύσεις λοιπόν, εμμέσως θα συμμετέχει και ο Βuffet.

Σ.Σ:Περισσότερες πληροφορίες για το προφίλ κάθε μιας ξεχωριστά από της πέντε Sōgō shōsha που επέλεξε ο Buffet μπορείτε να διαβάσετε εδώ.