«Ασπίδα» για την Ελλάδα η ενέργεια - Αναβαθμίζεται το επενδυτικό προφίλ της χώρας
Shutterstock
Shutterstock

«Ασπίδα» για την Ελλάδα η ενέργεια - Αναβαθμίζεται το επενδυτικό προφίλ της χώρας

Σε μία πολύ κρίσιμη συγκυρία για την πορεία της οικονομίας και τη διαμόρφωση των προοπτικών της επόμενης δεκαετίας, η Ελλάδα δέχεται ψήφο εμπιστοσύνης από τον αμερικανικό πετρελαϊκό κολοσσό ExxonMobil και εξελίσσεται σε ενεργειακό κόμβο μέσω της υλοποίησης μίας σειράς σημαντικών deals που αλλάζουν το επενδυτικό προφίλ της χώρας.

Στο καλό σενάριο, η Ελλάδα μπορεί να αποκτήσει πλεονεκτήματα που δεν είχε ποτέ, σύμφωνα με όσα εκτιμούν οι οίκοι αξιολόγησης Fitch και DBRS. Όπως ότι θα πληροί πλέον τα κριτήρια της γεωπολιτικής ασφάλειας και της τεχνικής υποστήριξης που απαιτούνται για τόσο κομβικές και μεγάλες επενδύσεις. 

Και όταν ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις για τέτοιες επενδύσεις, βελτιώνεται γενικότερα το κύρος της χώρας και αυξάνονται οι εισροές επενδυτικών κεφαλαίων καθώς περιορίζεται σημαντικά το περίφημο country risk – που τόσο μας πλήγωσε την περασμένη δεκαετία – ενώ παράλληλα η αγορά θεωρείται πιο «ώριμη». 

Αρκεί να σκεφτούμε ότι το ελληνικό ΑΕΠ μπορεί να δεχθεί – στο θετικό σενάριο κατά το οποίο θα υλοποιηθούν με βιώσιμο τρόπο όλες οι ενεργειακές επενδύσεις – ώθηση έως και άνω του 1% ετησίως. Είναι το ποσοστό της επιπλέον ανάπτυξης που θα μπορούσε να «πείσει» πολλούς ξένους επενδυτές να εξετάσουν σοβαρά τη δέσμευση κεφαλαίων στην Ελλάδα. 

Η περίοδος που διανύουμε είναι κρίσιμη όχι μόνο για την ελληνική αλλά ευρύτερα για την ευρωπαϊκή οικονομία. Αυτό αποδεικνύεται από τις πρόσφατες προειδοποιήσεις μεγάλων κεντρικών τραπεζών, όπως της Γερμανίας, αλλά και σημαντικών παραγόντων της αγοράς, για αναιμική ανάκαμψη.

«Μην περιμένετε ισχυρή ανάκαμψη το 2026», είναι το μήνυμα που στέλνει η Bundesbank, σε μία περίοδο που τα όποια σημάδια ανάπτυξης στην Ευρωζώνη, προέρχονται από τα πάλαι ποτέ «μαύρα πρόβατα» της ένωσης, ήτοι τις χώρες της περιφέρειας, όπως η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα.

Σύμφωνα με την Bundesbank, όλες οι προβλέψεις των ειδικών περιβάλλονται από πέπλο ακραίας αβεβαιότητας, καθώς οι συνθήκες μεταβάλλονται συνεχώς. Ο προστατευτισμός και η απρόβλεπτη στρατηγική των ΗΠΑ, αποτελούν τους βασικούς παράγοντες που επιβαρύνουν το οικονομικό και επενδυτικό περιβάλλον.

Ανησυχίες έχουν εκφραστεί και για την ανάπτυξη του ελληνικού ΑΕΠ, το οποίο εδώ και χρόνια μεγεθύνεται με ρυθμό υπερδιπλάσιο του μέσου όρου της Ευρώπης. Μάλιστα, δεν είναι λίγοι οι ειδικοί που προειδοποιούν για οικονομικό τέλμα στην επόμενη τριετία και για τον κίνδυνο σχεδόν μηδενικής ανάπτυξης, όταν θα εξανεμιστεί ο θετικός αντίκτυπος των επενδύσεων του Ταμείου Ανάκαμψης

Έτσι, λοιπόν, μία επένδυση που έχει την προοπτική να φτάσει έως τα 10 δισ. δολάρια μέσα στα επόμενα επτά χρόνια μπορεί να λειτουργήσει καταλυτικά. Όχι μόνο σε μέγεθος αλλά και στο πόσο θα βελτιώσει το προφίλ της Ελλάδας, πώς την αξιολογούν οι ξένοι ως επενδυτικό προορισμό. 

Μία χώρα που έχει τη στήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών και αναμένεται να πρωταγωνιστήσει ως δυνητικός παραγωγός ενέργειας και ενεργειακός κόμβος στη ΝΑ Ευρώπη – και μεταξύ τριών ηπείρων – γίνεται πιο ελκυστική για τους επενδυτές που αναζητούν ευκαιρίες ανάπτυξης και σταθερότητας. 

Η πρώτη ερευνητική γεώτρηση έπειτα από 40 χρόνια και τα deals στο LNG, αλλάζουν τη θέση της Ελλάδας και την τοποθετούν στο κέντρο του ενεργειακού χάρτη, μαζί με Ισραήλ και Κύπρο. Τα ενεργειακά project που κυοφορούνται στέλνουν μήνυμα στη διεθνή επενδυτική κοινότητα, ενισχύοντας το προφίλ της οικονομίας.

Η αναβάθμιση του ρόλου της Ελλάδας στον ενεργειακό χάρτη και παράλληλα η γεωπολιτική επιστροφή των ΗΠΑ στην περιοχή, αναμένεται να πυροδοτήσουν την υλοποίηση νέων έργων υποδομών, την ανάπτυξη έργων έρευνας και γεώτρησης, υποδομές LNG, τη δημιουργία τεχνικών υπηρεσιών και χιλιάδων νέων θέσεων εργασίας (έως και 12.000) κυρίως εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού.

Πρόκειται για επενδύσεις οι οποίες αν, εν τέλει, υλοποιηθούν, θα έχουν τη δυναμική να λειτουργήσουν με πολλαπλασιαστικό όφελος για την οικονομία. Επιπλέον, η εμπορική εκμετάλλευση των κοιτασμάτων θα έρθει σε μία συγκυρία που η Ελλάδα είναι σαφές ότι θα χρειαστεί δημοσιονομική τόνωση. 

Μην ξεχνάμε ότι από το 2032 το δημόσιο χρέος αναμένεται να αυξηθεί κατά περίπου 20-30 δισ. ευρώ, ενώ το κόστος αναχρηματοδότησης θα αυξηθεί λόγω των αναβαλλόμενων τόκων του δεύτερου μνημονίου. Αν και θεωρείται πολύ πιθανό να υπάρξει μία νέα διευκόλυνση για την Ελλάδα, όπως η ισόποση καταβολή του κεφαλαίου κατά 1 δισ. ευρώ τον χρόνο για την επόμενη 20ετία, το σίγουρο είναι ότι η ελληνική οικονομία θα πρέπει να προετοιμαστεί για κάθε ενδεχόμενο. 

Αν, λοιπόν, ο ενεργειακός σχεδιασμός υλοποιηθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο (χωρίς μεγάλες καθυστερήσεις και με την εφαρμογή σταθερού θεσμικού πλαισίου σε φορολογία, αδειοδοτήσεις), η ελληνική οικονομία θα δεχθεί μακροχρόνια ενίσχυση. Η μείωση των ενεργειακών εισαγωγών, η αύξηση των εξαγωγών/διαμετακόμισης LNG, η δημιουργία χιλιάδων θέσεων εργασίας, η ενίσχυση των φορολογικών εσόδων και φυσικά η αναβάθμιση της χώρας ως επενδυτικός προορισμός, θα λειτουργήσουν σαν ασπίδα προστασίας σε δύσκολους καιρούς.