Γιατί η Wall δεν ασχολείται με τις αμερικανικές εκλογές
shutterstock
shutterstock

Γιατί η Wall δεν ασχολείται με τις αμερικανικές εκλογές

Σε πέντε μήνες και κάτι θα διεξαχθούν οι 60ές προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ -5 Νοεμβρίου- και ως εκ τούτου αρχίζει σιγά σιγά η θερμοκρασία της προεκλογικής περιόδου να ανεβαίνει ολοένα και περισσότερο. Την ίδια στιγμή η επενδυτική κοινότητα αναζητά τον πιθανό αντίκτυπο των εκλογών στις κεφαλαιαγορές και στις επενδύσεις.

Μέσα από αυτή την οπτική γωνία, η Σύνοδος Κορυφής του Financial Advisor του CNBC που ολοκληρώθηκε πριν λίγες ημέρες, είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς οι ειδικοί της πολιτικής και των αγορών αποκάλυψαν τι πρέπει να γνωρίζουν οι επενδυτές για το χρηματιστήριο κατά τις προεδρικές εκλογές του 2024.

Ένα από τα πιο μεγάλα ερωτήματα ήταν αν έχει τιμολογήσει το χρηματιστήριο μια ρεβάνς μεταξύ του προέδρου Τζο Μπάιντεν και του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.

Κοιτάζοντας πίσω, από το 1928 και μετά, ο S&P 500 απέδιδε κατά μέσο όρο 7,5% σε έτη προεδρικών εκλογών, έναντι μέσου όρου 8% σε μη εκλογικά έτη, σύμφωνα με ανάλυση Μαρτίου από την J.P. Morgan Private Bank.

Σε γενικές γραμμές, σύμφωνα με τον David Woo, Διευθύνων Σύμβουλος της ερευνητικής εταιρείας Unbound, τα χρόνια των εκλογών δεν είναι θεαματικά για το χρηματιστήριο τουλάχιστον πριν από... την ημέρα της ψηφοφορίας.

Φέτος λοιπόν έχουμε σαφώς μια μεγάλη εξαίρεση, καθώς ήδη η Wall έχει ενισχυθεί κατά 12,3% μέχρι στιγμής. Για την ακριβεια, φέτος είναι η χρονιά με τις καλύτερες επιδόσεις για τον S&P 500 σε εκλογικό έτος από τις εκλογές του 1980!

Προφανώς, λοιπόν η αγορά δεν συναλλάσσεται μέχρι στιγμής με γνώμωνα τις εκλογές, ή το τι θα μπορούσε να σημαίνει για τα χρηματιστήρια μια νίκη του Μπάιντεν ή του Τραμπ.

Ίσως, γιατί σύμφωνα με τα συμπέρασματα του συνεδρίου του CNBC, ενώ τα εσωτερικά ζητήματα είναι συνήθως καθοριστικά στις προεδρικές εκλογές, η επερχόμενη κούρσα μεταξύ των δύο υποψηφίων πιθανότατα θα επικεντρωθεί σε διεθνή ζητήματα.

Βλέπετε, και οι δύο υποψήφιοι θα εισέλθουν στην εξουσία με δημοσιονομικό έλλειμμα ενός τρισεκατομμυρίου δολαρίων, κάτι που σημαίνει ότι όποιος και να είναι ο επόμενος Πρόεδρος, θα αντιμετωπίσει έναν πραγματικό σοβαρό περιορισμό στη δημοσιονομική του πολιτική.

Τουτέστιν, όσον αφορά τη δημοσιονομική πολιτική, είτε εκλεγεί ο Μπάιντεν, είτε εκλεγεί ο Τραμπ, δεν θα υπάρξουν τεράστιες διαφορές, ακριβώς γιατί δεν υπάρχουν τα περιθώρια να διαφοροποιηθούν οι δύο υποψήφιοι μεταξύ τους. Αντίθετα, θα είναι αναγκασμένοι να κινηθούν λίγο πολύ εντός πολύ περιορισμένων και άρα συγκεκριμένων πλαισίων.

Στην εξωτερική πολιτική όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά. Γι’αυτό και οι περισσότεροι αναλυτές προβλέπουν ότι η διαφοροποίηση μεταξύ των δύο υποψηφίων για το προεδρικό χρίσμα θα εξαρτηθεί από τη στάση τους στην εξωτερική πολιτική.

Ποιες μετοχές θεωρητικά ευνοεί η εκλογή του Μπάιντεν και ποιες του Τραμπ


Οι περισσότεροι αναλυτές εκτιμούν ότι οι αμυντικές δαπάνες ενδέχεται να ενισχυθούν υπό την κυβέρνηση Μπάιντεν, σηματοδοτώντας μια πιθανή ώθηση για τις αμυντικές μετοχές. Άλλωστε ο Τραμπ παραμένει επικριτικός για την υποστήριξη των ΗΠΑ προς την Ουκρανία στον πόλεμο με τη Ρωσία και έχει πει ότι θα μπορούσε να τερματίσει τον πόλεμο σε 24 ώρες εάν εκλεγεί. Επίσης, έχει δηλώσει ότι υπό την προεδρία του, η Αμερική θα επανεξετάσει θεμελιωδώς «τον σκοπό του ΝΑΤΟ και την αποστολή του ΝΑΤΟ».

Οι πράσινες ενεργειακές μετοχές επίσης μπορεί να ωφεληθούν υπό τον Μπάιντεν περισσότερο από τον Τραμπ, ενώ το αντίθετο ισχύει για τις μετοχές πετρελαίου και φυσικού αερίου. (σ.σ:Όλα αυτά σε θεωρητικό πάντα επίπεδο μιας και κατά έναν ειρωνικό τρόπο, οι επιχειρήσεις που συνδέονται με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είδαν τα αποθέματά τους να αποδίδουν καλύτερα υπό την κυβέρνηση Τραμπ, ενώ οι μετοχές των εταιρειών πετρελαίου και άλλων παραδοσιακών εταιρειών ενέργειας είχαν καλύτερες επιδόσεις υπό την κυβέρνηση Μπάιντεν! Εξ’ου και ο όρος θεωρητικά στον μεσότιτλο). 

Υπενθυμίζουμε ότι Τραμπ έχει δεσμευτεί να αυξήσει την παραγωγή ορυκτών καυσίμων στις ΗΠΑ, διευκολύνοντας τη διαδικασία αδειοδότησης για γεωτρήσεις και ενθαρρύνοντας την κατασκευή νέων αγωγών φυσικού αερίου.

Επίσης, έχει δηλώσει ότι αν εκλεγεί οι ΗΠΑ θα υποχωρήσουν εκ νέου από τη Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα και θα υποστηρίξει την αύξηση της παραγωγής πυρηνικής ενέργειας. Θα αποσύρει επίσης τις εντολές του Μπάιντεν για τα ηλεκτρικά οχήματα και άλλες πολιτικές που αποσκοπούν στη μείωση των εκπομπών των αυτοκινήτων.

Μια ενδιαφέρουσα παρατήρηση είναι εκείνη του David Wo όσον αφορά την εκτίμηση του ότι ο Ρεπουμπλικανός υποψήφιος θα επανεξετάσει τη Φάση 1 της εμπορικής συμφωνίας μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ ως «σημείο εκκίνησης» οποιασδήποτε εμπορικής διαπραγμάτευσης.

Επίσης, ο Τραμπ υποστηρίζει ότι θα εξαλείψει το εμπορικό έλλειμμα μέσω της επιβολής δασμών 10% σε όλα τα αγαθά που εισάγονται στις ΗΠΑ. Επιπρόσθετα, υποστηρίζει τη σταδιακή κατάργηση των κινεζικών εισαγωγών αγαθών όπως ηλεκτρονικών, χάλυβα και φαρμακευτικών προϊόντων για τέσσερα χρόνια και τη ρητή απαγόρευση στις κινεζικές εταιρείες να κατέχουν υποδομές των ΗΠΑ στους τομείς της ενέργειας και της τεχνολογίας.

Τέλος, ο Τραμπ έχει δεσμευτεί να επαναφέρει την ευρεία φορολογική μείωση του 2017 που υπέγραψε ενώ ήταν στην εξουσία και την ίδια στιγμή η κυβέρνηση του θα ανοίξει έναν περαιτέρω γύρο περικοπών φόρων σε φυσικά πρόσωπα και εταιρείες, πέρα από αυτές που θεσπίστηκαν στην πρώτη του θητεία.

Εν τω μεταξύ, όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν προς την επανεκλογή του Τραμπ, σύμφωνα με τον Steve Kornacki, Πολιτικό Ανταποκριτή στο NBC News και στο MSNBC.

Σύμφωνα με όσα δήλωσε στο συνέδριο, ο Ντόναλντ Τραμπ προηγείται του Μπάιντεν κατά μέσο όρο 1,1 μονάδα σε εθνικό επίπεδο, σημειώνοντας προβάδισμα μεταξύ των Ισπανόφωνων και Αφροαμερικανών ψηφοφόρων, καθώς και των νεότερων, μη λευκών ψηφοφόρων. Σύμφωνα με τον Kornacki, αυτό εξηγεί γιατί ο Ντόναλντ Τραμπ έχει πολύ καλύτερες δημοσκοπήσεις τώρα από ό,τι πριν από τέσσερα χρόνια.

Το συμπέρασμα του Financial Advisor Council του CNBC


Ιστορικά, τα πιθανά εκλογικά αποτελέσματα έχουν ελάχιστο αντίκτυπο στην απόδοση των χρηματοπιστωτικών αγορών μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, σύμφωνα με ανάλυση επενδυτικών στρατηγικών της U.S. Bank Wealth Management.

Οι αναλυτές της τράπεζας για να καταλήξουν σε αυτό το συμπέρασμα μελέτησαν δεδομένα της αγοράς από τα τελευταία 75 χρόνια και εντόπισαν μοτίβα που επαναλήφθηκαν κατά τη διάρκεια των εκλογικών κύκλων.

Ωστόσο, σύμφωνα με τα ιστορικά δεδομένα, αυτό που μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τις κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων με μεγαλύτερο κίνδυνο, είναι οι καθυστερήσεις στην επαλήθευση του νικητή των εκλογών. «Στο χρηματιστήριο δεν αρέσει καθόλου η αβεβαιότητα», δήλωσε ο Douglas A. Boneparth, πρόεδρος και ιδρυτής της Bone Fide Wealth, μιας εταιρείας διαχείρισης περιουσίας με έδρα τη Νέα Υόρκη.

Εάν τα πράγματα καθυστερήσουν και δεν υπάρξει «σαφής νικητής», αυτή η αβεβαιότητα μπορεί να οδηγήσει τις αγορές σε σημαντική αστάθεια και όχι ποιος από τους δύο υποψηφίους θα εκλεγεί τελικά.

Όπως πολύ σωστά παρατήρησε ο Boneparth, συνολικά, το χρηματιστήριο τα πήγε καλά και υπό τους δύο προέδρους. Πρόσθεσε μάλιστα ότι « οι χρηματοοικονομικοί σύμβουλοι δεν παίρνουν πραγματικά αποφάσεις με βάση την πολιτική, πόσο μάλλον με βάση ποιος θα εκλεγεί πρόεδρος. Επομένως, είναι προς το συμφέρον σας να εμμείνετε στη μακροπρόθεσμη στρατηγική σας, καθώς αν κάνετε οποιεσδήποτε αλλαγές, ειδικά λόγω του ενός ή του άλλου υποψηφίου, πιθανότατα θα κάνετε λάθος».

Αποποίηση Ευθύνης

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.