Αντέχει η Ευρώπη δύο μεγάλες κρίσεις χρέους και ξεπούλημα στα ομόλογα;
Shutterstock
Shutterstock

Αντέχει η Ευρώπη δύο μεγάλες κρίσεις χρέους και ξεπούλημα στα ομόλογα;

Είναι φανερό πως η επιστροφή από τις καλοκαιρινές διακοπές δεν είναι και τόσο ευχάριστη για τις διεθνείς αγορές ομολόγων. Όπως βλέπουμε στις οθόνες μας και διαβάζουμε στον ελληνικό και διεθνή Τύπο, οι πωλητές έχουν το πάνω χέρι. Έτσι, οι αποδόσεις των κρατικών και εταιρικών ομολόγων μακράς διαρκείας έχουν ενισχυθεί αρκετά τις τελευταίες μέρες.

Στην περίπτωση των κρατικών ομολόγων, το πρόβλημα ξεκινά από την ανησυχία των επενδυτών σχετικά με την κατάσταση των δημοσιονομικών μεγεθών ορισμένων πολύ σημαντικών κρατών. Η βασική τετράδα που προβληματίζει τους επενδυτές είναι αυτή των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας, της Γαλλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου. Όπως είναι λογικό, εμάς μας απασχολεί περισσότερο η κατάσταση στη Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, αφού είναι πιο κοντά στη γειτονιά μας και μας επηρεάζει πιο άμεσα, ως Έλληνες και ως Ευρωπαίους.

Το πρόβλημα στη Γαλλία είναι πολιτικό και οικονομικό, καθώς η κυβέρνηση είναι αδύναμη και δεν μπορεί να προχωρήσει στη λήψη των απαραίτητων μέτρων για την αντιμετώπιση του υπερβολικού ελλείμματος του προϋπολογισμού και του αυξανόμενου δημοσίου χρέους. Οι επενδυτές φοβούνται πως η κυβέρνηση Μπαϊρού δεν θα καταφέρει να «επιζήσει» την επόμενη εβδομάδα κατά τη συζήτηση για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης, η χώρα θα περάσει σε περίοδο αυξημένης πολιτικής αβεβαιότητας και οι προσπάθειες για την αντιμετώπιση των δημοσιονομικών προβλημάτων θα γίνουν ακόμα πιο δύσκολες.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, δεν τίθεται σοβαρό πολιτικό θέμα, αφού η κοινοβουλευτική πλειοψηφία της κυβέρνησης Στάρμερ είναι πολύ καθαρή. Τίθεται, όμως, θέμα με την κατάρτιση του προϋπολογισμού για το 2026, αφού η αρμόδια υπουργός Ριβς δυσκολεύεται να βρει τον τρόπο να καθησυχάσει τις αγορές ομολόγων και να αποφύγει την εξέγερση των ψηφοφόρων.

Όλα αυτά εξελίσσονται τη στιγμή που οι διεθνείς αγορές ομολόγων βρίσκονται σε μία μεταβατική κατάσταση, καθώς οι επενδυτές εκτιμούν πως ο πληθωρισμός σε παγκόσμιο επίπεδο δεν πρόκειται να επιστρέψει σύντομα στα πολύ χαμηλά επίπεδα που βρισκόταν πριν το 2022. Ο συνδυασμός αυτής της εκτίμησης με τις αμφιβολίες των αγορών για τη δημοσιονομική κατάσταση πολλών κρατών και τη δυνατότητά τους να επιδείξουν την απαραίτητη δημοσιονομική πειθαρχία έχει οδηγήσει, τις τελευταίες ημέρες και εβδομάδες, σε άνοδο τις αποδόσεις των ομολόγων, καθώς οι επενδυτές πολύ απλά επιθυμούν υψηλότερα επιτόκια για να νιώθουν πιο σίγουροι για τις αγορές τους.

Η κατάσταση έχει γίνει χειρότερη με το ξεκίνημα του Σεπτεμβρίου αφού, όπως γίνεται σχεδόν κάθε χρόνο, μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων, μαζί με τα υπουργεία οικονομικών αρκετών χωρών, προχωρούν σε σημαντικές νέες εκδόσεις ομολόγων. Σε σχετικό χθεσινό άρθρο του Bloomberg είδαμε πως την Τρίτη 2 Σεπτεμβρίου «βγήκαν στην αγορά» νέα ομόλογα αξίας 90 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε όλο τον κόσμο, από μεγάλες διεθνείς εταιρείες αλλά και το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιταλία, με την Ευρώπη να πρωταγωνιστεί, με νέες εκδόσεις αξίας 49,6 δισεκατομμυρίων ευρώ.

Παρά το γεγονός, όμως, πως η ζήτηση ήταν τεράστια, σύμφωνα με το Bloomberg, ο συνδυασμός όλων των παραγόντων που αναφέραμε παραπάνω ανέβασε τις αποδόσεις όλων των μακροπρόθεσμων ομολόγων, κρατικών και εταιρικών, που διαπραγματεύονται στις διεθνείς αγορές. Στην περίπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου, το υπουργείο δανείστηκε 14 δισεκατομμύρια λίρες (ποσό ρεκόρ) σε ομόλογα (gilts) 10ετούς διαρκείας και η ζήτηση από τους επενδυτές ήταν για 141 δισεκατομμύρια. Όπως ανέφερε το διεθνές πρακτορείο, αυτό ήταν αποτέλεσμα των υψηλότερων επιτοκίων που αναγκάστηκε να προσφέρει το υπουργείο.

Αργότερα, σήμερα, θα δούμε αν η ζήτηση θα είναι εξίσου ισχυρή και σε αντίστοιχες εκδόσεις της Γαλλίας και της Ιαπωνίας. Το τελικό αποτέλεσμα, παρά το πολύ μεγάλο αγοραστικό ενδιαφέρον για τις νέες εκδόσεις, είναι η σημαντική αύξηση των αποδόσεων και η ταυτόχρονη πτώση των τιμών των ομολόγων. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε χθεσινό άρθρο του Reuters, την τρέχουσα εβδομάδα η διεθνής αγορά μακροπρόθεσμων ομολόγων βρίσκεται σε μία κατάσταση συνεχούς ξεπουλήματος (selloff). 

Επιστέφοντας στα της Ευρώπης, μπορεί η ζήτηση για τα νέα κρατικά ομόλογα του Ηνωμένου Βασιλείου να είναι μεγάλη λόγω των αυξημένων αποδόσεων αλλά αυτό δεν πρέπει να μας καθησυχάζει. Η συνεχής άνοδος των αποδόσεων έχει φέρει την απόδοση των 30ετών αγγλικών gilts στο υψηλότερο επίπεδο από το 1998, κοντά στο 5,70% ενώ στη Γαλλία η διαφορά αποδόσεων των 10ετών της ομολόγων από αυτά της Γερμανίας έχει ανεβεί και πάλι στις 80 μονάδες βάσης (0,80%) (το γαλλικό αποδίδει κοντά στο 3,54% και το γερμανικό στο 2,74%) και πλησιάζει τα υψηλότερα επίπεδα από το 2012. Αυτό σημαίνει πως οι επενδυτές στις αγορές ομολόγων έχουν ήδη προειδοποιήσει τις ενδιαφερόμενες χώρες για τη σοβαρότητα της κατάστασης.

Αυτή τη στιγμή δεν μπορούμε να πούμε πως βρισκόμαστε σε κατάσταση συναγερμού αλλά, αν τα νέα από τις δύο αυτές χώρες δεν αρχίσουν σύντομα να καθησυχάζουν τις αγορές, σύντομα μπορούμε να δούμε πιο ακραίες αντιδράσεις των επενδυτών. Κανείς δεν μπορεί να μιλήσει αυτή τη στιγμή για κρίση χρέους, αν όμως δούμε το γαλλογερμανικό spread να πλησιάζει τις 100 μονάδες βάσης, είναι σχεδόν βέβαιο πως θα χτυπήσουν καμπανάκια, ενώ κάτι παρόμοιο μπορεί να δούμε στο Ηνωμένο Βασίλειο αν συνεχιστεί η άνοδος των αποδόσεων των gilts. Αν χτυπήσουν αυτά τα καμπανάκια, είναι βέβαιο πως θα πρέπει να ληφθούν άμεσα μέτρα για να μην ξεφύγει η κατάσταση.

Δύσκολο να πούμε ποια θα είναι αυτά τα μέτρα, λογικά όμως θα είναι συνδυασμός εφαρμογής έκτακτων δημοσιονομικών μέτρων (ή τουλάχιστον ανακοίνωσής τους) με τη δραστηριοποίηση των κεντρικών τραπεζών και την επιστροφή τους στην πρακτική μαζικών αγορών κρατικών ομολόγων. Πιθανολογούμε πως οι αρμόδιοι επικεφαλής της ΕΚΤ και της Τράπεζας της Αγγλίας θα έχουν βγάλει τα σχέδια έκτακτης ανάγκης από τα συρτάρια τους, καθώς μία κρίση χρέους που θα θυμίζει το 2012 είναι το τελευταίο που χρειάζεται η Ευρώπη, όχι μόνο η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ευρωζώνη.

Την στιγμή που όλα τα κράτη της Ευρώπης, ακόμα και η Γερμανία, συμφωνούν πως χρειάζονται μεγάλες επενδύσεις για την τόνωση της οικονομίας τους και την ενίσχυση των αμυντικών  τους δυνατοτήτων, εν μέσω σημαντικών γεωπολιτικών αλλαγών, μία μεγάλη αναταραχή στις αγορές που θα συνοδευτεί από άνοδο του κόστους δανεισμού θα είναι μία εξαιρετικά αρνητική εξέλιξη. Ειδικά αυτή την περίοδο, καθώς δεν είναι καθόλου βέβαιο πως οι ΗΠΑ θα σπεύσουν να υποστηρίξουν οποιαδήποτε ευρωπαϊκή προσπάθεια εξομάλυνσης των αγορών κρατικών ομολόγων, κάτι που είχε συμβεί το 2012. Εκτός αυτού, μία πιθανή αναταραχή στα κρατικά ομόλογα των ευρωπαϊκών κρατών θα είχε άμεσο αρνητικό αντίκτυπο στην υγεία των τραπεζών της περιοχής.

Είναι σχεδόν προφανές πως αν τα πράγματα κάποια στιγμή ξεφύγουν στον τομέα του δημοσίου χρέους και των ελλειμμάτων στη Γαλλία ή το Ηνωμένο Βασίλειο, η κατάσταση στην Ευρώπη θα γίνει ιδιαίτερα δύσκολη, ειδικά αν οι διεθνείς αγορές εταιρικών ομολόγων βρίσκονται σε κατάσταση selloff, όπως περίπου γίνεται τώρα. Απαντώντας στο ερώτημα του σημερινού μας τίτλου, αν πραγματικά εκδηλωθεί κρίση χρέους σαν και αυτήν των αρχών της δεκαετίας του 2010, δεν είναι καθόλου σίγουρο πως η Ευρώπη θα μπορέσει να αντιμετωπίσει με επιτυχία την κατάσταση, όπως τελικά είχε κάνει τότε.

Το μέγεθος της Γαλλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου είναι τέτοιο που η μόνη λύση στο πρόβλημα είναι να φροντίσουμε να μην φτάσουν τα πράγματα σε αυτό το σημείο. Απλή λύση, η οποία όμως χρειάζεται βούληση, αποφασιστικότητα και αξιοπιστία τύπου Μάριο Ντράγκι, ο οποίος είχε δηλώσει απλά πως «θα κάνει ό,τι χρειάζεται» σε μία παρόμοια κατάσταση και έδειξε γρήγορα στις αγορές πως το εννοούσε. Ας ελπίσουμε πως κάτι αντίστοιχο θα βρεθεί και τώρα.